Η εθιμολογία του Πάσχα είναι συνυφασμένη με την έννοια της ανάστασης και έχει ενσωματώσει προ-χριστιανικές ευετηριακές πρακτικές που σχετίζονται με τον βλαστικό κύκλο της φύσης. Εντάσσεται στον εαρινό εθιμικό κύκλο και ακολουθεί ως φυσική συνέχεια τα έθιμα της Αποκριάς, καθώς μετά την Καθαρά Δευτέρα ξεκινά η Μεγάλη Σαρακοστή που προετοιμάζει συμβολικά αλλά και με την διατροφική της εγκράτεια για το πέρασμα στη χαρά της αναγέννησης.
«Η καθαυτή εθιμική περίοδος του Πάσχα ξεκινά το Σάββατο του Λαζάρου και την Κυριακή των Βαΐων, με νεκρολατρικές και γονιμικές πρακτικές να εντοπίζονται σε όλη την Ελλάδα. Τις περισσότερες από αυτές γνωρίζουμε από παλαιότερες καταγραφές καθώς έχουν ατονήσει στο σύγχρονο αστικοποιημένο περιβάλλον» εξηγεί στο ΑΠΕ η Εθνολόγος-Λαογράφος και Προϊσταμένη Τμήματος Συλλογών, Έρευνας και Τεκμηρίωσης Λαϊκής Τέχνης Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού, Παναγιώτα Ανδριανοπούλου.
Στα εθιμικά δρώμενα των ημερών αυτών πρωταγωνιστούσαν κυρίως παιδιά και νεαρές γυναίκες, δηλαδή τα μέλη της κοινότητας που αντιπροσώπευαν την ευρωστία και την αναπαραγωγική δύναμή της. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα αναπαραστατικά νεκρολατρικά έθιμα που τείνουν να αναβιώνουν από τους λαογραφικούς συλλόγους και όχι αυθόρμητα από τις κοινότητες κατά κύριο λόγο εντοπίζεται στην Ήπειρο. Πρόκειται για το έθιμο του Ζαφείρη όπου ένα νεαρό παιδί που υποδύεται τον νεκρό, στολισμένο με κλαδιά και φύλλα ξεπετάγεται ζωντανό μετά το τέλος του μοιρολογιού της κοινότητας.
«Βασικό στοιχείο του Σαββάτου του Λαζάρου ήταν τα αγερμικά τραγούδια, κάλαντα δηλαδή που τραγουδιούνταν από παιδιά, τα οποία γυρνούσαν πόρτα- πόρτα σε όλα τα σπίτια του οικισμού φέροντας ομοίωμα του Λαζάρου είτε από ζυμάρι, είτε από κάποιο οικιακό αντικείμενο τυλιγμένο σε πανιά. Το «Ήρθε ο Λάζαρος ήρθαν τα Βάγια ήρθε η Κυριακή που τρων’ τα ψάρια» έχει επιβιώσει ως η απλούστερη μορφή των πασχαλινών καλάντων αναφέρει η Π. Ανδριανοπούλου.
Το Σάββατο του Λαζάρου τα τραγουδίσματα και οι αγερμοί προαναγγελίας της ανάστασης κυριαρχούν.