Οι δύο “μονομάχοι” για τη διαδοχή του Μπόρις Τζόνσον, τόσο στην ηγεσία των Συντηρητικών, όσο και στην πρωθυπουργία της Βρετανίας, έχουν πολλές φορές επικαλεστεί την αείμνηστη “Σιδηρά Κυρία” Μάργαρετ Θάτσερ, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας τους, διεκδικώντας ο καθένας κομμάτι της κληρονομιάς του θατσερικού δόγματος…
Ο Ρίσι Σουνάκ σε συνέντευξή του στη Daily Telegraph, με τίτλο «Πλεονέκτημα στην Τρας», σε μία προσπάθεια διεκδίκησης αυτής της κληρονομιάς από την αντίπαλό του, υποστήριξε: «Έχω θατσερικές αξίες, πιστεύω στη δουλειά, στην οικογένεια και την ακεραιότητα. Είμαι θατσεριστής και θα κυβερνούσα ως θατσεριστής».
Ο Σουνάκ υποσχέθηκε επίσης ότι θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις τόσο ριζοσπαστικές όσο εκείνες που έκανε τη δεκαετία του 1980 η «Σιδηρά Κυρία» «για την ανάπτυξη και την ευημερία σε κάθε γωνιά του Ηνωμένου Βασιλείου» αλλά και «για να αδράξουμε τις ελευθερίες που μας έδωσε το Brexit».
Η αντίπαλός του, η υπουργός Εξωτερικών Λις Τρας, επικεντρώνεται περισσότερο στην επικοινωνιακή διεκδίκηση του τίτλου της πολιτικής κληρονόμου της «Σιδηράς Κυρίας», με πολλούς να την κατηγορούν ότι προσποιούνταν τη Μάργκαρετ Θάτσερ.
Δρόμος με “αγκάθια”
Ωστόσο, το αν η επιλογή τους να “επαναφέρουν” στην πολιτική σκηνή το “φάντασμα” του θατσερισμού είναι η πλέον ενδεδειγμένη, αποτελεί αντικείμενο μεγάλης συζήτησης με πολλές παραμέτρους, καθώς όπως αποτυπώνεται από σωρεία αντιδράσεων, οι υποσχέσεις συρρίκνωσης του κράτους, εν μέσω παγκόσμιων εξελίξεων, διαρκούς οικονομικής κρίσης με βαριές επιπτώσεις στα εισοδήματα των Βρετανών, δεν θα έχει θετικό αντίκτυπο στους πολίτες.
«Δεδομένου ότι απευθύνονται σε ένα σχεδόν εξ ολοκλήρου θατσερικό εκλογικό σώμα -αρχικά στους συναδέλφους τους βουλευτές και έπειτα στα κομματικά μέλη- δεν πρέπει πραγματικά να μας προκαλεί έκπληξη όλο αυτό», παρατηρεί ο Μάικλ Τζέικομπς, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ.
Όμως η βρετανική οικονομία είναι σήμερα «θεμελιωδώς διαφορετική από αυτή που αντιμετώπισε η Θάτσερ όταν ήταν στην Ντάουνινγκ Στριτ», τονίζει. Και αυτό αυτό χάσμα μεταξύ «ιδεολογικής νοσταλγίας και οικονομική πραγματικότητα θα διακινδυνεύσει να κάνει την ήδη αδύναμη οικονομία μας ακόμη πιο αδύναμη».
Στην κορυφή βρίσκεται η κρίση του κόστους ζωής, στο φόντο μιας πολυετούς αύξησης της παραγωγικότητας και τώρα των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, του πολέμου στην Ουκρανία και φυσικά του Brexit.
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία στη Βρετανία, ο πληθωρισμός πλέον «καλπάζει» στο 9,4%, φτάνοντας σε νέο υψηλό 40ετίας και στο υψηλότερο, προς το παρόν τουλάχιστον, στις τάξεις των G7.
Αυτό εν μέρει οφείλεται και στο Brexit, που όπως κατέδειξε πρόσφατη έρευνα έχει ήδη κάνει τη Βρετανία κατά 5,2% του ΑΕΠ ή κατά 31 δισεκατομμύρια λίρες φτωχότερη, από ό,τι εάν δεν είχε εγκαταλείψει την ΕΕ.
Τα σχέδια της απερχόμενης κυβέρνησης Τζόνσον για μονομερείς αλλαγές στο Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας -που σήμερα διέπει τις εμπορικές σχέσεις με τους «27»- έχει διχάσει τους Τόρις.
Η Λις Τρας, που τα γραφεία στοιχημάτων θεωρούν τώρα φαβορί για τη διαδοχή, τις στηρίζει σθεναρά. Και μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό, οι Τόρις αντιμετωπίζουν και το προβάδισμα των Εργατικών κατά 10 μονάδων στις δημοσκοπήσεις.
Ο επόμενος ένοικος της Ντάουνιγκ Στριτ, είτε ο Ρίσι Σούνακ, είτε η Λιζ Τρας, έχουν πολύ σοβαρότερα προβλήατα να αντιμετωπίσουν από τη διεκδίκηση μιας πολιτικής κληρονομιάς.