Η εμπρηστική επίθεση του αναθεωρητή Ταγίπ Ερντογάν κατά του, ιδιαίτερα ψύχραιμου, Κυριάκου Μητσοτάκη αλλά και οι προκλητικές δηλώσεις του για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό, φέρνοντας στο προσκήνιο εικόνες από την Μικρασιατική Καταστροφή και την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, αποτελούν δείγμα της κλιμάκωσης της έντασης μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Η αυτοπαρουσιαζόμενη στα διεθνή fora ορθολογική Τουρκία, παρουσιάζεται ως μία βαθιά αδικημένη χώρα, που τόσο καιρό ανέχεται την καταχρηστική και προκλητική συμπεριφορά της γείτονός της. Πρόσφατα έθεσε και ζήτημα διαφοράς ναυτικών μιλίων μεταξύ των δύο χωρών, τα οποία είναι «δικαιωματικά» δικά της, σε ευθεία αντίθεση προς τα γεγονότα και το διεθνές δίκαιο.
Δεν είναι, εντούτοις, αναληθές ότι, το 1931, η Ελλάδα κατοχύρωσε εναέριο χώρο εύρους δέκα ναυτικών μιλίων, ενώ τα χωρικά της ύδατα έφταναν μόλις τα τρία ναυτικών μιλίων. Δεν υπήρξε καμία αντίδραση από την πλευρά της Τουρκίας στην απόφαση αυτή, παρά το γεγονός ότι ο τότε ηγέτης της, Κεμάλ Ατατούρκ, δεν διατηρούσε τις καλύτερες των σχέσεων με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1936, τα τρία ναυτικά μίλια έγιναν έξι και πάλι καμία αντίδραση δεν υπήρξε εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία το 1963 έκανε το ίδιο ακριβώς βήμα της επέκτασης των έξι ναυτικών μιλίων, που ισχύει μέχρι σήμερα, με τη διαφορά ότι στη Μαύρη Θάλασσα η αιγιαλίτιδα ζώνη της έχει το προβλεπόμενο από την Σύμβαση Δικαίου Θαλάσσης του 1982, δηλαδή τα δώδεκα ναυτικά μίλια.
Κατά συνέπεια, ως προς το επιχείρημα περί διαφοράς μιλίων, αυτό στερείται λογικής αλλά και νομικής βάσης, αφού ο εξ Ανατολών γείτονας δεν εξέφρασε καμία διαφωνία μέχρι την εισβολή στα κυπριακά εδάφη το 1974, ενώ, από την άλλη, απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα στην περίπτωση κατά την οποία αυτή ασκήσει το αναφαίρετο δικαίωμα των δώδεκα μιλίων, το οποίο η ίδια έχει ήδη εφαρμόσει σε άλλη θάλασσα.