Κατηγορούνται ο Πρωθυπουργός και η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων ότι, με τον νέο νόμο – πλαίσιο, «αποδεικνύεται περίτρανα ότι εργάζονται και νομοθετούν υπέρ των ιδιωτικών κολλεγίων». Βέβαια, η συγκεκριμένη γνώμη δεν μπορεί να πείσει πραγματικά όποιον έχει διαβάσει το νόμο – πλαίσιο.
Πριν από όλα, η γνώμη αυτή είναι μειωτική, αν όχι προσβλητική, για όσους είναι πτυχιούχοι ιδιωτικών κολλεγίων. Υπάρχουν παραδείγματα διακεκριμένων επιστημόνων που ξεκίνησαν τις τριτοβάθμιες σπουδές τους από ιδιωτικό κολλέγιο, μα που λόγω των γνώριμων στρεβλώσεων του εκπαιδευτικού μας συστήματος συνέχισαν το ταξίδι της γνώσης στην Εσπερία, αφού δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν τις μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές τους σε ελληνικό δημόσιο ΑΕΙ, παρά το ότι ήταν πρόθυμοι να παρακολουθήσουν συμπληρωματικά προγράμματα σπουδών και να υποβληθούν στις αναγκαίες πρόσθετες εξετάσεις.
Για να ενδυναμωθεί περισσότερο η γνώμη αυτή, υποστηρίζεται ακόμη ότι ο νέος νόμος – πλαίσιο αγνοεί τον παράγοντα της αναγκαίας περαιτέρω τόνωσης της εξωστρέφειας των ελληνικών Πανεπιστημίου, ωθώντας έτσι την ελληνική νεολαία στις πρόθυμες αγκάλες των ιδιωτικών κολλεγίων που συνεργάζονται με Πανεπιστήμια του εξωτερικού. Εδώ, πρόκειται για παρανόηση του περιεχομένου του νόμου, αν υποτεθεί βέβαια ότι αυτός έχει διαβαστεί με τη δέουσα σοβαρότητα και όχι διαγωνίως.
Πιο συγκεκριμένα, ως προς την εξωστρέφεια των ελληνικών ΑΕΙ προβλέπονται, ανάμεσα σε αρκετά άλλα, η δημιουργία διϊδρυματικών ερευνητικών κέντρων στα πλαίσια συνεργατικών σχημάτων με Πανεπιστήμια της αλλοδαπής, η απασχόληση Επισκεπτών Καθηγητών και Ερευνητών από Πανεπιστήμια ή Ερευνητικά Κέντρα της αλλοδαπής για την παροχή διδακτικού και ερευνητικού έργου προς τα Ελληνικά Πανεπιστήμια, η εισαγωγή του θεσμού της κινητικότητας ερευνητών μεταξύ ερευνητικών δομών των Πανεπιστημίων της ημεδαπής και της αλλοδαπής, η δυνατότητα ίδρυσης παραρτημάτων στο εξωτερικό με σκοπό τη συνεργασία με Πανεπιστήμια του εξωτερικού και την ανάπτυξη δραστηριοτήτων εκπαίδευσης, έρευνας και παροχής υπηρεσιών, καθώς και η ενδυνάμωση του θεσμού Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων και μέσω της ενδεχόμενης συμμετοχής σε εταιρικά σχήματα.
Γνώμες, λοιπόν, όπως αυτή που συζητήθηκε εδώ, φέρουν εκείνο το άρωμα των αμφιθεάτρων των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων, αλλά, πλέον, δεν μπορούν να πείσουν παρά ελαχίστους αφελείς, όπως εξάλλου καταγράφηκε και στις πρόσφατες φοιτητές εκλογές με τις παρατάξεις του αριστερού ριζοσπαστισμού και της άκρας αριστεράς να μην υπερβαίνουν αθροιστικά το 8 – 9%.