Ο πληθωρισμός είχε αρχίσει να κάνει δειλά την εμφάνισή του το 2021 και να γίνεται αισθητός στις τσέπες των καταναλωτών ιδιαίτερα κατά το δεύτερο εξάμηνο του περασμένου έτους, ως απόρροια κυρίως της υγειονομικής κρίσης. Ωστόσο, εντάθηκε το 2022 και θα πρέπει να θυμόμαστε ότι οι τιμές της ενέργειας, οι οποίες συνιστούν την κύρια αιτία του πληθωρισμού, εκτοξεύονταν ήδη στα ύψη πολύ πριν από τη σύγκρουση στην Ουκρανία σε σύγκριση με τις χαμηλότερες τιμές που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Με την επανέναρξη των δραστηριοτήτων και την επιστροφή της παραγωγής και της αναψυχής, η ζήτηση αυξήθηκε αλλά η προσφορά παρέμεινε περιορισμένη από διάφορους παράγοντες: αβεβαιότητα, αλυσίδα εφοδιασμού, υποδομές και ετερογενής παγκόσμια αγορά. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η εξάρτηση της Ευρώπης από τις ρωσικές αγορές έχουν επιτείνει την άνοδο της τιμής αυτής της ενέργειας.
Στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεγάλο μέρος της ευθύνης για τον έλεγχο του πληθωρισμού ανήκει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Η πρώτη αιτία αυτού του πληθωρισμού είναι η πλεονάζουσα ρευστότητα που δημιουργείται κυρίως από το δημόσιο χρέος. Η πραγματική προέλευση είναι το ευρωπαϊκό σχέδιο ανάκαμψης και το πρόγραμμα έκτακτης αγοράς των χρεών των κρατών από την ΕΚΤ ενόψει της πανδημίας. Το βασικό επιτόκιο είναι το κύριο εργαλείο που χρησιμοποιούν οι κεντρικές τράπεζες για τη διαχείριση του πληθωρισμού.
Η εμπειρία δείχνει ότι ο πληθωρισμός και τα επιτόκια τείνουν να κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, αλλά με αξιοπρόσεκτη υστέρηση. Όταν η ΕΚΤ αυξάνει τα βασικά της επιτόκια, αυξάνει το επίπεδο των αποθεματικών, περιορίζοντας τη διαθέσιμη προσφορά χρήματος για την αγορά περιουσιακών στοιχείων.
Η αύξηση των επιτοκίων αποθαρρύνει τις καταναλωτικές και επιχειρηματικές δαπάνες. Τα επιτόκια στην Ευρώπη παραμένουν αμετάβλητα και, σε αντίθεση προς άλλες κεντρικές τράπεζες, η ΕΚΤ δεν έχει ακόμη επιδείξει την προσδοκώμενη αποφασιστικότητα για την αντιμετώπιση αυτού του πληθωριστικού κύματος.
Υπάρχουν, εντούτοις, πολλές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται από τις κυβερνήσεις για τον έλεγχο του πληθωρισμού και, ενώ καμία δεν μπορεί να θεωρηθεί βέβαιη ως προς την αποτελεσματικότητά της, ορισμένες ήταν πιο αποτελεσματικές και προκάλεσαν λιγότερη παράπλευρη ζημία από άλλες. Οι κύριες μέθοδοι αφορούν ένα σημαντικό ρεπερτόριο δράσης.
Η κυβέρνηση μπορεί να χρησιμοποιήσει ελέγχους μισθών και τιμών, να μειώσει τις δημόσιες δαπάνες, να μειώσει τις δημόσιες επενδύσεις, να βελτιώσει τις εισαγωγές της, να επεκτείνει την εγχώρια παραγωγή βραχυπρόθεσμα, να δημιουργήσει ανάπτυξη χωρίς πληθωρισμό και μία από τις εξηγήσεις για την ανάπτυξη χωρίς πληθωρισμό θα μπορούσε να είναι μια έκρηξη των κερδών της παραγωγικότητας, που δημιουργείται από την πρόοδο στις πράσινες και ψηφιακές τεχνολογίες.
Χρειάζεται, όμως, πριν και πάνω από όλα, ανάγκη και θάρρος για δράση. Τούτο σημαίνει, στην πραγματικότητα, ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι εθνικές κυβερνήσεις καλούνται, από τις ίδιες τις εξελίξεις, να επιλέξουν και να δράσουν κατά τρόπο άμεσο και αποτελεσματικό.