Η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των πολιτικών που προτιμούν τα έργα από τα λόγια. Βέβαια, αν προτιμούσε τα λόγια, αν περιφερόταν από τη μια τηλεοπτική εκπομπή στην άλλη και προτιμούσε να ακκίζεται σε δίκτυα κοινωνικής ενημέρωσης, θα κέρδιζε πιθανότατα σε αποδοχή και σε δημοφιλία. Δεν είναι όμως η περίπτωση. Και αυτό αποτυπώνεται και στο προσχέδιο νόμου, το οποίο έθεσε πριν από λίγη ώρα σε διαβούλευση.
Έχοντας διαβάσει προσεκτικά το νομοσχέδιο και έχοντας κλείσει ερμητικά τα αυτιά μου στις γνωστές μηχανές παραγωγής λόγου, με δημόσια πάντα καριέρα, περί νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης και παλινόρθωσης του κράτους της δεξιάς, με αποδοχή μεταξύ των φοιτητών που δεν υπερβαίνει το 8 – 9%, μπορώ με σιγουριά να καταθέσω τρεις βασικές παρατηρήσεις.
Κατά πρώτον, το νομοσχέδιο παρέχει στους φοιτητές τη δυνατότητα του ελληνικού Erasmus. Έτσι, ένα φοιτητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών θα μπορεί να παρακολουθεί τα μαθήματα ενός εξαμήνου σε κάποιο άλλο δημόσιο Πανεπιστήμιο της Χώρας. Με αυτόν τον τρόπο, εισάγεται και την πατρίδα μας ένας καινοτόμος θεσμός εσωτερικής κινητικότητας φοιτητών μεταξύ ομοειδών τμημάτων.
Δεύτερον, προβλέπεται η θεσμική καινοτομία του πρωτεύοντος και δευτερεύοντος πτυχίο, του major και του minor. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι φοιτητές θα μπορούν να επιλέξουν, πέραν του αντικειμένου των κύριων σπουδών τους, και μια δεύτερη επάλληλη επιστημονική περιοχή, προκειμένου να επιτευχθεί μια συνολικότερη και ευρύτερη μόρφωσή τους. Ένας φοιτητής θα μπορεί, λόγου χάριν, να επιλέγει ως πρωτεύον πτυχίο την Πολιτική Επιστήμη και τις Διεθνείς Σχέσεις και ως δευτερεύον πτυχίο την Κοινωνιολογία. Συμβαίνει εδώ και πάρα πολλά χρόνια σε πολλά πανεπιστημιακά ιδρύματα του εξωτερικού, χωρίς να έχουν διαπιστωθεί επιρροές από το έργο του Hayek ή του J. M. Buchanan.
Ακόμη, ενεργοποιούνται εκ νέου τα Συμβούλια Διοίκησης των Πανεπιστημίων. Έξι από τα μέλη τους προβλέπεται να εκλέγονται από ένα εκλογικό σώμα απαρτιζόμενο από μέλη ΔΕΠ. Στο εσωτερικό του Συμβουλίου Διοίκησης κάθε μέλος θα έχει μία ψήφο, η οποία θα έχει ίση ισχύ με αυτήν των υπολοίπων μελών.
Το ζήτημα της αναδιοργάνωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης απαιτεί αυξημένη σοβαρότητα και δεν προσφέρεται για παρωχημένους μειοψηφικούς βερμπαλισμούς περί νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης, αφού δεν διαπιστώθηκε, έως τώρα τουλάχιστον, η επονείδιστη επιρροή της σκέψης του Hayek όχι πάνω σε μια μεταρρύθμιση που δεν έγινε μα που δυναμικά και μεθοδικά γίνεται και για το περιεχόμενο της οποίας θα επανέλθουμε σύντομα.
Ο Δρ. Μανώλης Σταυρουλάκης διδάσκει Πολιτική Επιστήμη στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης.