Κόσμος

Ανάλυση Stratfor: Πώς το εμπάργκο στη Ρωσία φέρνει την ΕΕ στα όριά της

Οι καθυστερήσεις και οι συμβιβασμοί που σημειώθηκαν εντός των κόλπων της ΕΕ ώστε να αποφασισθεί το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο δείχνουν ότι εξαντλούνται τα περιθώρια για νέες κυρώσεις από πλευράς Δύσης

Το ευρωπαϊκό μπλοκ, μετά και την απόφαση απαγόρευσης – υπό προϋποθέσεις – των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου δείχνει να φτάνει στα όριά του, αναφορικά με την πίεση που μπορεί να ασκήσει στη Μόσχα εν μέσω του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία, καθώς το εμπάργκο κινδυνεύει να εμποδίσει την οικονομική ανάπτυξη στις χώρες της Ε.Ε. για τους επόμενους μήνες.

Στις 30 Μαΐου, οι ηγέτες της Ε.Ε. ενέκριναν μια έκτη δέσμη κυρώσεων κατά της Ρωσίας, η οποία περιλαμβάνει την απαγόρευση του μεγαλύτερου μέρους του ρωσικού πετρελαίου που φτάνει στο μπλοκ. Οι κυρώσεις καλύπτουν το αργό πετρέλαιο και τα προϊόντα πετρελαίου που εισέρχονται στην Ε.Ε. μέσω θαλάσσης, αλλά εξαιρούν το αργό πετρέλαιο που παραδίδεται μέσω αγωγών. Ενώ οι Βρυξέλλες θα ανακοινώσουν τις λεπτομέρειες των κυρώσεων τις επόμενες ημέρες, αξιωματούχοι δήλωσαν ότι η απαγόρευση του πετρελαίου θα καλύψει περίπου το 70% των ρωσικών εισαγωγών πετρελαίου άμεσα και περίπου το 90% μέχρι το τέλος του έτους. Οι κυρώσεις απαγορεύουν, επίσης, στις εταιρίες της Ε.Ε. να παρέχουν ασφαλιστικές υπηρεσίες σε ρωσικά δεξαμενόπλοια, γεγονός που έχει ως στόχο την υπονόμευση των εξαγωγών ρωσικού πετρελαίου σε χώρες εκτός Ε.Ε., καθώς οι ευρωπαϊκές εταιρίες είναι οι βασικοί παράγοντες στην ασφάλιση δεξαμενόπλοιων. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αποφάσισαν, επίσης, να αποβάλουν τη Sberbank, τη μεγαλύτερη τράπεζα της Ρωσίας, από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT που εδρεύει στις Βρυξέλλες, βάζοντας στη μαύρη λίστα επιπλέον Ρώσους που εμπλέκονται σε φερόμενα εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία.

“Δύσκολο” νεό πακέτο κυρώσεων

Η παρατεταμένη συζήτηση για το εμπάργκο πετρελαίου υποδηλώνει ότι η Ε.Ε. θα δυσκολευτεί να επιβάλει πρόσθετες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, καθώς ο οικονομικός αντίκτυπος στα κράτη-μέλη αυξάνεται. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε αρχικά την απαγόρευση του πετρελαίου στις 4 Μαΐου, αλλά η Ουγγαρία εξέφρασε αντιρρήσεις λόγω της σχεδόν πλήρους εξάρτησης της χώρας από το ρωσικό πετρέλαιο. Η ανακοίνωση της 30ής Μαΐου αποτελεί πολιτική νίκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, επειδή επέτρεψε στο μπλοκ να στείλει ένα μήνυμα ενότητας, αλλά είναι επίσης μια πολιτική και οικονομική νίκη για την Ουγγαρία, επειδή η Βουδαπέστη έλαβε μια προσωρινή εξαίρεση από την απαγόρευση (θεωρητικά, η εξαίρεση θα λήξει μόλις η Κροατία αναπτύξει την απαραίτητη υποδομή για την προμήθεια πετρελαίου στην Ουγγαρία, αλλά δεν ανακοινώθηκε επίσημο χρονοδιάγραμμα). Σε Σλοβακία, Βουλγαρία και Τσεχία δόθηκε, επίσης, περισσότερος χρόνος από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε. για την εφαρμογή της απαγόρευσης, λόγω της μεγάλης εξάρτησής τους από το ρωσικό πετρέλαιο και της περιορισμένης υποδομής τους για εισαγωγή πετρελαίου από άλλες πηγές. Αυτό υποδηλώνει ότι, εκτός από μια σημαντική κλιμάκωση στην Ουκρανία (όπως η χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων), οι κυρώσεις της Ε.Ε. για το ρωσικό φυσικό αέριο θα παραμείνουν αόριστες, λόγω του σημαντικού οικονομικού αντίκτυπου που θα είχαν τα μέτρα αυτά στις περισσότερες χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης. Ακόμη και αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει, τελικά, την απαγόρευση του ρωσικού φυσικού αερίου, η Ουγγαρία έχει δημιουργήσει ένα προηγούμενο για τις χώρες να ζητήσουν εξαιρέσεις, οι οποίες θα περιόριζαν το πεδίο εφαρμογής του εμπάργκο.

Ενώ ορισμένα κράτη-μέλη της Ε.Ε., όπως η Λιθουανία, έχουν ανακοινώσει την πλήρη ανεξαρτητοποίησή τους από το ρωσικό φυσικό αέριο, άλλα -όπως η Γερμανία και η Ιταλία- εξακολουθούν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από αυτό. Επίσης, η απόφαση της Ρωσίας να διακόψει την προμήθεια φυσικού αερίου σε κράτη-μέλη της Ε.Ε. και σε ιδιωτικές εταιρίες που αρνούνται να υιοθετήσουν το σύστημα του Κρεμλίνου για την πραγματοποίηση πληρωμών σε ρούβλια οδηγεί ήδη σε διχασμό των χωρών της Ε.Ε. Επιπρόσθετα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν δηλώσει ότι, εάν η Ουγγαρία ή οποιοδήποτε άλλο κράτος-μέλος δεν εφαρμόσει το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα επιδιώξει να επιβάλει αυξήσεις δασμών στο ρωσικό πετρέλαιο, γεγονός που θα το καταστήσει λιγότερο ανταγωνιστικό και θα μειώσει τις εξαγωγές στην Ευρώπη.

Οι κυρώσεις φέρνουν “ακρίβεια”

Λόγω των πετρελαϊκων κυρώσεων, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν υψηλότερες τιμές ενέργειας, οι οποίες θα αυξήσουν περαιτέρω το συνολικό κόστος ζωής στην Ευρώπη, θα αναγκάσουν τις κυβερνήσεις να διατηρήσουν υψηλές δημοσιονομικές δαπάνες και θα αυξήσουν τον κίνδυνο κοινωνικών αναταραχών. Ενώ οι τιμές της ενέργειας αυξάνονται από τα τέλη του 2021, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου έχει προκαλέσει μεγαλύτερη αβεβαιότητα στις παγκόσμιες αγορές ενέργειας και τροφίμων δημιουργώντας περισσότερες διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού. Το νέο εμπάργκο της Ε.Ε. θα μπορούσε να αυξήσει περαιτέρω τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου, τουλάχιστον προσωρινά, πράγμα που σημαίνει ότι ακόμη και αν οι ευρωπαϊκές χώρες βρουν εναλλακτικούς προμηθευτές, το ενεργειακό κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις της Ε.Ε. θα παραμείνει υψηλό.

Οι πληθυσμοί στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης θα συνεχίσουν, με τη σειρά τους, να βλέπουν το συνολικό κόστος ζωής τους να αυξάνεται. Μάλιστα, μία ημέρα μετά την ανακοίνωση της απαγόρευσης του πετρελαίου, η Eurostat ανακοίνωσε ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη έφθασε το ρεκόρ του 8,1% τον Μάιο, από 7,4% τον Απρίλιο, γεγονός που, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, οφείλεται, κυρίως, στην άνοδο των τιμών της ενέργειας, ακολουθούμενη από την αύξηση των τιμών των τροφίμων. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν υιοθετήσει πολλαπλά μέτρα για να μετριάσουν τις επιπτώσεις των υψηλών τιμών της ενέργειας και των τροφίμων στα νοικοκυριά, αλλά τα μέτρα αυτά είχαν ως κόστος τις υψηλότερες δημοσιονομικές δαπάνες. Στην πιθανή περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αυξήσει τα επιτόκια κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου, οι κυβερνήσεις θα βρουν ακριβότερο δανεισμό στις αγορές χρέους για να πληρώσουν τις υψηλές δημόσιες δαπάνες τους. Οι περισσότερες κυβερνήσεις πιθανότατα θα διατηρήσουν, επίσης, υψηλές δημόσιες δαπάνες, γεγονός που θα μειώσει αλλά δεν θα εξαλείψει την πιθανότητα κοινωνικών αναταραχών. Αυτή η πολιτική θα τις εκθέσει σε κρίσεις χρέους στο μέλλον, ιδίως αν το κόστος δανεισμού τους συνεχίσει να κλιμακώνεται.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο