Ολοκληρώθηκε ένας κύκλος Συνεδρίων κορυφαίων κομματικών δυνάμεων, με πρώτα εξ αυτών τα Συνέδρια της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ. Αν και επισήμως τα πολιτικά κόμματα εμφανίζονται σταθερά προσηλωμένα στους προσανατολισμούς και τις επιλογές τους, είναι σαφές ότι τα κριτήρια και οι προσεγγίσεις τους έχουν υποστεί σοβαρές αλλοιώσεις. Η ισορροπία που υπάρχει σήμερα, όμως, είναι ασταθής, όπως η είσοδος νεοπαγών κομμάτων στο Κοινοβούλιο. Από την ανάγνωση των δημοσκοπήσεων όλης της τελευταίας περιόδου δείχνει ότι σοβαρά ζητήματα τελούν υπό την αίρεση της τροπής που θα λάβει το πλαίσιο της πολιτικής δυναμικής και, συναφώς, του αποτελέσματος των προσεχών βουλευτικών εκλογών. Η ΝΔ πάντως επιμένει, διά στόματος του Πρωθυπουργού, στη στρατηγική της αυτοδυναμίας.
Αβίαστα, μπορεί να αντιτείνει κάποιος ότι δεν έχει άλλη επιλογή, ότι πρόκειται για μονόδρομο. Με τη διαφορά όμως ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να πιστεύει πραγματικά σε μια δεύτερη, διαδοχική αυτοδυναμία, πίστη που επιβεβαιώνεται από συγκεκριμένους και αντικειμενικούς παράγοντες.
Πρώτον, στις τελευταίες σφυγμομετρήσεις κοινής γνώμης καταγράφεται μια προοπτική αυτοδυναμίας. Μάλιστα, αυτή η προοπτική παρουσιάζεται ακόμη πιο πιθανή συγκριτικά με ό,τι συνέβαινε πριν από την εκδήλωση της ενεργειακής κρίσης και της συναφούς αύξησης των τιμών σε βασικά αγαθά.
Ένας άλλος παράγοντας, ο οποίος δρα εξ αντικειμένου υπέρ του κυβερνώντος κόμματος, είναι το γενικευμένο κλίμα αναταραχής (συνεχιζόμενος πόλεμος, τουρκική προκλητικότητα, ενεργειακή κρίση, πληθωριστική κρίση…) και η συνεπαγόμενη κόπωση των πολιτικών από ένα κλίμα διεθνούς αστάθειας, με απολήξεις στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις η ΝΔ καταγράφεται ως η ήρεμη πολιτική δύναμη που γνωρίζει να διαχειρίζεται έκτακτες κρίσεις. Η ιδέα της ισχυρής και αποτελεσματικής κυβέρνησης κερδίζει συνεχώς έδαφος στους κόλπους των μικροαστών και των μεσοαστών, στοιχείο που διαρκώς υποτιμάται από τη «στομαχολογική» ρητορεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Και στο σημείο αυτό προστίθεται και ένας τρίτος παράγοντας. Πρόκειται για την αξιοπιστία του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνησης. Στα ηγετικά κλιμάκια της Κουμουνδούρου επανεμφανίζονται στοιχεία πολυγλωσσίας και σύγχυσης αναφορικά με την πολιτική βούληση και γραμμή. Δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση ο ριζοσπαστισμός τάσεων και ρευμάτων, αλλά δεν εμπνέουν ευρύτερη εμπιστοσύνη ονομασίες όπως «Ομπρέλα» και «ΡΕΝΕ». Μάλλον τον γέλωτα προξενούν σε ανθρώπους καθ’ όλα καλοπροαίρετους.
Κι ακόμη, υπάρχει ένα κρίσιμο στοιχείο που διαχρονικά υποτιμάται, όταν πρόκειται για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερα επίμονο άνθρωπο. Και η επιμονή συνοδεύεται συνήθως από την αρετή της υπομονής. Βρισκόμαστε στην καρδιά δύο ιδιοσυγκρασιακών στοιχείων, που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάδειξή του στην ηγεσία της ΝΔ και στην εκλογική αυτοδυναμία το καλοκαίρι του 2019, ενάντια σε πλήθος προγνωστικών και σε πληθώρα αναλύσεων. Τελικά, ίσως να μην είναι όλα οικονομία, σε αντίθεση προς τη διάσημη ρήση του Τζέιμς Κάρβιλ.