Πολιτική

Ο διχασμός της ΕΕ για τα Δ. Βαλκάνια και ο Κ. Μητσοτάκης

Η Ευρώπη εμφανίστηκε διχασμένη και ο Έλληνας Πρωθυπουργός ήταν μεταξύ εκείνων των πολιτικών ηγετών που υπεραμύνθηκαν της διεύρυνσης, έτσι ώστε το τοπίο να φαίνεται ακόμη πιο περίπλοκο για τον Ευρωπαίο πολίτη.

Η σημερινή συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες δεν ασχολήθηκε με τη χορήγηση στην Ουκρανία και την Μολδαβία του καθεστώτος υποψηφίων προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) χωρών, αλλά και με το πρόβλημα της διεύρυνσης προς τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Η Ευρώπη εμφανίστηκε διχασμένη και ο Έλληνας Πρωθυπουργός ήταν μεταξύ εκείνων των πολιτικών ηγετών που υπεραμύνθηκαν της διεύρυνσης, έτσι ώστε το τοπίο να φαίνεται ακόμη πιο περίπλοκο για τον Ευρωπαίο πολίτη.

Η ποικιλομορφία αυτού του γεωγραφικού μωσαϊκού αποτυπώνεται στην ίδια τη σύνθεσή του. Σερβία, Μαυροβούνιο, Βόρεια Μακεδονία, Βοσνία – Ερζεγοβίνη, Αλβανία και Κόσοβο, αν και αυτό το τελευταίο κάθε άλλο παρά είναι πλήρως αναγνωρισμένο διεθνώς, είναι οι χώρες που θεωρούνται ως συγκροτησιακές των Δυτικών Βαλκανίων. Η ίδια η σύνθεση είναι χαρακτηριστική της πανσπερμίας εθνών, λαών και πολιτισμών που καλούνται να συνυπάρξουν ειρηνικά.

Ο Έλληνας Πρωθυπουργός έχει δίκιο να υπενθυμίζει, από την πλευρά του, ότι αυτή η περιοχή είναι κρίσιμης σημασίας για την Ευρώπη συνολικά, διότι πρόκειται για μια περιοχή γεωγραφικά ασταθή, πολιτικά ρευστή και χαρακτηρισμένη από ασαφή διεθνή προσανατολισμό, γεγονός που άγει αρκετές κοντινές χώρες να βλέπουν στην περιοχή αυτή δυνητικούς συμμάχους, όπως είναι η περίπτωση της Τουρκίας, αλλά και πεδίο διεύρυνσης της διεθνούς επιρροής τους, όπως είναι η περίπτωση της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Επιπλέον, τα αντικειμενικά δεδομένα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο, αν ληφθεί σοβαρά υπ’ όψη ότι η Βοσνία – Ερζεγοβίνη απειλείται ακόμη και με κατάρρευση, η Βόρεια Μακεδονία εξαρτάται από βουλγαρικές πολιτικές εξελίξεις και εκκρεμεί η κύρωση της Συνθήκης των Πρεσπών από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, ενώ η Σερβία διστάζει να ταχθεί ανοιχτά υπέρ της Ουκρανίας λόγω των ισχυρών ιστορικών δεσμών με την Ρωσία.

Μπροστά σε αυτή την σύνθετη κατάσταση δεν εισακούστηκε η πρόταση μακρονικής έμπνευσης, που αποτυπώθηκε και στην υπόδειγμα της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας, προς την οποία διάκειται ευμενώς και ο Κ. Μητσοτάκης και η οποία, στη περίπτωση των Δυτικών Βαλκανίων, θα επέτρεπε την σύνδεση με την ΕΕ σε χώρες που δεν είναι ακόμη έτοιμες να ενταχθούν σε αυτήν.

Φαίνεται να απορρίπτεται, κατά το μάλλον ή ήττον, η φιλελεύθερη προσέγγιση του Μακρόν και να επικρατεί διχασμός απέναντι στα Δ. Βαλκάνια, οι χώρες των οποίων συνέχισαν να επιδίδονται σε αλληλοκατηγορίες. Η Σερβία διαμαρτυρήθηκε για την στασιμότητα των τελευταίων ετών, η Βόρεια Μακεδονία στράφηκε εναντίον της Βουλγαρίας, ακολουθώντας το παράδειγμα της Αλβανίας.

Κι όμως, αν οι πολιτικές ηγεσίες των κρατών – μελών της ΕΕ αντιληφθούν ότι χρειάζεται μια περισσότερο σφαιρική αντίληψη των ευρωπαϊκών εξελίξεων, θα κατανοήσουν ότι το καθεστώς υποψηφιότητας της εμπόλεμης Ουκρανίας θα εκπέμψει το μήνυμα ότι η ΕΕ είναι πρωταρχικά μια κοινότητα με κοινό πεπρωμένο και, συνεπώς, όσες χώρες αισθάνονται ότι ταυτίζονται μαζί της, έχουν τη θέση τους σε αυτήν. Πίσω όμως από ένα τέτοιο πολιτικό μήνυμα, η ΕΕ θα πρέπει να βρει νέα θεσμικά πλαίσια και ισορροπίες, όπως αυτές που τόλμησε να προτείνει ο Γάλλος Πρόεδρος Μακρόν και επικρότησε ο Κ. Μητσοτάκης.