Τις τελευταίες ώρες καταγράφηκε ένας πόλεμος λέξεων και ανακοινώσεων σχετικά με την παροχή αμυντικού υλικού από την Ελλάδα προς την Ουκρανία. Η αντιπαράθεση τροφοδοτήθηκε κατεξοχήν από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και έλαβε πρωτοσέλιδες, έντυπες και ηλεκτρονικές διαστάσεις. Το συμπέρασμα , το οποίο εξάγει όμως ο αναλυτής από τα αντικειμενικά δεδομένα που έχει στη διάθεσή του, δείχνει ότι υπήρξε ένας αντιπολιτευτικός οίστρος από ορισμένους πολιτικούς κύκλους.
Το πρώτο δεδομένο μαρτυρά ότι η παρούσα κυβερνητική πλειοψηφία συνεχίζει να τάσσεται σθεναρά στο πλευρό της Ουκρανίας και του Προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σε αντίθεση προς την εν πολλοίς αμφιταλαντευόμενη στάση κύκλων της Κουμουνδούρου και του ΜέΡΑ25.
Το δεύτερο δεδομένο έχει να κάνει με το ότι, για την Κυβέρνηση, ήταν και παραμένει σαφές ότι η παροχή βοήθειας προς τον ουκρανικό λαό δεν πρέπει να έχει μόνον έναν ανθρωπιστικό χαρακτήρα, αλλά και ένα αμυντικό περιεχόμενο απέναντι στα σχέδια και τις αποφάσεις του καθεστώτος Πούτιν.
Σχετικά, δε, με την καθ’ εαυτή παροχή αμυντικού υλικού στην Ουκρανία αποφασίστηκε από το ΚΥΣΕΑ, ύστερα από την πρώτη επικοινωνία που είχε ο Πρωθυπουργός με τον Πρόεδρο Ζελένσκι.
Στο πλαίσιο αυτό, παράλληλα με την υπόλοιπη βοήθεια που στάλθηκε, ακολούθησαν διαβουλεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας για την παραχώρηση στην Ουκρανία τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης ανατολικογερμανικής προέλευσης τύπου ΒΜΡ-1 (παραλαβής 1994), τη χρήση των οποίων γνωρίζουν οι Ουκρανοί, με ταυτόχρονη αντικατάστασή τους από ίσο αριθμό τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης γερμανικής κατασκευής τύπου Marder, που είναι πολύ ανώτερα σε σχέση με το ΒΜΡ-1 και μηχανολογικά έχουν πολλές ομοιότητες με τα Leopard 1 που διαθέτει ο Ελληνικός Στρατός.
Η τελική συμφωνία, μετά τις συζητήσεις που προηγήθηκαν, επιβεβαιώθηκε στη συνάντηση που είχε ο Πρωθυπουργός με τον Καγκελάριο της Γερμανίας και ανακοινώθηκε τόσο από τον Καγκελάριο, όσο και από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας της χώρας μας, με τις λεπτομέρειες να διευθετούνται στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα ανάμεσα στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Άμυνας της Γερμανίας, προκειμένου η συμφωνία να τεθεί το ταχύτερο δυνατό σε εφαρμογή.
Σημαντικής σημασίας δεδομένο είναι ότι τα ΒΜΡ-1 που παραχωρούνται από τη χώρα μας είναι πολύ παλαιά κι έχουν πολύ μικρή χρησιμότητα για τον Ελληνικό Στρατό, ενώ παρουσιάζουν ιδιαίτερη αξία για τους Ουκρανούς, καθώς έχουν εκπαιδευμένα πληρώματα σε αυτά τα ανατολικογερμανικά οχήματα, αλλά και δυνατότητες συντήρησης (σε αντίθεση με άλλα, άγνωστα σε αυτούς δυτικής κατασκευής οχήματα).
Κι ακόμη, με βάση όσα είμαστε θέση να γνωρίζουμε, δεν δημιουργείται απολύτως κανένα κενό στην άμυνα της χώρας, αφού η αποστολή των οχημάτων θα γίνεται παράλληλα με την παραλαβή των γερμανικών.
Τούτων δοθέντων, το παράδοξο έγκειται στο ότι εκφράζουν έντονη ανησυχία μήπως υπάρξουν κενά στην άμυνα της χώρας οι πολιτικοί παίκτες του εγχώριου πολιτικού συστήματος, που δεν υπερψήφισαν την αγορά των Rafale, τα οποία, εκ των πραγμάτων, ενισχύουν πολύ σημαντικά την αμυντική ικανότητα της Ελλάδας.