Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε διαδικασία επανεξέτασης των κανόνων της για τις δημόσιες δαπάνες, το χρέος και τις επενδύσεις, που θα διαμορφώσουν την οικονομία της Ευρώπης στο μέλλον. Η εκπομπή Real Economy αναδεικνύει τι σημαίνει αυτό για το μέλλον των κρατικών δαπανών στην ΕΕ, ιδίως όταν πρόκειται για επενδύσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής;
Η υπουργοί Οικονομικών Ολλανδίας και Ισπανίας ζητούν μια μεταρρύθμιση που θα επιτρέψει τις δημόσιες επενδύσεις που απαιτούνται για την υλοποίηση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης. Οι δύο υπουργοί παρουσίασαν την κοινή δήλωση τους τη Δευτέρα 4 Απριλίου, στο περιθώριο της συνάντησης των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης στο Λουξεμβούργο.
Οι τρέχοντες κανόνες ανάγονται στη συνθήκη του Μάαστριχτ: οι κυβερνήσεις πρέπει να διατηρήσουν τα ελλείμματά τους κάτω από το 3% και το χρέος τους κάτω από το 60% της οικονομικής παραγωγής. Αυτό τέθηκε προσωρινά σε αναστολή κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ώστε οι κυβερνήσεις να μπορούν να δαπανήσουν περισσότερα.
Οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ
Οι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ έχουν να κάνουν με τον τρόπο με τον οποίο οι χώρες διαχειρίζονται τα δημόσια οικονομικά τους. Στον πυρήνα τους είναι ότι το ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα πρέπει να περιορίζεται στο 3% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος και το συνολικό δημόσιο χρέος να μην ξεπερνά το 60%.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αυτοί οι κανόνες τέθηκαν σε αναστολή, αλλά θα επιστρέψουν το 2023. Με τα χρόνια, o τρόπος λειτουργίας των κανόνων έχει γίνει υπερβολικά περίπλοκος. Επιπλέον, το οικονομικό τοπίο έχει αλλάξει: έχουμε αύξηση του δημόσιου χρέους, μεγάλη ανάγκη για κρατικές επενδύσεις που θα βοηθήσουν την Ευρώπη να γίνει πράσινη και ψηφιακή και τώρα ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε μια έκθεση αξιολόγησης του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησής της, μαζί με μια διαβούλευση με συνδικάτα, πανεπιστήμια, κεντρικές τράπεζες, εθνικά κοινοβούλια και τους υπουργούς Οικονομικών της Ε.Ε. Και πρόκειται να κάνει συστάσεις αργότερα μέσα στο 2022. Η έκθεση μελετά πώς τα δημόσια οικονομικά μεγέθη θα παραμείνουν βιώσιμα, ενώ παράλληλα να δίνονται κίνητρα κυρίως για πράσινες επενδύσεις.
Βέλγιο
Το Βερβιέ είναι στην περιφέρεια της Βαλλονίας. Έχει βιώσει ήδη τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Πέρσι το καλοκαίρι ο ποταμός Βεζντρ υπερχείλισε με καταστροφικές συνέπειες. Η ανοικοδόμηση και οι αναγκαίες προσαρμογές για το μέλλον αναμένεται να κοστίσουν 45 εκατομμύρια ευρώ μόνο για τα δημόσια κτίρια.
Ένα κόστος που βαραίνει πολύ τον προϋπολογισμό της πόλης, όπως εξηγεί η δήμαρχος Μιριέλ Ταρνιόν:
«Ήταν μια ανθρώπινη τραγωδία, γιατί χάθηκαν 38 άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων 8 στο Βερβιέ. Οι ειδικοί για το κλίμα προβλέπουν περισσότερες πλημμύρες σε 10, ίσως και 15 χρόνια. Μιλούν επίσης για κύματα καύσωνα, οπότε η ανοικοδόμηση πρέπει να τα λαμβάνει αυτά υπόψη. Αλλά οι κατασκευές αντοχής κοστίζουν περισσότερο. Η δανειοληπτική μας ικανότητα είναι περιορισμένη. Επιτρέπεται να δανειστούμε μέχρι 125 ευρώ ανά κάτοικο».
Εκτός από το κόστος προσαρμογής στη ζωή με την κλιματική αλλαγή, απαιτούνται επίσης επειγόντως επενδύσεις για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι οι ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις πρέπει να αυξάνονται κατά 392 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως μέχρι το 2030. Ένας από τους βασικούς τομείς για επενδύσεις είναι η παραγωγή ενέργειας.
Η Βαλμπούργκα Χέμετσμπεργκέρ είναι διευθύνουσα σύμβουλος στην Solarpower Europe: «Στον ηλιακό τομέα, θέλουμε να περάσουμε από τα 165 gigawatt σήμερα, που τροφοδοτούν περίπου 50 εκατομμύρια νοικοκυριά στην Ευρώπη, στο 1 terawatt. Αυτό ισοδυναμεί με 117 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Αυτή είναι σχεδόν όλη η ποσότητα που εισάγουμε από την Ρωσία. Πολλά μπορούν να προέλθουν από ιδιωτικές επενδύσεις, αλλά προφανώς και τα κράτη μέλη πρέπει να διαδραματίσουν ρόλο».
Τέτοιες κολοσσιαίες δαπάνες επιβαρύνουν σε μεγάλο βαθμό τους προϋπολογισμούς των κρατών μελών, αναγκάζοντάς τα να λάβουν δύσκολες δημοσιονομικές αποφάσεις. Στο Βέλγιο, το δημόσιο χρέος βρίσκεται ήδη στο 111% του ΑΕΠ. Πολλοί ζητούν μεταρρύθμιση του ανώτατου ορίου του δημόσιου χρέους, ειδικά όταν πρόκειται για επενδύσεις που σχετίζονται με τη διπλή μετάβαση στην οποία έχει εισέλθει η ΕΕ: την ψηφιακή και την κλιματική μετάβαση.
Οι δημοσιονομικοί κανόνες έχουν ανασταλεί το 2020 για να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού. Πρέπει να επιστρέψουν όπως ήταν, όταν τελειώσει η κρίση; Η ΜΚΟ Δίκτυο για την Κλιματική Δράση πιστεύει ότι πρέπει να τροποποιηθούν:
«Το πρόβλημα δεν είναι άμεσο. Είναι όμως προ των πυλών γιατί αυτοί οι κανόνες θα επιστρέψουν. Αναμένεται ότι η κλιματική αλλαγή θα επηρεάσει τελικά την παραγωγικότητα της οικονομίας. Δεν μπορεί να υπάρξει βιωσιμότητα του χρέους, εάν δεν ενεργήσουμε τώρα για την κλιματική αλλαγή. Τα συνδικάτα λένε ότι δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας σε έναν νεκρό πλανήτη. Εγώ θα έλεγα ότι δεν υπάρχει βιωσιμότητα του χρέους σε έναν νεκρό πλανήτη. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε μια μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων της Ε.Ε., οι οποίοι περιορίζουν τις δημόσιες δαπάνες» τονίζει η Ιζαμπέλ Μπρασέ, συντονίστρια μεταρρυθμίσεων της δημοσιονομικής πολιτικής της Ε.Ε.
Καθώς οι τιμές της ενέργειας εκτινάσσονται στα ύψη μετά τις κυρώσεις για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ανάγκη μείωσης της εξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια θα μπορούσε να αποτελέσει πρόσθετη ώθηση για την Ε.Ε. να μεταρρυθμίσει τους δημοσιονομικούς της κανόνες.
Πάολο Τζεντιλόνι, Ευρωπαίος Επίτροπος για την Οικονομία:
Σε συνέντευξή του στο euronews, o Ευρωπαίος Επίτροπος για την Οικονομία, Πάολο Τζεντιλόνι, επεσήμανε πως οι δημοσιονομικοί κανόνες καθορίστηκαν πριν από 25 χρόνια, και σήμερα το μέσο επίπεδο χρέους στην ευρωζώνη είναι κοντά στο 100%.
Εκτίμησε πως πρέπει να γίνει προσαρμογή, ώστε να επέλθει σταδιακή μείωση του χρέους, που θα επιτρέψει τις απαιτούμενες επενδύσεις. Εμφανίστηκε ωστόσο επιφυλακτικός όσον αφορά σε αλλαγή ως προς τα όρια του 3% και του 60%, για τα οποία είπε πως είναι περίπλοκη διαδικασία, καθώς θα επιφέρει αλλαγές σε συνθήκες και θα απαιτηθεί η διεξαγωγή δημοψηφισμάτων.
Στη δεδομένη χρονική συγκυρία, όπου απαιτούνται μεγάλες δημόσιες επεδύσεις για την επίτευξη των στόχων για το κλίμα, αλλα και την απεξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια και τι σημαίνει αυτό για τη μελλοντική δημοσιονομική πολιτική, ο Πάολο Τζεντιλόνι, απάντησε ότι στην παρούσα κατάσταση δεν είναι εφικτή η εφαρμογή της προηγούμενης εμπειρίας κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης όπου υπήρξε μια πολύ πρώιμη ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και μια σταδιακή μείωση των δημοσίων επενδύσεων.
Επεσήμανε ότι αυτό που χρειάζεται είναι δημοσιονομικοι κανόνες που να στοχεύουν στη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, αλλά ταυτόχρονα να δημιουργούν χώρο για δημόσιες επενδύσεις.
Κάτι που προέκυψε μέσα από αυτές τις τρομερές κρίσεις της πανδημίας και του πολέμου, ήταν το μήνυμα για την ανάγκη ενότητας. Χρειαζόμαστε μια ισχυρότερη Ευρώπη και για να έχουμε μια ισχυρότερη Ευρώπη, χρειαζόμαστε καλύτερο συντονισμό. Και φυσικά, οι δημοσιονομικοί κανόνες είναι η βάση γι’ αυτό, κατέληξε ο Ευρωπαίος Επίτροπος