Κόσμος

Από την πυρηνική δυστοπία στην πυρηνική διακυβέρνηση

Οι περιβαλλοντικές και ανθρωπιστικές επιπτώσεις οποιασδήποτε πιθανής καταστροφής θα ήταν σοβαρές, αλλά οι πολιτικές επιπτώσεις θα εξαπλωθούν επίσης πολύ πέρα ​​από την Ουκρανία

Μετά και τις σημερινές απειλές για τη χρήση πυρηνικών σε περίπτωση ένταξης της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, καθίσταται πλέον σαφές ότι στην Ουκρανία, ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με δύο μείζονες απειλές: ένα πυρηνικό ατύχημα και τη χρήση πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία. Ο πρώτος κίνδυνος παραλίγο να υλοποιηθεί πρόσφατα με την πυρκαγιά σε πυρηνικό σταθμό που προκλήθηκε από ρωσικό βλήμα. Οι απρόσεκτες ρωσικές στρατιωτικές ενέργειες μέσα και γύρω από άλλες ουκρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις (ενεργούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, αποθήκες πυρηνικών αποβλήτων και τα ερείπια της πυρηνικής τοποθεσίας του Τσερνόμπιλ) προκαλούν επίσης ανησυχία. Η σχετική προεδοποίηση του πρώην Ρώσου Προέδρου Ντμίτρι Μεντβέντεφ αναφορικά με τις προοπτικές μιας πυρηνικής δυστοπίας καταδεικνύει περαιτέρω τους μεγάλους κινδύνους που ενυπάρχουν στην παρούσα κατάσταση.

Οι περιβαλλοντικές και ανθρωπιστικές επιπτώσεις οποιασδήποτε πιθανής καταστροφής θα ήταν σοβαρές, αλλά οι πολιτικές επιπτώσεις θα εξαπλωθούν επίσης πολύ πέρα ​​από την Ουκρανία. Διακυβεύεται το παγκόσμιο σύστημα για την πρόληψη ακριβώς αυτού του είδους των κινδύνων. Οι ενέργειες της Ρωσίας αποκάλυψαν την έλλειψη σαφών κανόνων για την ασφαλή μεταχείριση των πυρηνικών εγκαταστάσεων και υλικών σε περιόδους πολέμου.

Παρά την τραγωδία στην Ουκρανία, αυτοί οι έντονοι παγκόσμιοι κίνδυνοι καλούν εκ των πραγμάτων τα κράτη να λάβουν άμεσα μέτρα για να αποτρέψουν την πυρηνική καταστροφή, αναπτύσσοντας ένα νέο καθεστώς πυρηνικής ευθύνης που μειώνει αυτούς τους κινδύνους και αξιοποιεί τα εγγενή οφέλη της πυρηνικής ενέργειας.

Η ανοικοδόμηση της διεθνούς συνεργασίας για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων πρέπει να βασίζεται σε δύο ρεαλιστικές προϋποθέσεις. Πρώτον, οι χώρες που διαθέτουν ήδη πυρηνικά όπλα δεν θα τα εγκαταλείψουν σύντομα. Δεύτερον, η έντονη ανησυχία που προκλήθηκε από τις ουκρανικές κρίσεις στην ενεργειακή ασφάλεια σε συνδυασμό με την ανάγκη να μειωθεί το αποτύπωμα του άνθρακα στον πλανήτη για να αποτραπεί η περαιτέρω υπερθέρμανσή του μπορεί κάλλιστα να οδηγήσει πολλές χώρες στην κατασκευή πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής.

Συνεπώς, για να υπάρχουν πιθανότητες γρήγορου απεγκλωβισμού από τα σημερινά αδιέξοδα, οποιαδήποτε πρωτοβουλία πυρηνικής ευθύνης πρέπει να πλαισιωθεί με όρους που θα μπορούσε να υποστηρίξει ένα ευρύ φάσμα παραγόντων, παρά τις αναντίρρητες διαφορές τόσο στην ευρύτερη πυρηνική ατζέντα όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο. Πρέπει να απευθύνεται σε κράτη με και χωρίς πυρηνικά όπλα, συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων που επιθυμούν να απαλλάξουν οριστικά τον κόσμο από αυτά. Θα πρέπει επίσης να έχει απήχηση τόσο σε εκείνους που υποστηρίζουν την πυρηνική ενέργεια, έστω και μόνο ως μεταβατική τεχνολογία για την παροχή ενεργειακής ασφάλειας και την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, όσο και σε εκείνους που προτιμούν να εγκαταλείψουν άμεσα την πυρηνική ενέργεια.

Χρειάζεται, λοιπόν, ένα νέο καθεστώς πυρηνικής ευθύνης, στο οποίο θα συμμετάσχουν υπεύθυνα οι σύγχρονες κρατικές οντότητες. Ένα καθεστώς πυρηνικής ευθύνης θα μπορούσε να βοηθήσει άμεσα στην αποφυγή εκτόξευσης απειλών για τη χρήση πυρηνικής ενέργειας και, μακροπρόθεσμα, στην εκ νέου οικοδόμηση της παγκόσμιας συναίνεσης για τη μείωση των κινήτρων για τη χρήση πυρηνικών.