Πολιτική

Ο πρωτόγονος οικολογικός λαϊκισμός του Α. Τσίπρα

Είναι κοινός τόπος ότι η αντιμετώπιση του φαινομένου της αλλαγής του κλίματος απαιτεί υπεύθυνες προτάσεις πολιτικής

Είναι κοινός τόπος ότι η αντιμετώπιση του φαινομένου της αλλαγής του κλίματος απαιτεί υπεύθυνες προτάσεις πολιτικής, αν αυτές επιθυμούν να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος μιας συνολικότερης, σύγχρονης ενεργειακής πολιτικής. Αυτή η παραδοχή φαίνεται να διαφεύγει από τον Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, με βάση τη στάση που τήρησε και κατά την πρόσφατη συζήτηση και ψήφιση του εθνικού κλιματικού νόμου που προώθησε η Κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ενδεικτική αυτής της περιβαλλοντικά πρωτόγονης λαϊκιστικής στάσης του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ο Πρόεδρός του ομίλησε για «νόμο φτιαγμένο όχι για να προστατεύσει το περιβάλλον, αλλά για να προστατευτούν τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων, μεταφέροντας το κόστος στην κοινωνική πλειοψηφία» και κατηγόρησε την κυβερνητική πλειοψηφία ότι «επιτρέπει στο ράλι της αισχροκέρδειας να συρρικνώνει το εισόδημα νοικοκυριών και επιχειρήσεων».

Μέσα σε αυτήν την λαικιστική ευωχία, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έφθασε, λοιπόν, να ταυτίσει τα εισοδήματα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, ενώ, ελάχιστα λεπτά πιο πριν, είχε κατακεραυνώσει τον νόμο για την κλιματική αλλαγή σαν νόμο που υπηρετεί τα υλικά συμφέροντα της οικονομικά άρχουσας τάξης.

Ακόμη όμως κι αν παραβλέψουμε και δεν εμβαθύνουμε περαιτέρω στα άλματα σκέψης και στις εσωτερικές ασυνέχειες του λόγου του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε να κάνουμε με το μείζον πρόβλημα ενός ιδιότυπου πολιτικού λόγου που δαιμονοποιεί την επιχειρηματικότητα και που, στην προκειμένη περίπτωση, εκλαμβάνει τη χάραξη σοβαρής ενεργειακής πολιτικής ως ασύμβατη με την οικονομία της ελεύθερης αγοράς. 

Ασφαλώς, το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής και η πρόκληση της δρομολόγησης μιας σύγχρονης ενεργειακής πολιτικής απασχολούν τις οικονομίες της ελεύθερης αγοράς. Αυτά τα ζητήματα, όμως, δεν υπήρξαν, ούτε καταγράφονται μόνο σε αυτές. Τα παραδείγματα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ή της σημερινή Κούβας επιβεβαιώνουν του λόγου το ακριβές, εκτός κι αν θεωρηθεί ότι η πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση αρδευόταν από τον οικονομικό φιλελευθερισμό και ότι η Κούβα εμπνέεται ιδεολογικά από την οικονομία της ελεύθερης αγοράς.

Οι σύγχρονες ενεργειακές πολιτικές απασχολούν κεντροδεξιές και κεντροαριστερές κυβερνήσεις του δυτικού κόσμου, αλλά καμία πλειοψηφία – φιλελεύθερη, συντηρητική ή σοσιαλδημοκρατική – δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την παραδοχή, σύμφωνα με την οποία η ενεργειακή πολιτική οφείλει να βρίσκει τους τρόπους εκείνους, που θα διασφαλίζουν αξιόπιστη και ανταγωνιστική ενέργεια, θα θεσμοθετούν κίνητρα για την πιο υπεύθυνη διαχείριση των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος της χώρας, επιτρέποντας ταυτόχρονα στις οικονομίες τους, οικονομίες της ελεύθερης αγοράς, να εξισορροπούν την προσφορά και τη ζήτηση.