Συστάσεις για τη 2η αναμνηστική δόση (ή 4η) απευθύνουν το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA).
Όπως αναφέρουν, καθώς ένα νέο κύμα βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ευρώπη, με αυξανόμενα ποσοστά εισαγωγών στα νοσοκομεία και τις μονάδες εντατικής θεραπείας, είναι κρίσιμο οι αρχές δημόσιας υγείας να λαμβάνουν υπόψη τους άτομα μεταξύ 60 και 79 ετών, καθώς και ευάλωτα άτομα κάθε ηλικίας για δεύτερη αναμνηστική δόση, η οποία θα μπορούσε να χορηγηθεί τουλάχιστον τέσσερις μήνες μετά την προηγούμενη.
Τον Απρίλιο ECDC και ΕΜΑ είχαν συστήσει τη δεύτερη ενισχυτική δόση για άτομα άνω των 80 ετών.
Τα επί του παρόντος εγκεκριμένα εμβόλια εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στη μείωση των νοσηλειών για COVID-19 νοσηλεία, τη σοβαρή νόσηση και τους θανάτους στο πλαίσιο των αναδυόμενων παραλλαγών του SARS-CoV-2.
Ασαφή τα στοιχεία για 2η αναμνηστική στους κάτω των 60 ετών
Όσον αφορά στη δεύτερη ενισχυτική δόση στον ευρύτερο πληθυσμό, ECDC και ΕΜΑ σημειώνουν ότι προς το παρόν, δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία που να υποστηρίζουν τη χορήγηση δεύτερης αναμνηστικής δόσης σε άτομα κάτω των 60 ετών που δεν διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο σοβαρής νόσησης.
Παράλληλα, αναφέρουν ότι δεν υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία που να υποστηρίζουν την πρώιμη δεύτερη ενισχυτική δόση σε εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης ή σε εκείνους που εργάζονται σε οίκους μακροχρόνιας φροντίδας εκτός εάν διατρέχουν υψηλό κίνδυνο.
Ωστόσο, όσοι διαμένουν σε οίκους μακροχρόνιας φροντίδας είναι πιθανό να διατρέχουν κίνδυνο σοβαρής ασθένειας και θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για δεύτερη αναμνηστική σύμφωνα με τις εθνικές συστάσεις.
Το ECDC και ο EMA ζήτησαν από τις αρχές δημόσιας υγείας σε όλη την ΕΕ να προχωρήσουν στο σχεδιασμό για πρόσθετες ενισχυτικές δόσεις κατά την περίοδο του φθινοπώρου και του χειμώνα για άτομα με υψηλότερο κίνδυνο σοβαρής ασθένειας, ενδεχομένως συνδυάζοντας τους εμβολιασμούς για τον COVID-19 με εκείνους για τη γρίπη.
Οι Εθνικές Τεχνικές Συμβουλευτικές Ομάδες Εμβολιασμού (NITAG) θα λάβουν τελικά εθνικές αποφάσεις σχετικά με το ποιοι θα πρέπει να λάβουν δεύτερες ενισχυτικές δόσεις, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση στις χώρες τους.