Το γνωρίζουν αρκετοί και το μαθαίνουν διαρκώς και περισσότεροι Ευρωπαίοι: Η Ρωσία στηρίζει την επεκτατική της πολιτική στηριζόμενη κατά κύριο λόγο στην ευρωπαϊκή εξάρτηση απ’ αυτήν σε φυσικό αέριο. Το ερώτημα που εύλογα γεννάται είναι το εάν μπορεί η Ευρώπη να απεξαρτηθεί από την ρωσική αυτή εξάρτηση.
Έως τώρα, τα είκοσι επτά κράτη – μέλη της Ε.Ε. έχουν ακολουθήσει μια στρατηγική σταδιακών κυρώσεων που, παρά τη μαζική και πρωτοφανή φύση τους, δεν έχουν μπορέσει να αναχαιτίσουν τα κύματα του πολεμοχαρούς πουτινισμού. Οι θηριωδίες που διέπραξε ο ρωσικός στρατός στην Μπούκα αρκούν για να επαληθεύσουν το αληθές της διαπίστωσης.
Ένα ολόκληρο τμήμα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας δεν μπορεί, ελλείψει εναλλακτικής λύσης, να συνεχίσει τις δραστηριότητές της για μεγάλο χρονικό διάστημα ακόμη. Η συνέχιση του πολέμου έχει, πέρα από την ανθρωπιστική καταστροφή που προκαλεί, και οικονομικό κόστος. Οι Ευρωπαίοι δεν έχουμε τίποτα να κερδίσουμε από ένα πιθανό αδιέξοδο στη σύγκρουση, η οποία θα διατηρήσει ισχυρές εντάσεις στις τιμές της ενέργειας και θα τροφοδοτήσει την, εξαιρετικά επιζήμια για τις επιχειρήσεις, αστάθεια.
Βέβαια, καλό είναι να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψη ότι, πριν από λίγες μέρες, η Λιθουανία διέκοψε πλήρως την εισαγωγή φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Στην Πολωνία, η ίδια απόφαση πρόκειται να τεθεί σε ισχύ μέχρι το τέλος του έτους και η Ιταλία γνωστοποίησε ότι δεν θα ασκήσει βέτο σε ένα ευρωπαϊκό εμπάργκο στην ενέργεια, παρά την ιδιαίτερη εξάρτησή της από την Ρωσική Ομοσπονδία.
Αυτό πρέπει να θεωρηθεί ως μια ευκαιρία για την επιτάχυνση μιας ενεργειακής μετάβασης που η Ευρώπη θα έπρεπε να ολοκληρώσει ακόμη και χωρίς τη ρωσική κρίση. Με τον ίδιο τρόπο που η ΕΕ μπόρεσε να βρει μηχανισμούς αλληλεγγύης για να αντιμετωπίσει την πανδημία, οι είκοσι επτά καλούνται να βρουν από κοινού μια λύση, έτσι ώστε η απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο να είναι όσο το δυνατόν πιο ανώδυνη.
Η Ευρώπη επέλεξε να μην εμπλακεί άμεσα, από άποψη στρατιωτική, στον πόλεμο. Στον ενεργειακό τομέα, εκεί όπου τζογάρει πρωταρχικά η Ρωσία, είναι καιρός να γίνει κοινή συνείδηση ότι η αυτονόμησή της είναι πλέον μονόδρομος. Μονόδρομος δύσβατος και ανηφορικός, μα ικανός να της επιτρέψει να αποκτήσει τον έλεγχο των κινήσεών της και την τρωθείσα αξιοπρέπειά της.