Τα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα ως μέλη τόσο ενός έθνους – κράτους όσο και της διεθνούς κοινότητας, επαναφέρουντην έννοια της κοινωνίας πολιτών στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος. Οι δύο κυρίαρχες απόψεις που κατατίθενται από τα κόμματα είναι αυτή της συμβατικής σοσιαλδημοκρατίας, η οποία εξεμέτρησε το ζην υπό την πίεση των δύο πετρελαϊκών κρίσεων της δεκαετίας του ’70, και αυτή του αριστερού ριζοσπαστισμού. Οι προσεγγίσεις αυτές, όμως, αποδεικνύονται, στις μέρες μας, μονομερείς και ανεπαρκείς ως προς το να δώσουν λύσεις στα θέματα που προκύπτουν μέσα από τις διαδικασίες της διεθνοποίησης κοινωνικών και οικονομικών διακυβευμάτων.
Η συμβατική σοσιαλδημοκρατία και η ριζοσπαστική αριστερά αντιμετωπίζουν την κοινωνία πολιτών με τους δικούς τους τρόπους, οι οποίοι, όμως, αντανακλούν παρελθοντικές αγκυλώσεις και έναν πεπερασμένο κρατισμό.
Είναι γεγονός ότι ο κρατικός παρεμβατισμός, που, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, προώθησε το σοσιαλδημοκρατικό συμβόλαιο συνέβαλε καθοριστικά στην αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου και στην παροχή κοινωνικών υπηρεσιών στους πολίτες. Στην περίπτωση αυτή, το κράτος υπερτερεί ηθικά και νομικά από κάθε άλλη μορφή κοινωνικής οργάνωσης και, ενώ η κοινωνία πολιτών εξακολουθεί να υφίσταται ως «τρίτος χώρος» ανάμεσα στο κράτος και τις δυνάμεις της αγοράς, δεν αποτελεί παρά ένα δευτερεύουσας σημασίας κοινωνικό και οικονομικό χώρο μεταξύ των πολιτών. Από τη δεκαετία του ’70, όμως, άρχισαν να εμφανίζονται τα προβλήματα της κευνσιανής πολιτικής. Το ΚΙΝΑΛ, υπό τη νέα του ηγεσία, φέρεται να ξεκόβει ολοένα και περισσότερο από την ισχυρή παράδοση κρατισμού της κλασικής σοσιαλδημοκρατίας, αναγνωρίζει τα δομικά προβλήματα που αυτή παρουσίασε στο διεθνή στίβο και κινείται προς μια πιο φιλελεύθερη αντιμετώπιση των ποικίλων συσσωματώσεων του τρίτου τομέα, της κοινωνίας πολιτών.
Στον αντίποδα αυτής της προσέγγισης ο αριστερός ριζοσπαστισμός επιμένει να αντιμετωπίζει την κοινωνία πολιτών με αυστηρά μαρξιστικούς όρους. Για αυτόν, όπως επιβεβαιώθηκε και στο πρόσφατο συνέδριό του, η κοινωνία πολιτών αντιμετωπίζεται ως περίπου άυλη, σχεδόν άσαρκη και, σε κάθε περίπτωση, «μονοκατηγοριακή». Η κοινωνικοπολιτική ολότητα γίνεται αντιληπτή αποκλειστικά με όρους κοινωνίας και κράτους, με την κοινωνία «εκβαρβαρισμένη» από τους αδιάκοπους ταξικούς ανταγωνισμούς και το κράτος ως τον κατεξοχήν θεσμό ρύθμισης και επίλυσης των κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων, τα οποία οξύνονται αναμφίβολα από τον πόλεμο που μαίνεται στο ουκρανικό έδαφος. Εδώ, η κοινωνία πολιτών εξαντλείται ουσιαστικά σε κοινωνικά κινήματα ριζικής αμφισβήτησης, με τα οποία τα αριστερά κομματικά υποκείμενα πρέπει να διατηρούν σχέσεις αλληλοτροφοδότησης.
Η οπτική του εγχώριου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος κινείται σαφώς εγγύτερα προς αυτήν του κυβερνώντος κόμματος. Σύμφωνα με αυτό, οι ανεπάρκειες των αντιλήψεων της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας, από την οποία ξεκόβει η νέα ηγεσία του ΚΙΝΑΛ, και της ριζοσπαστικής εκδοχής της αριστεράς καθιστούν όλο και πιο φανερή την ανάγκη να αναπτυχθεί ένας ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα στην ιδιωτική αρχή και την κρατική εξουσία. Η κοινωνία πολιτών νοείται ως ένας χώρος ελευθερίας δημιουργικότητας και αυτενέργειας των πολιτών και, κατ’ επέκταση, προώθησης σύγχρονων μορφών αλληλεγγύης και πολιτισμικών ανταλλαγών.
Εξάλλου, τα ίδια τα δεδομένα της εποχής μας παραπέμπουν στην ανάγκη «επανίδρυσης του κράτους» και δημιουργίας ενός νέου δημοκρατικού, ευέλικτου, επικοινωνιακού κα ανοικτού απέναντι στη σύγχρονη κοινωνία πολιτών και τις διάφορες συσσωματώσεις της συστήματος διακυβέρνησης. Το ζητούμενο, από την άποψη αυτή, φαίνεται να είναι κοινό για το κυβερνών κόμμα και την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ και παραπέμπει στην ανάγκη για μια νέα σύνθεση της σχέσης ανάμεσα στο κράτος, την αγορά και την κοινωνία πολιτών, όπου το κράτος δεν θα είναι ούτε ο κύριος παράγοντας της πολιτικής και κοινωνικοοικονομικής ζωής, αλλά ούτε και το παγερό θεσμικό μέσον που εξυπηρετεί τα συμφέροντας της μιας ή της άλλης μερίδας της αγοράς.
Ο Δρ. Μανώλης Σταυρουλάκης διδάσκει Πολιτική Επιστήμη στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης