Το κλείσιμο των υποκαταστημάτων, που διατηρούν οι λιβανέζικες τράπεζες στην Κύπρο, αποφάσισε η Κεντρική Τράπεζα της χρεοκοπημένης χώρας, με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ) να λαμβάνει εδώ και καιρό μέτρα, προκειμένου το κυπριακό τραπεζικό σύστημα να μην επωμιστεί κόστος μέσω μίας ενδεχόμενης ενεργοποίησης του Συστήματος Εγγύησης Καταθέσεων (ΣΕΚ) και να διαφυλαχθούν οι καταθέτες των υποκαταστημάτων.
Πηγές της ΚΤΚ επιβεβαίωσαν στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων τη λήψη της απόφασης από την εποπτική Αρχή του Λιβάνου για το κλείσιμο των επτά υποκαταστημάτων (άλλα δύο είχαν ήδη κλείσει το προηγούμενο διάστημα) που διατηρούν στην Κύπρο οι τράπεζες του Λιβάνου. Η χώρα από το 2019 έχει εισέλθει σε μια βαθιά οικονομική κρίση, την οποία η Παγκόσμια Τράπεζα κατατάσσει ως μια από τις τρεις χειρότερες οικονομικές και χρηματοπιστωτικές κρίσεις από τα μέσα του 19ου αιώνα.
Στοχευμένες ενέργειες από την ΚΤΚ
Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου παρακολουθούσε στενά την κατάσταση από το 2019, όταν άρχισαν να γίνονται εντονότερα τα οικονομικά προβλήματα στη γειτονική χώρα. Στις αρχές του 2020 ο Λίβανος κήρυξε αθέτηση των υποχρεώσεών του όσον αφορά το εξωτερικό του χρέος.
Το πρώτο προληπτικό βήμα έγινε τον Νοέμβριο του 2019 και αφορούσε στον περιορισμό των καταθέσεων των υποκαταστημάτων, που καλύπτονταν από το ΣΕΚ.
Ακολούθως, τον Μάρτιο του 2020, η ΚΤΚ αποφάσισε περαιτέρω όπως τα υποκαταστήματα μεταφέρουν ισόποση ρευστότητα με το ύψος των εγγυημένων καταθέσεων στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, έτσι ώστε, σε περίπτωση προβλημάτων, να υπήρχαν τα ρευστά διαθέσιμα για να πληρωθούν οι εγγυημένες καταθέσεις, δηλαδή οι καταθέσεις κάτω από €100.000, προστατεύοντας έτσι τις εγχώριες τράπεζες και γενικότερα το τραπεζικό σύστημα.
Όπως προκύπτει από τις οικονομικές καταστάσεις φαίνεται ότι η ρευστότητα μεγάλου μέρους των καταθέσεων που λάμβαναν τα υποκαταστήματα τοποθετούνταν στα κεντρικά γραφεία των μητρικών τραπεζών στο Λίβανο (due from Headquarters). Με τις λιβανέζικες τράπεζες να αντιμετωπίζουν σωρεία προβλημάτων, υπήρχε μεγάλο ρίσκο οι οφειλές αυτές να μην πληρώνονταν από τις μητρικές τράπεζες, με αποτέλεσμα η καταβολή τους να καλυπτόταν από το κυπριακό ΣΕΚ.
Επιπρόσθετα, τον Μάρτιο του 2021 η ΚΤΚ ζήτησε από τα λιβανέζικα υποκαταστήματα να μεταφέρουν πρόσθετη ρευστότητα, έτσι ώστε να καλύψουν το 50% των μη εγγυημένων καταθέσεων, δηλαδή αυτών πέραν των €100.000, σε μια κίνηση που στόχευε στην περαιτέρω προστασία των καταθετών.
Σύμφωνα με γνώστες του θέματος, παράλληλα με τις ενέργειες αυτές περιορίστηκαν οι συνολικές καταθέσεις στα υποκαταστήματα αυτά από τα €650 εκατομμύρια στο τέλος του 2019 στα €400 στο τέλος του 2020.
Επίσης, υπενθυμίζεται ότι τον Ιούλιο του 2021 με τροποποίηση που ζήτησε η ΚΤΚ του Περί Συστήματος Εγγυημένων Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, η ΚΤΚ (Επιτροπή Εξυγίανσης) απέκτησε τη δυνατότητα να αναλάβει την αποκλειστική διαχείριση των ρευστών διαθεσίμων, που τηρεί ένα πιστωτικό ίδρυμα με την Κεντρική Τράπεζα ή και σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα στη Δημοκρατία, προκειμένου να πληρώσει τις εγγυημένες καταθέσεις ενός πιστωτικού ιδρύματος, του οποίου η τραπεζική άδεια ανακληθεί.
Κανένας αντίκτυπος στην κυπριακή οικονομία και στις τράπεζες
Ακόμα και ενδεχόμενη κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος του Λιβάνου δεν αναμένεται να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην Κύπρο και στο τραπεζικό της σύστημα. Σε σχέση με τα εδώ υποκαταστήματα, φαίνεται πως η μεγάλη πλειοψηφία καταθέσεων και δανείων ανήκουν σε μη κατοίκους Κύπρου.
Τα υποκαταστήματα των λιβανέζικων τραπεζών στην Κύπρο δραστηριοποιούνταν στην αποδοχή καταθέσεων και παροχή δανείων που αφορούσαν κυρίως μη κατοίκους Κύπρου, ενώ οι κύριες δραστηριότητές τους αφορούσαν σε υπηρεσίες όπως την παροχή εγγυητικών επιστολών, εχέγγυων πιστώσεων και εισερχόμενες και εξερχόμενες συναλλαγές σε μετρητά, με τα καταστήματα αυτά να καταγράφουν κέρδη, κυρίως, μέσω εσόδων από τέλη και προμήθειες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι συνολικές καταθέσεις και τα δάνεια των λιβανέζικων υποκαταστημάτων αντιστοιχούσαν σε λιγότερο από 1% του συνόλου της κάθε κατηγορίας με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το τραπεζικό σύστημα του Λιβάνου είναι στην ουσία ένα “ζόμπι”, αφού δεν αποδέχεται καταθέσεις και δεν παραχωρεί δάνεια. Παράλληλα, εν απουσία επίσημων αποφάσεων, οι τράπεζες έχουν υιοθετήσει ένα ανεπίσημο σύστημα περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων και ζουν σε ένα κατακερματισμένο σύστημα πληρωμών μεταξύ παλαιών και νέων καταθέσεων σε αμερικανικά δολάρια. Ειδικότερα οι “παλαιές” καταθέσεις στο Λίβανο, προ του Οκτωβρίου του 2019, εκτιμάται ότι έχουν υποστεί κούρεμα κατά 85%, αφού έχουν μετατραπεί σε λιβανέζικες λίρες, ενώ ο πληθωρισμός εκτιμάται από την Παγκόσμια Τράπεζα στο 145% το 2021, ο τρίτος χειρότερος μετά τη Βενεζουέλα και το Σουδάν. Δεδομένη πρέπει να θεωρείται και η αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους της χώρας, το οποίο εκτιμάται ότι έφτασε στο 183% του ΑΕΠ της χώρας στο τέλος του 2021. Το τραπεζικό σύστημα παραχωρούσε εξαιρετικά υψηλά επιτόκια για άντληση νέων καταθέσεων σε αμερικανικό δολάριο, καταθέσεις οι οποίες κάλυπταν τις υφιστάμενες υποχρεώσεις των τραπεζών. Αφότου στέρεψε η εισροή νέων καταθέσεων το πρόβλημα αποκαλύφτηκε στην ολότητά του, με τις εκτιμήσεις να ανεβάζουν την “τρύπα” στο τραπεζικό σύστημα στα $69 δισεκατομμύρια.