Παρά τη σφοδρή κριτική σε ολόκληρο τον κόσμο κατά της απρόκλητης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, η κατάφωρη παραβίαση του υφιστάμενου διεθνούς δικαίου εξακολουθεί από τη ρωσική πλευρά. Έχει σημειωθεί τεράστια καταστροφή γεφυρών, δρόμων, δημόσιων υποδομών, στρατιωτικών υποδομών και χιλιάδες Ουκρανοί πολίτες έχουν χάσει τη ζωή τους.
Οι ευρωπαϊκές χώρες τροποποιούν σημαντικά την εξωτερική τους πολιτική. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Γερμανία. Η ρηξικέλευθη απόφασή της να επανοπλιστεί ήταν ένας κρίσιμος παράγοντας. Αρχικά, απέστειλε πέντε χιλιάδες κράνη και σταμάτησε την Εσθονία να προμηθεύει γερμανικά όπλα και όπλα στην Ουκρανία.
Αλλαγή πολιτικής
Στις 27 Φεβρουαρίου, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς έλαβε μια πιο δυναμική στάση έναντι της Ρωσίας. Η Γερμανία παρέδωσε όπλα και ένα σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας στην Ουκρανία. Αυτή ήταν μια ουσιαστική πολιτική στροφή, στην οποία προέβη η Γερμανία δεκαετίες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην ομιλία, ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Σολτς τόνισε εμφατικά ότι «η Γερμανία θα πρέπει να επενδύσει πολύ περισσότερα στην ασφάλειά της προκειμένου να προστατεύσει την ελευθερία και τη δημοκρατία μας» και πρόσθεσε ότι «αυτός ο πόλεμος είναι ένα σημείο καμπής».
Ο Σολτς ανακοίνωσε ακόμη ότι η Γερμανία θα αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες στο ΝΑΤΟ. Αυτή η σημαντική αλλαγή πολιτικής αντικατοπτρίζει το πώς αυτός ο πόλεμος απειλεί τη θέση της Γερμανίας στην Ευρώπη και τον ρόλο της παγκοσμίως. Η ανακοίνωση, στην οποία προέβη π ο καγκελάριος, δείχνει την προθυμία της Γερμανίας να γίνει εξέχων παράγοντας ασφάλειας για την Ευρώπη και αυτή η κίνηση θα διαμορφώσει τη συνολική ευρωπαϊκή ατζέντα στο μέλλον.
Η σημερινή ηγεσία στο Βερολίνο έχει αλλάξει την αμυντική της πολιτική ανάλογα με την πραγματικότητα. Αυτή η μεταβολή θα βοηθήσει πιθανότατα τη Γερμανία να διαδραματίσει σημαντικότερο ρόλο στη στρατηγική ασφάλειας της Ευρώπης. Η ενίσχυση των στρατιωτικών της δυνάμεων είναι σημαντική για τη συνολική ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Η προσέγγιση της γερμανικής κυβέρνησης δείχνει τον τερματισμό της «πολιτικής Μέρκελ». Τερμάτισε επίσης την παραδοσιακή προσέγγιση τύπου «Ostpolitik», που αναφερόταν στην εξομάλυνση των σχέσεων της πάλαι ποτέ Δυτικής Γερμανίας με την Ανατολική Ευρώπη, της Γερμανίας, η οποία επικεντρώθηκε πρωτίστως στη διαχείριση των σχέσεων της Δυτικής και της Ανατολικής Γερμανίας.
Ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας θα διακόψει την πραγματιστική προσέγγιση της προηγούμενης καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ απέναντι στην Κίνα, η οποία αφορούσε γεωοικονομικά κίνητρα. Μια αυστηρή πολιτική έναντι της Κίνας είναι πιθανώς δυνατή λόγω του είδους της μεταχείρισης που παρέχει το Πεκίνο στους μουσουλμάνους Ουιγούρους και εξαιτίας των ζητημάτων που απορρέουν από την περιορισμένη ελευθερία λόγου στην Κίνα. Η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών έχει διατηρήσει τις «κοινές αξίες», μια σημαντική πτυχή της εξωτερικής πολιτικής. Η «βασισμένη στις αξίες» εξωτερική της πολιτική θα αλλάξει την προσέγγιση της Γερμανίας απέναντι στην Κίνα. Η νέα γερμανική ηγεσία συνασπισμού ανέφερε την Κίνα ως «συστηματικό αντίπαλο». Έτσι, μεγάλο μέρος της προσέγγισης της Γερμανίας προς την Κίνα θα εξαρτηθεί από το τι κάνει η Κίνα στο εσωτερικό.
Αλλαγή σελίδας στις διεθνή παρουσία της Γερμανίας
Οι τρεις μεγάλες πρωτόγνωρες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι η αυξανόμενη απειλή της Ρωσίας για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, η αυξανόμενη εισροή προσφύγων από την Ουκρανία και ένα τεράστιο πλήγμα στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας.
Θα είναι σημαντικό, ωστόσο, να δούμε πώς χειρίζεται ο Όλαφ Σολτς την τρέχουσα κρίση στην Ουκρανία, τις ευρωπαϊκές ενεργειακές ανάγκες και την αυξανόμενη προσφυγική κρίση. Ο καγκελάριος της Γερμανίας έχει επίγνωση της ιδιαίτερης ανάγκης για στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης αυτήν την ώρα. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν έχει ήδη προειδοποιήσει ότι είναι καιρός οι ευρωπαϊκές χώρες να είναι περισσότερο ανεξάρτητες ως προς τις αμυντικές τους ανάγκες. Η άμεση προτεραιότητα το γαλλογερμανικού άξονα θα είναι η διατήρηση της ενότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προστασία της ευρωπαϊκής κυριαρχίας και η οικοδόμηση μιας αρχιτεκτονικής διακυβέρνησης που θα διατηρήσει την Ευρώπη ασφαλή.