Σε συνέντευξη Τύπου στο Τόκιο τη Δευτέρα, ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάιντεν δήλωσε πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα εμπλακούν στρατιωτικά εάν η Κίνα επιτεθεί στην Ταϊβάν. «Αυτή είναι η δέσμευση που αναλάβαμε», είπε ο Μπάιντεν. Διερωτάται όμως ο αναλυτής αν ο Αμερικανός Πρόέδρος δικαιούται να κηρύξει, μόνος του, πόλεμο κατά της Κίνας.
Αν και ο Λευκός Οίκος προσπάθησε να αποσύρει τα σχόλιά του αργότερα μέσα στην ημέρα, αυτή είναι η τρίτη φορά που ο Μπάιντεν κάνει μια τέτοια δήλωση, υποδεικνύοντας ότι μπορεί πράγματι να σκοπεύει να πολεμήσει την Κίνα για την Ταϊβάν, εάν το Πεκίνο αποφασίσει να εξαπολύσει επίθεση.
Υπάρχει πάντοτε ένα ερώτημα που πρέπει να απαντάται πριν από την πιθανή εμπλοκή των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ σε έναν πόλεμο εναντίον άλλου κράτους: ποια είναι η επιτακτική απειλή για την αμερικανική εθνική ασφάλεια;
Οι Ένοπλες Δυνάμεις δεν είναι απλώς ένα «εργαλείο» της πολιτείας, ένα απλό μέσο για την επίτευξη των εκάστοτε στρατιωτικών στόχων των Ηνωμένων Πολιτειών. Και οι δηλώσεις Μπάιντεν υποβιβάζουν τις Ένοπλες Δυνάμεις σε ένα υποχείριο, ένα πρόθυμο υποπόδιο στη διάθεση του εκάστοτε Προέδρου.
Ακόμη, όσοι υποστηρίζουν ότι ο Μπάιντεν θα πρέπει να εγκαταλείψει την πολιτική της στρατηγικής ασάφειας και να δηλώσουν ξεκάθαρα ότι οι ΗΠΑ θα πάνε σε πόλεμο με την Κίνα εάν επιτεθούν στην Ταϊβάν, δεν λαμβάνουν υπ’ όψη δύο πολύ σημαντικούς παράγοντες.
Πρώτον, εάν η Κίνα εξαπέλυε μια αιφνιδιαστική επίθεση κατά της Ταϊβάν, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είχαν πολύ λίγες πιθανότητες στην παρεμπόδιση του Πεκίνου το Πεκίνο να καταλάβει την Ταϊβάν. Αν και η σωρευτική σύγκριση παγκόσμιας ισχύος μεταξύ του στρατού των ΗΠΑ και του κινεζικού στρατού ευνοεί σαφώς την Αμερική, η ισορροπία δυνάμεων στα στενά της Ταϊβάν θα ευνοούσε σημαντικά την Κίνα.
Επίσης, υπάρχει και ένας δεύτερος, πιθανώς πιο σημαντικός, παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Ο Πρόεδρος δεν έχει τη θεσμική αρμοδιότητα να οδηγήσει, μόνος του, τις Ηνωμένες Πολιτείες σε πόλεμο. Ο Μπάιντεν δεν μπορεί, μόνος του, να αποφασίσει το εάν οι ΗΠΑ πρέπει να πάνε στον πόλεμο για να υπερασπιστούν την Ταϊβάν. Ως Ανώτατος Διοικητής, έχει την εξουσία να διοικεί δυνάμεις στο πεδίο, αλλά η ανάγνωση του ομοσπονδιακού καταστατικού χάρτη επιτρέπει στον αναλυτή να αντιληφθεί ότι πρόκειται για μια αρμοδιότητα που ανήκει στο Κογκρέσο.
Κι ως προς τον νόμο περί πολεμικών εξουσιών, που τέθηκε σε ισχύ τη δεκαετία του’ 70, αυτός διευκρινίζει ότι ο Πρόεδρος μπορεί να χρησιμοποιήσει μονομερώς στρατιωτική δύναμη μόνο σε περίπτωση επίθεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, στα εδάφη ή στις κτήσεις τους ή στις ένοπλες δυνάμεις τους ή σε περίπτωση επικείμενης τέτοιας επίθεσης.
Πριν αρχίσει να εξαπλώνεται η συζήτηση και στη χώρα μας για το εάν ορθά ή λανθασμένα η Αμερική θα προβεί σε στρατιωτική υπεράσπιση της Ταιβάν, καλό είναι να έχουμε κατά νου ότι, από νομική – θεσμική άποψη, υπάρχουν σημαντικοί παράγοντες που ο σημερινός Πρόεδρος δεν φαίνεται να έλαβε υπ’ όψη.