Έχουν κυλήσει ορισμένα εικοσιτετράωρα από τη μαζική δολοφονία στο Τέξας και, όμως, τα πνεύματα δεν λένε να κοπάσουν σε μια ορισμένη εκδοχή του αριστερού ριζοσπαστισμού και εξτρεμισμού. Το μακελειό με του 21 νεκρούς δεν είναι ακριβώς γεγονός, αλλά περισσότερο ένδειξη, δείγμα μιας συνολικότερης κοινωνικής νοσηρότητας που γεννά η οικονομία της ελεύθερης αγοράς.
Πριν από τη μαζική δολοφονία στο Τέξας, είχαν προηγηθεί και άλλες «σφαγές», στο Μίσιγκαν, στο Τέξας, στην Καλιφόρνια, στο Λας Βέγκας, στο Ορλάντο, στο Κονέκτικατ. Οι νεκροί ήταν, κάθε φορά, δεκάδες και ο κατάλογος των θυμάτων είναι πια ανυπολόγιστος, ατελείωτος. Το βαθύτερο αίτιο του κοινωνικού δεινού είναι η οικονομία της ελεύθερης αγοράς, του καπιταλισμού, Αυτός ο επονείδιστος δεσπόζει απόλυτα στη δυτική όχθη του Ατλαντικού και αυτός πλάθει εγωιστικά αυτόματα, που, από καιρού εις καιρόν, χρησιμοποιούν και πολεμικά αυτόματα ή, έστω, περίστροφα εναντίον του ανταγωνιστικού άλλου, που τον έχει διαμορφώσει έτσι ο απολύτως κυρίαρχος καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Τα περί αντιφατικής φύσεως του ανθρώπου δεν είναι παρά σοφίσματα του Χομπς και τα περί της σύνθεσης της ανθρώπινης φύσης από έλλογα στοιχεία και πάθη δεν είναι παρά αφηρημένα θεωρητικά σχήματα των Διαφωτιστών.
Στον απόηχο της δολοφονίας αθώων ανθρώπων συζητούνται, πάντως, πρακτικές λύσεις, που να μετριάσουν την ένταση του προβλήματος. Συγκεκριμένα, θεωρείται ότι είναι κομβικής αξίας να συλλέγονται αντικειμενικά δεδομένα, που μπορούν να χρησιμεύσουν ως βάση για τη χάραξη αποτελεσματικότερων πολιτικών.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι δυνατόν να υπάρξουν νέοι τρόποι μείωσης της ένοπλης βίας και των πυροβολισμών, υπό την προϋπόθεση ότι τα αντικειμενικά γεγονότα, τα οποία θα έχουν προηγουμένως μεθοδικά συλλεγεί, θα αξιολογηθούν αντικειμενικά από ειδικούς της ψυχικής υγείας, δηλαδή κυρίως από κλινικούς ψυχολόγους και παιδοψυχιάτρους. Και τούτο, διότι οι πέραν του Ατλαντικού κοινωνικοί επιστήμονες οδηγούνται στο συμπέρασμα, ότι, εκτός από την κυρίαρχη κοινωνική κουλτούρα, τον τρόπο παραγωγής και τον πολιτισμικό παράγοντα, 60% όσων τραβούν τη σκανδάλη, «περνούν στην πράξη» κατά την εγκληματολογική ορολογία, είτε είχαν ήδη διαγνωστεί με σοβαρή ψυχική διαταραχή, είτε είχαν δείξει σημάδια σοβαρής ψυχικής έντασης πριν από το ανθρωποκτόνο «πέρασμα στην πράξη».
Ενδεχομένως, σε «έναν άλλο κόσμο που είναι εφικτός» τα θλιβερά αυτά συμβάντα να εκλείψουν και η ανθρωπότητα να απαλλαγεί οριστικά από αυτά, κάτι που είναι ευχής έργον. Έως τότε, όμως, ας αφουγκρασθούμε, έστω δι’ ολίγον, τους θεράποντες, ακούγεται πιθανώς πιο ανιαρό, αλλά και πιο σώφρων.