Θετικά ήταν τα νέα από την ενεργή χρήση της της αιολικής και φωτοβολταϊκής παραγωγής, μιας υπήρξε μείωση στη μέση τιμή της χονδρικής αγοράς ηλεκτρισμού κατά 39,22 ευρώ ανά μεγαβατώρα (MWh), στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2022.
Τι σημαίνει όμως αυτό. Για κάθε αύξηση της ωριαίας διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) κατά ποσοστό 10%, η τιμή στην αγορά μειωνόταν κατά μέσο όρο 13,072 ευρώ ανά MWh.
Επιπλέον, με βάση επεξεργασμένα στοιχεία του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΕΣΗΑΠΕ) και της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) για το διάστημα Οκτώβριος 2021 – Μάρτιος 2022 χάρη στα αιολικά πάρκα επιστράφηκαν στους καταναλωτές 758,5 εκατ. ευρώ.
Κατά το συγκεκριμένο εξάμηνο οι αιολικοί σταθμοί παρήγαγαν έξι εκατ. μεγαβατώρες. Πρόκειται για τη διαφορά μεταξύ του συνολικού ποσού που κατέβαλαν οι προμηθευτές μέσω του χρηματιστηρίου ενέργειας για την αιολική παραγωγή και της σταθερής τιμής με την οποία αμείφθηκαν, μέσω των μακροχρόνιων συμβολαίων που συνάπτουν με τον ΔΑΠΕΕΠ (Διαχειριστής Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εγγυήσεων Προέλευσης) _ κονδύλια που επιστρέφονται στους καταναλωτές μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ).
Τα αιολικά πάρκα παράγουν σήμερα το 20% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται στη χώρα. Σύμφωνα με τους δύο φορείς της αιολικής ενέργειας (ΕΣΗΑΠΕ και ΕΛΕΤΑΕΝ) _ αν και δεν έχουν ακόμα ανακοινωθεί επίσημα στοιχεία – με βάση προκαταρκτικές εκτιμήσεις για την περίοδο μετά την 1η Απριλίου 2022, εκτιμάται ότι το συνολικό όφελος (από τον περασμένο Οκτώβριο έως σήμερα) από τα αιολικά πάρκα έχει ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ.
Λιγότερος λιγνίτης το πρώτο πεντάμηνο του 2022
Σύμφωνα με τα τελευταία μηνιαία στοιχεία του ΑΔΜΗΕ για το διασυνδεμένο δίκτυο (Μάιος 2022), τα οποία επεξεργάστηκε το «Green Tank», στο πρώτο πεντάμηνο του έτους καταγράφηκε και πάλι αύξηση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας και νέο ιστορικό χαμηλό για τον λιγνίτη. Ειδικότερα, η λιγνιτική παραγωγή που καταγράφηκε ήταν κατά 21% χαμηλότερη σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021.
Αντιστοίχως, για το ίδιο διάστημα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτό αέριο αυξήθηκε κατά 7% σε σύγκριση με το πρώτο πεντάμηνο του 2021. Ωστόσο η σχετική αύξηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ήταν μεγαλύτερη κατά 9%. Παράλληλα, οι καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας ήταν αυξημένες κατά 70% σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2021, αλλά μειωμένες κατά 41% σε σχέση με το 2020. Έτσι, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά η ηλεκτρική ενέργεια που παράχθηκε από ΑΠΕ (μαζί με τα μεγάλα υδροηλεκτρικά) στην Ελλάδα, το πρώτο πεντάμηνο του έτους, ήταν περισσότερη από εκείνη που παράχθηκε από ορυκτά καύσιμα (λιγνίτης και ορυκτό αέριο).
Στόχος βιωσιμότητας
Αν η μείωση της χρήσης λιγνίτη για το 2022 συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό με το πρώτο πεντάμηνο του έτους (-21%), τότε υπάρχουν βάσιμες ελπίδες η ΔΕΗ να πετύχει τον στόχο βιωσιμότητας που συνδέεται με τα ομολογιακά δάνεια τα οποία σύναψε το 2021, για μείωση των εκπομπών από όλες τις θερμικές της μονάδες κατά 40% το 2022 σε σχέση με το 2019.
Ειδικότερα, αν ο λιγνίτης το 2022 συνεχίσει να μειώνεται κατά 21% σε σχέση με το 2021 (σ.σ. παρά τις πιέσεις προς τη ΔΕΗ για αύξηση της εξόρυξης λιγνιτών για λόγους ενεργειακής ασφάλειας) και παράλληλα η ηλεκτροπαραγωγή από τις μονάδες ορυκτού αερίου και πετρελαίου παραμείνει στα επίπεδα των αντίστοιχων μέσων όρων της τελευταίας τριετίας (2019-2021), τότε, σύμφωνα με το Green Tank, η ΔΕΗ θα κατορθώσει να πετύχει τον στόχο της βιωσιμότητας, όπως προκύπτει από την ανάλυση των επαληθευμένων ετήσιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που αναρτώνται στο ενωσιακό μητρώο για το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της ΕΕ.
Σημειώνεται ότι το 2020 και το 2021 οι εκπομπές των θερμικών μονάδων της ΔΕΗ ήταν κατά 33% και 32%, αντίστοιχα, χαμηλότερες από αυτές του 2019, «δηλαδή υψηλότερες από αυτές που αντιστοιχούν στη ρήτρα βιωσιμότητας των ομολογιακών δανείων της ΔΕΗ».