Οι αυξήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος έχουν πυροδοτηθεί από τις πρωτόγνωρες αυξήσεις της τιμής του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η τιμή του εισαγόμενου ορυκτού καυσίμου είναι 10 φορές υψηλότερη από πέρυσι και ακολουθεί φρενήρη πορεία αφού συνδέεται με τις γεωπολιτικές αναταράξεις στην Ευρώπη.
Έτσι, και με δεδομένο ότι το 40% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνουμε παράγεται από φυσικό αέριο, τα περιθώρια μείωσης των τιμών είναι ελάχιστα. Και ιδίως όσο συνεχίζονται οι γεωπολιτικές αναταραχές και η ενεργειακή εξάρτηση από το συγκεκριμένο ορυκτό καύσιμο.
Οι επιλογές των φωτοβολταϊκών
Χιλιάδες νοικοκυριά αναγνωρίζουν πλέον το ρόλο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ως προς το χαμηλό κόστος της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά, παράγουν φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια καθώς δεν εξαρτώνται από γεωπολιτικά συμφέροντα ενώ η ενέργεια που παράγουν είναι ανεξάντλητη και το κόστος «καυσίμου» μηδενικό.
Στο πλαίσιο αυτό οικιακοί καταναλωτές και επιχειρήσεις στρέφονται όλο και περισσότερο σε λύσεις που αξιοποιούν την ηλιακή ενέργεια για την παραγωγή των ποσοτήτων ρεύματος που χρειάζονται να καταναλώσουν.
Προγράμματα όπως το Net Metering, το «Φωτοβολταϊκά στη Στέγη», αλλά και το πλέον πρόσφατο ΗΡΩΝ ΕΝ.Α, είναι οι πιο διαδεδομένες επιλογές.
Αναλυτικά οι εναλλακτικές για φθηνή «πράσινη» ενέργεια λειτουργούν ως εξής:
- Ενεργειακός συμψηφισμός – Net Metering
To Net Metring προϋποθέτει την εγκατάσταση φωτοβολταϊκού στη στέγη και λειτουργεί ως εξής:
- Συμψηφίζει την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια με αυτήν που καταναλώνει ο ιδιοκτήτης του σπιτιού ή της επιχείρησης
- Χρεώνεται ο λογαριασμός ρεύματος, αν η κατανάλωση είναι υψηλότερη από την παραγωγή
- Με τη μείωση της ζήτησης για ένα μήνα ο συμψηφισμός μετατίθεται χρονικά σε άλλον μήνα, αλλά πάντα εντός της επόμενης τριετίας.
- Πρόγραμμα «φωτοβολταϊκά στη στέγη»
Το ειδικό πρόγραμμα «φωτοβολταϊκά στη στέγη» για οικιακούς καταναλωτές επίσης προϋποθέτει την εγκατάσταση φωτοβολταϊκού σε κύρια κατοικία, και λειτουργεί ως εξής:
- Ο Διαχειριστής Δικτύου αγοράζει με σταθερή τιμή 0,087 ευρώ ανά Κιλοβατώρα την παραγόμενη ενέργεια, για μια 20ετία.
- Πιστώνονται στο λογαριασμό τα έσοδα της μηνιαίας παραγωγής ρεύματος.
- Ισχύουν οι υπόλοιπες συμφωνηθείσες με τον προμηθευτή τιμολογιακές χρεώσεις και προσφορές
- Ανώτατο όριο παραγωγής ρεύματος τα 6 Κιλοβάτ στα φωτοβολταϊκά των διασυνδεδεμένων με το δίκτυο περιοχών και τα 3 Κιλοβάτ των μη διασυνδεδεμένων.