Η πατρότητα του αποφθέγματος ανήκει στον στρατηγό Ντε Γκωλ, τον θεμελιωτή της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας και Πρόεδρός της ιστορικής ευρωπαϊκής χώρας από το 1959 έως το 1969. Τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών υπενθυμίζουν την ιδιαίτερη επικαιρότητα του γνωμικού.
Οι βουλευτικές εκλογές δεν ανέτρεψαν τις προεδρικές εκλογές. Και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις πρώτη δύναμη αναδείχθηκε ο συνασπισμός Ensemble! για την προεδρική πλειοψηφία κέρδισε τις εκλογές. Ωστόσο, η μη επίτευξη του στόχου της απόλυτης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας δημιουργεί ζητήματα κυβερνησιμότητας. Για πρώτη φορά, ένας επανεκλεγείς Πρόεδρος, έχοντας πριν από την επανεκλογή του απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, αντιμετωπίζει νέες βουλευτικές εκλογές. Πρόκειται, λοιπόν, για μια αντινομική πολιτική συγκυρία, αφού, πρακτικά «μιλώντας», ο κεντρώος Μακρόν καλείται να τηλεφωνήσει στον Μελανσόν για να συζητήσει μαζί του όλα τα ενδεχόμενα.
Ο επικεφαλής του νεοπαγούς σχηματισμού της ριζοσπαστικής αριστεράς της NUPES, Ζαν – Λυκ Μελανσόν, έσπευσε κιόλας να δηλώσει ότι προτίθεται να καταθέσει πρόταση μομφής κατά του Μακρόν, μια μέρα μετά το πέρας των βουλευτικών εκλογών, στις οποίες κατέλαβε την δεύτερη θέση (!).
Άρα, λοιπόν, ο Πρόεδρος Μακρόν δεν ηττήθηκε σε απόλυτους αριθμούς ούτε από την ριζοσπαστική αριστερά, ούτε από την πολιτισμική δεξιά της Λε Πεν. Δεν πρόκειται, συνεπώς, για ήττα του Μακρόν, αλλά για ένα εκλογικό αποτέλεσμα που δεν του επιτρέπει να πανηγυρίσει ως νικητής.
Το μετεκλογικό τοπίο γέμει, λοιπόν, αντιφάσεων και παραδοξοτήτων, από τις οποίες πρέπει άμεσα να απαλλαγεί, προκειμένου να συνεχίσει η ομαλή διακυβέρνηση της χώρας.
Έως τώρα, λοιπόν, η στρατηγική της μαζικής κοινωνικής και πολιτικής αντιπολίτευσης και των πύρινων αντιμακρονικών πολιτικών λόγων του Μελανσόν λειτούργησε: η αριστερά, συμπεριλαμβανομένης της πιο ακραίας εκδοχής της, θα είναι πράγματι ο νούμερο ένα αντίπαλος του φιλελεύθερου κεντρώου Μακρόν και συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες να αποτρέψει τον αρχηγό του κράτους από το να αποκτήσει στην Εθνοσυνέλευση την απόλυτη πλειοψηφία που θα χρειαστεί για να ασκήσει την πολιτική του για πέντε χρόνια.
Υπάρχουν, ωστόσο, δύο κρίσιμοι πολιτικοί παράγοντες, τους οποίους θα προσπαθήσει να διερευνήσει ο Πρόεδρος Μακρόν.
Ο πρώτος από αυτούς είναι το γκωλικό κόμμα των Ρεπουμπλικάνων και ο δεύτερος είναι η ίδια η σύνθεση του συνονθυλεύματος που βρίσκεται στα έδρανα της αντιπολίτευσης.
Στην πρώτη περίπτωση, ο κεντρώος Πρόεδρος απευθύνεται στους συνεχιστές της γκωλικής δεξιάς. Οι φιλελεύθερες ιδεολογικές αναφορές του Γάλλου Προέδρου συμπίπτουν εν πολλοίς με τον οικονομικό φιλελευθερισμό που πρεσβεύουν οι γκωλικοί, με την προσήλωση στην εύρυθμη λειτουργία της συνταγματικής αρχιτεκτονικής που ο ίδιος ο Ντε Γκωλ εγκαινίασε, ο δυτικισμός, η κοινή απορριπτική στάση απέναντι στα σοσιαλιστικά ιδεώδη και στον κατ’ ουσίαν δικτατορικό και νεοιμπεριαλιστικό καθεστώς του Πούτιν στην Ρωσία.
Η δεύτερη εναλλακτική θα πρέπει να αναζητηθεί εντός της NUPES. Η Νέα Λαϊκή, Οικολογική και Κοινωνική Αριστερά, όπως είναι η πλήρης ονομασία της, δεν είναι ο καρπός μακρών και διεξοδικών συζητήσεων και ανταλλαγών απόψεων. Συγκροτήθηκε ελάχιστες εβδομάδες πριν από τις εκλογές και – κυρίως – στεγάζει ετερόκλητες, πολιτικά και ιδεολογικά, κομματικές δυνάμεις. Ο Μακρόν διαθέτει την πολιτική παιδεία να μην προσβλέπει στην συνεργασία με το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, με την Ανυπότακτη Γαλλία ή με την Ρεουνιόν.
Προερχόμενος ο ίδιος από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, γνωρίζει καλά ότι μπορεί να ελπίζει σε συμπόρευση με τους μετριοπαθείς σοσιαλδημοκρατικές και οικολογικές φωνές αυτού του ευρύτατου σχηματισμού, χωρίς να ριψοκινδυνεύει να χαρακτηριστεί ως «διασπαστής», αλλά ως ο Πρόεδρος που αγωνίζεται επίμονα για την πολιτική σταθερότητα της Γαλλίας, ενός μεγάλου Έθνους που δεν αυτοκτονεί.