Πολιτική

Φιλελεύθερος – Όπως Χατζηδάκης

Ο σημερινός Υπουργός Εργασίας ανήκει σε εκείνη την μάλλον σπανίζουσα κατηγορία πολιτικών που κομίζουν σύγχρονες πολιτικές ιδέες στην πολιτική ζωή της χώρας.

Ο σημερινός Υπουργός Εργασίας ανήκει σε εκείνη την μάλλον σπανίζουσα κατηγορία πολιτικών που κομίζουν σύγχρονες πολιτικές ιδέες στην πολιτική ζωή της χώρας.

Ο Αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας (ναι, είναι Αντιπρόεδρος και φροντίζει να μην προβάλει αυτή την ιδιότητα, πολύτιμο εφόδιο για μελλοντικούς προεδρικούς σχεδιασμούς) φέρνει στις αποσκευές του ιδέες με σαφές φιλελεύθερο πρόσημο. Και με αυτήν την έννοια, δεν ξενίζει η προσήλωσή του στους θεσμικούς κανόνες διεξαγωγής της πολιτικής αντιπαράθεσης, στην δημόσια διαβούλευση, στην ανοιχτή πολιτική.

Και από αυτό το φυσιογνωμικό χαρακτηριστικό του απορρέουν οι αποφυγές της πολιτικής λογοδοσίας. Επιδιώκει τον πολιτικό διάλογο με έναν ανεξίτηλα φιλελεύθερο τρόπο. Συμμορφώνεται στους κανόνες της δημοκρατικής ανταλλαγής απόψεων και η συμμόρφωση αυτή φαίνεται να είναι η προσωπική του πηγή, από την οποία κυρίως αντλεί αυτήν την ιδιαίτερα μειλίχια αντιμετώπιση του πολιτικά ετερόδοξου. Όχι για να την «φέρει» στον συνομιλητή του, για να τον «τουμπάρει» πονηρά στο τέλος, αλλά γιατί είναι δεκτικός στο αντεπιχείρημα, την διαφορετική άποψη, την αντίθεση που θα διατυπωθεί.

Κι αυτή η στάση του συνυφαίνεται και με ένα ακόμη κρίσιμο στοιχείο: τον προγραμματικό λόγο. Κινείται σταθερά εντός θέματος. Στηρίζεται στη γνώση των εμπειρικών στοιχείων του φακέλου, αποφεύγοντας με θαυμαστή συνέπεια τις ωραιοπαθείς αοριστολογίες, στις οποίες καταφεύγουν συχνά πολιτικοί του αντίπαλοι όταν προσκρούουν στα τείχη που η ίδια η πραγματικότητα θέτει.

Ο Υπουργός Εργασίας δεν θα μπορούσε να είναι λοιπόν παρά αντλαϊκιστής. Ο φιλελευθερισμός του δεν είναι εκλεκτικός, δεν εξαντλείται στη σφαίρα της πολιτικής. Το δημοκρατικό του ήθος συμπλέκεται με τον οικονομικό φιλελευθερισμό και τη σύστοιχη ανάγκη προώθησης φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων. Αυτές που κάνουν (ακόμη;) τον λόγο του να χαρακτηρίζεται με εκείνη την μηχανή εκφοράς λόγου ως νεοφιλελεύθερος ή, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη ορολογία, μιας παρακμάζουσας αριστεράς, «ακραία νεοφιλελεύθερος». Ίσως επειδή οι φωνές αυτές αγνοούν ότι υπάρχουν σφόδρα προβληματικές επιχειρήσεις του δημοσίου τομέα, που απαιτούν τον εξορθολογισμό τους. Ίσως επειδή επιμένουν να παραβλέπουν το δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος των προβληματικών αυτών επιχειρήσεων για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, που επιμένουμε να αξιολογούμαστε καθημερινά, ως εάν να είμαστε «ιππότες της ελεύθερης αγοράς».

Κι αυτά τα βασικά, τα στοιχειώδη δεν προκύπτουν από το ένα ή το άλλο δοκίμιο του Χάγιεκ ή του Φρίντμαν. Είναι κοινοί τόποι και κοινές παραδοχές σε όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές κοινότητες και οικονομίες της εποχής μας. Ή μήπως όχι;