Οι αντιρρήσεις στον νομοσχέδιο για το σχέδιο νόμου, που κατέθεσε στη Βουλή η Κυβέρνηση, δεν κατάφεραν να κάμψουν την επιμονή του Πρωθυπουργού να αποκτήσει Εθνικό Ενεργειακό Νόμο. Η παραπομπή της επίλυσης του ζητήματος στον Σοσιαλισμό δεν κατάφερε να μεταπείσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Είναι γνωστή, εξάλλου, η προσήλωση του Πρωθυπουργού στη διαδικασία της πράσινης μετάβασης, που φαίνεται να επικεντρώνεται στην ουσία των εκάστοτε μεταβολών και να αποφεύγει τον δαπανηρό πόλεμο λέξεων.
Πρόκειται για τον πρώτο Κλιματικό Νόμος στη Χώρα μας. Υλοποιήθηκε έτσι η σχετική πρωθυπουργική εξαγγελία και θεσπίζεται νομικό πλαίσιο για τον σταδιακό μετριασμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.
Πιο αναλυτικά, μεταξύ άλλων, προβλέπονται ενδιάμεσοι στόχοι μετριασμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για το 2030 και το 2040, σύστημα παρακολούθησης, αξιολόγησης και επαναρύθμισης, όπου αυτό απαιτείται, μέσω του μηχανισμού κατάρτισης προϋπολογισμών άνθρακα για τους βασικούς τομείς της οικονομίας, δείκτες παρακολούθησης της σχετικής προόδου, καθώς και διαδικασίες αξιολόγησης της προόδου, αναπροσαρμογής των στόχων και λήψης πρόσθετων μέτρων.
Ο Κλιματικός Νόμος ορίζει χαράσσει ουσιαστικά τον Οδικό Χάρτη που θα υιοθετήσει η χώρα μας προκειμένου να επιτευχθούν οι εθνικοί κλιματικοί στόχοι για το 2030 και η μετάβαση σε καθεστώς κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050. Για την επίτευξη των στόχων αυτών προβλέπεται δέσμη μέτρων, όπως είναι η ενίσχυση της ηλεκτροκίνησης και η μείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου στα κτίρια.
Ο Εθνικός Κλιματικός Νόμος έρχεται, ανεξάρτητα από τον ιδεολογικό προσανατολισμό και τις κομματικές επιλογές των πολιτών, να καλύψει ένα σημαντικό κενό στο υπάρχον νομοθετικό οπλοστάσιο του κράτους. Θα πρέπει, όμως, να αντιμετωπιστεί ως ένα βήμα προς την ευρύτερη κατεύθυνση της πράσινης μετάβασης για τη Χώρα μας.