«Θέλημα Θεού» αποκάλεσε ο Ντόναλντ Τραμπ την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών, με την οποία η χώρα γυρίζει πολιτισμικά πίσω κατά 49 χρόνια. Ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ έκανε μια καθ’ όλα αναμενόμενη δήλωση, στην οποία δεν δίδεται – εκτιμάμε – η ορθή απάντηση, με συνέπεια το γενικότερο πρόβλημα να εξακολουθεί.
Πιο πριν από την προεδρική θητεία Τραμπ (2017 – 2021), που φέρεται να κάνει σχεδιασμούς ακόμη και για την επόμενη προεδρική αναμέτρηση, υπήρξε ο επίσης συντηρητικός Τζορτζ Μπους ο Νεότερος, που άσκησε προεδρικά καθήκοντα στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 2001 έως το 2009. Δηλαδή, στα 12 από τα 22 έως τώρα χρόνια του 21ου αιώνα στο τιμόνι των ΗΠΑ βρίσκεται το Κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, με την ψήφο των Αμερικανών πολιτών.
Κάτι συμβαίνει εδώ λοιπόν, δεν είναι η πλειοψηφία των Αμερικανών «φασίστες», όπως αποκαλούνται απερίσκεπτα, συλλήβδην και πολιτικώς καταστροφικά στα χρόνια της διαδικτυακής λογόρροιας. Πρόκειται για υπερσυντηρητικούς λαϊκιστές, που κινούνται στον σκληρό πυρήνα της πολιτισμικής δεξιάς.
Ο λαϊκισμός αυτός, μια πολιτικά ανορθολογική έκφραση του οποίου έφθασε να βαπτίσει μια δικαστική απόφαση σαν «θέλημα Θεού», ερείδεται σε ένα διπλό και σιαμαίο λαϊκισμό, που είναι οικονομικός/υλικός και, πρωτίστως, πολιτισμικός.
Ως προς το υλικό σκέλος του, οι οπαδοί του Μπους παλαιότερα και τώρα του Τραμπ καταγγέλλουν την ύπαρξη πανίσχυρων οικονομικών ελίτ, που αντιμάχονται τα οικονομικά συμφέροντα των υλικά καταπιεσμένων μαζών. Διατυπώνουν ένα θυμό κι εκφράζουν μια οργή από τη βάση της κοινωνικής ιεραρχίας προς τις κορυφές της, «από τα κάτω προς τα πάνω». Η εδραίωση αυτών των οικονομικών ελίτ εδράζεται πρωταρχικά στην δόλια χρήση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, των επικοινωνιολόγων και των εταιρειών δημοσκοπήσεων. Η αντίληψή τους δεν είναι αντικαπιταλιστική, καίτοι υιοθετούν την έννοια της κοινωνικής τάξης ως κατεξοχήν εργαλείου κοινωνικοοικονομικής ανάλυσης.
Όταν έρχονται όμως στην εξουσία και αναλαμβάνουν πολιτικές ευθύνες, διαπιστώνουν, αργά ή γρήγορα, ότι αυτοί οι εύκολοι μανιχαïσμοί γνωρίζουν τα αδιέξοδα με τα οποία έρχονται οι μαρξιστές: η ανθρώπινη φύση δεν είναι τέλεια, δεν είναι όλοι οι επιχειρηματίες αργυρώνητοι και οκνηροί, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι των λαϊκών μαζών απαλλαγμένοι ηθικών υποψιών και το κυριότερο: στις δυτικές κοινωνίες και οικονομίες, υφίσταται η δυνατότητα της κοινωνικής κινητικότητας, η οποία μπορεί να λάβει και θετικό πρόσημο ανάλογα με τον βαθμό ευελιξίας, εργατικότητας, παρατηρητικότητας, καλλιέργειας του καθενός μας.
Εκεί όμως όπου πραγματικά διαπρέπει ο λαϊκισμός τύπου Τραμπ και αποδεικνύεται πολύ πιο ανθεκτικός από τον αντίστοιχο της αριστεράς, είναι στο πολιτισμικό πεδίο. Ο περιούσιος λαός έχει σαφή εθνοτικά χαρακτηριστικά, περιορισμένο εύρος και προπορεύεται πολιτισμικά. Οι λευκοί Αμερικανοί είναι πολιτισμικά ανώτεροι των έγχρωμων, με συνεπακόλουθο συμπέρασμα να δικαιολογείται η τάση τους για εθνικό απομονωτισμό, για πλανητική υπεροχή, για θρησκευτικό πλεονέκτημα.
Αυτό ακριβώς το τελευταίο είναι που άγει τον Τραμπ να εκλάβει μια δικαστική απόφαση σαν «θέλημα Θεού». Το πολιτικό χρυσορυχείο φαντάζει ανεξάντλητο, αφού οι Αμερικανοί δοξολογούνται ως πολιτισμικά ανώτεροι, ως άνθρωποι προικισμένοι με τόσο ισχυρά πολιτισμικά φορτία που τους τοποθετούν αυτοδικαίως στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας.
Η απάντηση, που δίδεται από χαρακτηριστικά προχειρολογούντες, είναι ότι πρόκειται για «φασίστες» και άλλα ανιστόρητα παρεμφερή, που, σε τελικό βαθμό, ρίχνουν νερό στο μύλο του λαϊκισμού του Τραμπ. Δεν είναι και λίγα όσα απλόχερα και αλόγιστα του χαρίζουμε: την πατρίδα (“εθνικιστής”), τη θρησκεία (“θρησκόληπτος”), την οικογένεια (“passé θεσμός”), ενίοτε και τη γλώσσα (“επαγγελματίας γλωσσαμύντορας”).
Ο Τραμπ, εκφραστής ενός ακραίου συντηρητισμού, που περνάει πλέον στην ενδοχώρα του αντιδιαφωτιστικού σκοταδισμού, χαμογελά, εισπράττει τα πολιτικά και εκλογικά οφέλη, ενίοτε πυροβολεί και σβήνει, με μια μόνο φράση, δεκαετίες γυναικείων αγώνων και γυναικείων, γνήσια απελευθερωτικών, κινημάτων.
Αποτέλεσμα: πίσω στα βασικά πάλι, για τα στοιχειώδη δικαιώματα του «άλλου μισού του ουρανού», λοιπόν.