Στην αντεπίθεση περνά η Δύση απέναντι στην Ρωσία λόγω του πολέμου και της ενεργειακής κρίσης που αυτός έχει προκαλέσει. Λίγο πριν από την έναρξη της συνόδου κορυφής της G7, οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, ο Καναδάς και η Ιαπωνία ανακοίνωσαν την παύση της αγοράς ρωσικού χρυσού, με την απόφαση να αναμένεται να επισημοποιηθεί μεθαύριο, Τρίτη, και με τους ηγέτες της G7 να είναι ιδιαίτερα αποφασισμένοι να επιφέρουν, με τον τρόπο αυτό, πολλαπλά ρήγματα στη ρωσική οικονομία.
Συγκεκριμένα, οι χώρες αυτές αποφάσισαν να απαγορεύσουν τις εισαγωγές ρωσικού χρυσού, σε ένδειξη διαμαρτυρίας και νέων κυρώσεων στη Ρωσία, όπως ανακοίνωσε η Ντάουνινγκ Στριτ κατά την πρώτη ημέρα της συνόδου κορυφής της G7 (Γαλλία, Ηνωμένες Πολιτείες, Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Ιταλία, Καναδάς και Ιαπωνία), η οποία διεξάγεται για τρεις ημέρες στη νότια Γερμανία, με την απόφαση να αναμένεται να επισημοποιηθεί την προσεχή Τρίτη.
Με τα μέτρα αυτά, πλήττονται άμεσα οι Ρώσοι ολιγάρχες και η πολεμική μηχανή της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αφού, το 2021, η Ρωσία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός χρυσού στον κόσμο πίσω από την Κίνα και μπροστά από την Αυστραλία.
Επιπλέον, η απαγόρευση του χρυσού από τις αγορές του Λονδίνου, ένα ζωτικής σημασίας χρηματοοικονομικό κέντρο για τις εμπορικές συναλλαγές εμπορευμάτων, θα έχει τεράστια αρνητική επίδραση στη δυνατότητα του Πούτιν να αντλεί κεφάλαια. Αυτό θα πλήξει ιδιαίτερα τις ρωσικές ελίτ που μπορεί να αγόραζαν χρυσό, προκειμένου να παρακάμψουν τις κυρώσεις που έχει επιβάλει ο δυτικό κόσμος.
Ακόμη, μεταξύ των χωρών του δυτικού κόσμου το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επιβάλει από τις πιο σκληρές δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας από τότε που ξεκίνησε την εισβολή στην Ουκρανία πριν από τέσσερις μήνες, με στόχο τον χρηματοπιστωτικό τομέα, το πετρέλαιο, δεκάδες «κομμουνιστές» ολιγάρχες
Ωστόσο, αυτά τα μέτρα αφορούν τον χρυσό που εξορύχθηκε πρόσφατα στη Ρωσία και όχι τον χρυσό που αποκτήθηκε με σύμβαση πριν από την εφαρμογή αυτού του εμπάργκο και πρόκειται για απαγόρευση που θα μπορούσε να ανεβάσει τις τιμές του κίτρινου μετάλλου, που θεωρείται «ασφαλές καταφύγιο», καθώς ο πληθωρισμός φτάνει σε ιδιαίτερα ανοδικά επίπεδα, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη.