Η ενεργειακή κρίση προκάλεσε ουσιαστικά την επισιτιστική κρίση και αυτό αποτυπώνεται στις τιμές βασικών αγαθών. Η δραματική άνοδος τους στις πρώτες μέρες της ρωσικής εισβολής έχει αρχίσει να υποχωρεί, αλλά δεν μπορούμε να περιμένουμε αξιοσημείωτη πτώση έως ότου έχουμε πιο ακριβή στοιχεία για τη συγκομιδή στην Ουκρανία και την Ρωσία, καθώς και για την παραγωγή σε άλλες χώρες του πλανήτη.
Δυστυχώς, τα παγκόσμια αποθέματα σιταριού ανέρχονται στους 50 εκατομμύρια τόνους και βρίσκονται σε χαμηλό δέκα ετών λόγω της αυξανόμενης κατανάλωσης σε ολόκληρο τον κόσμο, γεγονός που σημαίνει ότι, ενώ υπάρχει η δυνατότητα αντικατάστασης των ουκρανικών εξαγωγών, αυτή είναι περιορισμένη.
Η πιο επιτακτική προτεραιότητα είναι ο μετριασμός των συνεπειών της κρίσης βραχυπρόθεσμα στον εφοδιασμό τροφίμων. Αυτός ο μετριασμός περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία μηχανισμών ελέγχου της αγοράς σιτηρών, ιδίως με την προώθηση της παραγωγής σιταριού για ανθρώπινη (και όχι ζωική) τροφή, την αύξηση των φυτεμένων εκτάσεων και τη χρήση σιτηρών που είναι λιγότερο ακριβά ή ευρύτερα διανεμόμενα, όπως είναι, επί παραδείγματι, το κεχρί και ορισμένα όσπρια.
Μεσοπρόθεσμα, είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της παγκόσμιας προσφοράς σίτου. Ένα τέτοιο εγχείρημα περιλαμβάνει τη μελέτη των δυνατοτήτων των νέων περιοχών παραγωγής και τη βελτίωση της παραγωγικότητας με την παράλληλη διερεύνηση νέων ποικιλιών σιταριού που ταιριάζουν καλύτερα σε διαφορετικές περιοχές καλλιέργειας. Οι χώρες εισαγωγής και οι διεθνείς θεσμοί καλούνται να θέσουν σε εφαρμογή νέα σχέδια ταχείας αντιμετώπισης κρίσεων, καθώς και συστήματα προειδοποίησης και έγκαιρης πληροφόρησης για την πρόβλεψη μελλοντικών κρίσεων.