Δεν είναι λίγοι οι διεθνολόγοι, ιδιαίτερα, στη δική μας εδαφική επικράτεια, που αποστρέφονται τον φιλελευθερισμό στις διεθνείς σχέσεις και εμπνέονται ολοκληρωτικά από το θεωρητικό υπόδειγμα του ρεαλισμού. Με βάση αυτό, στην απόλυτη εκδοχή του, πρέπει να προσεγγίζουμε και να αναλύουμε τα πράγματα, τις εξελίξεις και τις συγκρούσεις όπως ακριβώς είναι, απογυμνωμένα από δικαιικές αναφορές και αξιολογικές δεσμεύσεις. Έστω, λοιπόν, ότι προσχωρούμε πλήρως στον καθαρό, τον αμιγή ρεαλισμό, τον οποίο συνιστούν πολιτικοί επιστήμονες – διεθνολόγοι στην περίπτωση του τρέχοντος πολέμου.
Παραδεχόμαστε λοιπόν ότι στα θέματα διεθνούς πολιτικής και ειδικά σε θέματα όπως ένας πόλεμος πρέπει κανείς να είναι πραγματιστής. Ο πόλεμος αυτός έχει περιέλθει σε μια σχετική στασιμότητα, οι Ρώσοι παρά το ότι μάζεψαν ό,τι σχετικά αξιόμαχο τούς είχε απομείνει σε ένα μέτωπο μερικών δεκάδων χιλιομέτρων, δεν καταφέρνουν ούτε εκεί να έχουν παρά μικρά και προσωρινά κέρδη και αυτά με τεράστιο κόστος, ενώ οι Ουκρανοί απελευθερώνουν περιοχές με αντεπιθέσεις αλλά δεν προχωρούν γρήγορα, καθώς οι Ρώσοι έχουν οχυρωθεί στις περιοχές που κατέκτησαν τις πρώτες ημέρες.
Ο πραγματισμός λοιπόν, αλλά και τα ψυχρά δεδομένα, πληροφορούν ότι πολύ σύντομα οι Ρώσοι δεν θα αντέχουν πια το τεράστιο κόστος (σε εξοπλισμό, χρήμα, ανθρώπινες ζωές, ηθικό του στρατού τους και της κοινωνίας, ακόμα και σε εκπαιδευμένους αξιωματικούς) και τα σημάδια για αυτό υπάρχουν εδώ και καιρό και εντείνονται. Σε σημείο που σοβαροί ειδικοί ομιλούν ακόμη και για πιθανότητα απότομης κατάρρευσης. Έτσι, πραγματιστικά μιλώντας πάντα, το συμφέρον της Ουκρανίας, αλλά και του ελεύθερου κόσμου είναι αυτός ο πόλεμος φθοράς να συνεχίζει και το κόστος για την Ρωσία να αυξάνει συνέχεια, όσο τουλάχιστον μπορεί και θέλει να το αντέξει η Ουκρανία με την συμπαράσταση της Δύσης.
Όχι μόνο γιατί ο χρόνος μετράει υπέρ της και θα την φέρνει σε όλο και καλύτερη διαπραγματευτική θέση όταν αποφασίσει να διαπραγματευτεί, και ούτε μόνο γιατί η συνέχιση του πολέμου θα εμποδίζει την Ρωσία να προσαρτήσει διοικητικά τις περιοχές που κατέλαβε, στοιχείο στο οποίο συνεισφέρει και η παρτιζάνικη αντίσταση που έχει ήδη αρχίσει να οργανώνεται, σε σημείο που διορισμένοι από τους Ρώσους συνεργάτες και δωσίλογοι παραιτούνται από τον φόβο. Και ούτε μόνο γιατί σύντομα η Ουκρανία θα μπορεί να αντιπαρατάξει έναν καλά εκπαιδευμένο και εξοπλισμένο στρατό εκατοντάδων χιλιάδων. Αλλά γιατί μόνον έτσι, με την λήξη του πολέμου και η Ουκρανία και ο δυτικός κόσμος θα είναι ασφαλείς από έναν περιφερειακό τραμπούκο που θα έχει πληρώσει πάρα πολύ ακριβά το κόστος των επιλογών του, δηλαδή θα μείνει με τον στρατό του διαλυμένο και θα πληρώνει για χρόνια. Μια ειρήνη που θα αφήσει την Ρωσία χωρίς σημαντικό κόστος, απλά θα αναβάλει για λίγο την επόμενη εισβολή, στην Ουκρανία ή αλλού.
Έπεται ότι ο πραγματισμός που ορισμένοι επικαλούνται, ψυχρά υπαγορεύει μεγαλύτερη στήριξη και περισσότερη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία, όχι για να πιεστεί να προσέλθει σε μια πρόωρη ειρηνευτική διαδικασία για να μην ταπεινωθεί ο Πούτιν, όπως υποστηρίζει ο Πρόεδρος της Γαλλίας, που είχε την διορατικότητα πριν λίγα χρόνια να υποστηρίξει ότι το ΝΑΤΟ ήταν εγκεφαλικά νεκρό και ότι η Ευρώπη μπορεί να αναλάβει μόνη της την ασφάλεια της.
Ας φανταστούμε τώρα τις βαλτικές χώρες να περίμεναν την ασφάλειά τους από την Γαλλία. Να συνεχίσουμε και με άλλο πραγματισμό ή κάπου εδώ διακρίνονται τα ίχνη της παραβίασης της λογικής;