Και στις δύο όχθες του Ατλαντικού κυριαρχεί στην κοινότητα των χρηστών του διαδικτύου το ζήτημα της αγοράς του Twitter από τον Μασκ, αγορά που ανέρχεται στο κυριολεκτικά αστρονομικό ποσό των 45 δισεκατομμυρίων δολαρίων, και η συζήτηση γύρω από την ελευθερία και το εύρος των πληροφοριών που διακινούνται ή θα έπρεπε να διακινούνται στο διάσημο μέσο κοινωνικής δικτύωσης.
Στην Ευρώπη ιδιαίτερα, διατυπώνονται πολλές παρατηρήσεις σχετικά με τον έλεγχο αυτόν. Ο καινοτόμος επιχειρηματίας είναι ξεκάθαρος ως προς το εν λόγω ζήτημα: είναι σαφώς υπέρ της απόλυτης ελευθερίας έκφρασης στο Twitter.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει, όμως, αντίθετη άποψη και έχει ήδη προειδοποιήσει τον διαπρεπή επιχειρηματία για την απαραίτητη μετριοπάθεια που θα πρέπει να συνεχίσουν να επιδεικνύουν οι χρήστες του μέσου. Σε άλλη περίπτωση, υπάρχει ο φόβος της τιμωρίας, της θεσμικής κύρωσης που μπορεί να λάβει ακόμη και τη μορφή του αποκλεισμού από την ευρωπαϊκή αγορά. Ειδικότερα, το Twitter πρέπει να συνεχίσει να ελέγχει και να εξαλείφει εγκαίρως όλες τις εξωφρενικά συνωμοτικές απόψεις και πληροφορίες «ψευδών ειδήσεων».
Κι εδώ, αγγίζουμε μια πραγματικά ευαίσθητη περιοχή που έχει να κάνει με την ελευθερία της πληροφόρησης στα σύγχρονα φιλελεύθερα καθεστώτα.
Μπορεί ο έλεγχος των πληροφοριών να λάβει τέτοιες προληπτικές διαστάσεις στα σύγχρονα φιλελεύθερα πολιτικά συστήματα; Κατά τον Μασκ, η συντακτική αρχή της απόλυτης ελευθερίας συνοψίζεται σε ένα tweet του ιδίου πριν από λίγες ημέρες: «Ελπίζω οι χειρότεροι επικριτές μου να παραμείνουν στο Twitter, γιατί αυτό ακριβώς σημαίνει ελευθερία του λόγου».
Η γνώμη αυτή παραβλέπει την ευρωπαϊκή πρόσληψη του φιλελευθερισμού. Στην Ευρώπη, και σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, έχουμε μια κουλτούρα κρατικής παρέμβασης, μια ιστορική κληρονομιά κρατισμού.
Από την άλλη, η θέση αυτή του νέου ιδιοκτήτη του Twitter, θυμίζει ένα διάσημο έργο του Τζον Μίλτον, «Αρεοπαγίτικα», το οποίο είναι μια πεζογραφική πολεμική του 1644 και το οποίο φέρει τον υπότιτλο «Μια ομιλία του κ. Τζον Μίλτον στο Κοινοβούλιο της Αγγλίας για την ανεμπόδιστη ελευθερία της δημοσίευσης». Αυτό το βιβλίο θεωρείται ουσιαστική βάση για την ελευθερία του Τύπου και των ΜΜΕ, γιατί κατέστησε δυνατή τη ρήξη με τον απολυταρχισμό, κατεξοχήν πολέμιο της ελεύθερης πληροφόρησης.
Στην ίδια γραμμή κινείται και ο Τζον Στιούαρτ Μιλλ, ο σημαντικότερος στοχαστής του φιλελευθερισμού τον 19ο αιώνα, ο οποίος θα υποστηρίξει πως όσο περισσότερη ελευθερία υπάρχει στην αγορά των ιδεών, τόσο μεγαλύτερος είναι ο ανταγωνισμός των ιδεών και τόσο συχνότερα οι πιο επιβλαβείς και ανόητες ιδέες περιθωριοποιούνται και εξαλείφονται.
Με άλλες λέξεις, φτάνουμε σε ένα παράδοξο, σε ένα φαινομενικά παράδοξο: η απόλυτη ελευθερία της πληροφόρησης είναι ίσως το καλύτερο εμπόδιο απέναντι σε θεωρίες συνωμοσίας και σε fake news, που δεν αντέχουν στη βάσανο του χρόνου., που προτιμούν να διαδίδονται στην μισή αφάνεια.