Είναι κοινός τόπος για τους γνωρίζοντες ότι η σημερινή Κυβέρνηση παρέλαβε τη ΛΑΡΚΟ από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σε μια δραματική κατάσταση, με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα, με αρνητική καθαρή θέση 400 εκατ. ευρώ, με ληξιπρόθεσμες οφειλές 500 εκατ. ευρώ, με πλήρως απαρχαιωμένο εξοπλισμό και με καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για μη συμμόρφωση με τις αποφάσεις περί παράνομων κρατικών ενισχύσεων προς τη ΛΑΡΚΟ, ύψους 136 εκατ. ευρώ, πλέον τόκων (170 εκατ. ευρώ σήμερα). Η Κυβέρνηση, λόγω των σοβαρών οικονομικών της προβλημάτων της εταιρείας, του υψηλού κόστους παραγωγής και των συνεχών ζημιογόνων αποτελεσμάτων της, έλαβε ορισμένες καίριες αποφάσεις.
Έθεσε τη ΛΑΡΚΟ σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης το Μάρτιο του 2020. Η λύση αυτή ήταν η μόνη που θα μπορούσε να κρατήσει την εταιρεία ανοιχτή χωρίς να βρεθούν οι εργαζόμενοι στο δρόμο, αφού η άτακτη χρεοκοπία ήταν προ των πυλών.
Από το Νοέμβριο του 2020 ξεκίνησε η προσπάθεια εξεύρεσης επενδυτή με την προκήρυξη σχετικών διαγωνισμών, ενώ, τις επόμενες ημέρες, υποβάλλονται στους υποψήφιους επενδυτές τα τελικά σχέδια συμβάσεων για τους δύο ανεξάρτητους παράλληλους διεθνείς ανοικτούς διαγωνισμούς που διενεργούνται από το ΤΑΙΠΕΔ για τα περιουσιακά στοιχεία του Ελληνικού Δημοσίου και την Ειδική Διαχείριση της ΛΑΡΚΟ, προκειμένου να υποβάλλουν τις δεσμευτικές προσφορές τους εντός διαστήματος 30 ημερών.
Ταυτόχρονα, η Κυβέρνηση νομοθετεί τις βέλτιστες λύσεις για το σύνολο των εργαζομένων με δεδομένο ότι, στο πλαίσιο της υποχρέωσης για συμμόρφωση της ελληνικής πολιτείας με την νομοθεσία της Ε.Ε. και της σχετικής καταδικαστικής απόφασης, δεν μεταφέρονται συμβάσεις εργαζομένων της υπό ειδική διαχείριση εταιρείας ΛΑΡΚΟ στον υποψήφιο επενδυτή.
Με αυτά τα δεδομένα, προβλέπονται η άμεση και εφάπαξ καταβολή των νομίμων αποζημιώσεων σε όλους τους εργαζόμενους, η δημιουργία ασφαλούς «εργασιακής γέφυρας» με τη θέσπιση δυνατότητας σύναψης συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου μηνιαίας ή διμηνιαίας διάρκειας, μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβίβασης των περιουσιακών στοιχείων από την ειδική διαχείριση σε καθεστώς λειτουργίας – συντήρησης της εταιρείας, καθώς και ο ορισμός μέτρων κοινωνικής και εργασιακής προστασίας, με ενεργοποίηση ειδικών προγραμμάτων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, το Υπουργείο Εργασίας υποχρεούται να καταρτίσει ειδικά προγράμματα απασχόλησης, για τους εργαζόμενους που δεν θα επαναπροσληφθούν στην εταιρεία.
Πρόκειται, συγκεκριμένα, για προγράμματα απασχόλησης σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης για τους εργαζόμενους άνω των 55 ετών, έως τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για τη λήψη πλήρους σύνταξης γήρατος, και για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα 7 έτη, καθώς και για προγράμματα απασχόλησης για τους εργαζόμενους κάτω των 55 ετών, ιδίως των ευάλωτων, που πιθανόν δεν θα επιλεγούν ως προσωπικό της εταιρείας, που θα αναλάβει τη συνέχιση της δραστηριότητας εξόρυξης και παραγωγής νικελίου.