Το νέο πολιτικό σποτ του ΣΥΡΙΖΑ κινείται στο ίδιο ακριβώς νεοροβεσπερικό πνεύμα λαϊκής αγανάκτησης με όλα τα προηγούμενα. Μες σε δεκατέσσερα δευτερόλεπτα επιχειρείται η καθολική αποδόμηση του πολιτικού αντιπάλου, στον οποίο «πρέπει να σταλεί ο λογαριασμός για τον μισθό που δεν φθάνει, για το καρότσι που δεν γεμίζει, για τον μεγαλύτερο εδώ και 25 χρόνια», σε αντίθεση προς τον προγραμματικό λόγο που επιδιώκει με συνέπεια να αρθρώνει ο έτερος αντιπολιτευτικός πόλος, το ΚΙΝΑΛ.
Είναι πλέον καταφανές ότι η Κουμουνδούρου επιδιώκει, μετά και το τρίτο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, να αναβιώσει ένα ‘80ς πολιτικό κλίμα δομικής και πολιτικής αντιπαράθεσης με το κυβερνών κόμμα. Το ιστορικοπολιτικό σχήμα που επιχειρείται να αναβιώσει η αξιωματική αντιπολίτευση, συνοψίζεται στην εξίσωση «Λαϊκό Κόμμα = ΕΡΕ = Νέα Δημοκρατία». Ο αναχρονισμός είναι έκδηλος και η στόχευση, σταθερή: η ΝΔ επανιδρύει, μετά τις εκλογές του 2015, το «κράτος της Δεξιάς». Η έκφραση χρησιμοποιείται ήδη από βουλευτές και στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε αντιδιαστολή προς το ΚΙΝΑΛ που επιμένει να καταθέτει στον πολιτικό και δημόσιο διάλογο προγραμματικές ατζέντες για τη βελτίωση των λειτουργιών της κρατικής εξουσίας και του διοικητικού μηχανισμού της.
Παρακολουθώντας κανείς τα δεκατέσσερα δευτερόλεπτα του σποτ, αποκομίζει την εντύπωση ότι η επιβάρυνση των δημοσίων οικονομικών του τόπου είναι τόσο μεγάλη που μπορεί να συγκριθεί με τη δημοσιονομική κατάσταση της Ρουάντα. Βέβαια, μόνο μικροκομματικά εθελότυφλος αδυνατεί να διαπιστώσει ότι η αγοραστική δύναμή μας δεν έχει μειωθεί σημαντικά. Η πληθωριστική κρίση συνυφαίνεται πρωταρχικά με την ενεργειακή κρίση, όπως δεν παύει να τονίζει ο Πρόεδρος και το κομματικό δυναμικό του ΚΙΝΑΛ.
Κι εδώ ερχόμαστε σε ένα τρίτο, μα καίριο, ζήτημα. Το ζήτημα των Προέδρων των δύο κύριων αντιπολιτευτικών πόλων, του Α. Τσίπρα και του Ν. Ανδρουλάκη. Τα σοβαρά ελλείμματα γνώσεων σε κρίσιμους τομείς της ελληνικής κοινωνίας και της εξωτερικής πολιτικής εξακολουθούν να είναι ορατά διά γυμνού οφθαλμού στις πληβειακές δηλώσεις, με τα θνησιγενή ελληνικά, του Α. Τσίπρα, κατ’ αντίθεση προς τις στέρεες οικονομικές και γεωπολιτικές γνώσεις του Ν. Ανδρουλάκη, τις οποίες, το ξέρουμε, με κόπο και μεθοδικότητα έχει κατακτήσει.
Τις διαφορές αυτές τις διαπιστώνουμε και σε όλες τις σφυγμομετρήσεις κοινής γνώμης, όπως λόγου χάριν στην προχθεσινή πανελλαδική δημοσκόπηση της Alco, η οποία καταγράφει την εκλογική επάνοδο του ΚΙΝΑΛ και την παγίωση της τρίτης μόλις θέσης για τον σημερινό Πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος επιμένει να μην τροποποιεί ούτε κατ’ ελάχιστον αντιπολιτευτική γραμμή πλεύσης.