Τραγωδία στο Κιάτο, όπου 35χρονη έχασε τη ζωή της από αλλαντίαση που της προκάλεσαν πράσινα φασόλια.
Σύμφωνα με πληροφορίες του korinthostv.gr, οι δύο γυναίκες αισθάνθηκαν έντονη αδιαθεσία, με αποτέλεσμα οι οικείοι τους να καλέσουν ασθενοφόρο.
Επί τόπου, έσπευσε ασθενοφόρο ΕΚΑΒ, όπου παρέλαβε και μετέφερε και τις δύο γυναίκες στο Κέντρο Υγείας Κιάτου.
Εκεί, διαπιστώθηκε ο θάνατος της 35χρονης γυναίκας, ενώ η μητέρα της διακομίστηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Κορίνθου, όπου νοσηλεύεται διασωληνωμένη. Στη σορό της άτυχης γυναίκας θα γίνει ιατροδικαστική εξέταση.
Κατά πληροφορίες από ιατρούς, πιθανότατα, η αντίδραση αυτή οφείλεται σε τροφική δηλητηρίαση, κατόπιν κατανάλωσης κάποιου δηλητηριώδους φυτού, όπως είναι το διαβολόχορτο. Ωστόσο, όλα τα ενδεχόμενα παραμένουν ανοιχτά.
Προανάκριση για τα αίτια διενεργεί το Αστυνομικό Τμήμα Κιάτου, ενώ αναμένονται οι ιατροδικαστικές αναφορές που θα ρίξουν φως στην υπόθεση .
Τι είναι η αλλαντίαση
Η αλλαντίαση είναι μια σπάνια αλλά σοβαρή παραλυτική νόσος που προκαλείται από μια νευροτοξίνη η οποία παράγεται από το βακτηρίδιο Clostridium botuiinum και μερικές φορές από στελέχη των βακτηριδίων Clostridium butyricum και Clostridium baratii. Υπάρχουν έξι είδη αλλαντίασης: α) η τροφιμογενής, β) η βρεφική, γ) η εντερική τοξιναιμία των ενηλίκων, δ) η τραυματική, ε) η ιατρογενής και στ) η εισπνευστική.
Το Clostridium botulinum είναι ένα Gram (+) βακτηρίδιο που αναπτύσσεται καλύτερα υπό αναερόβιες συνθήκες. Το βακτηρίδιο παράγει σπόρια που του επιτρέπουν να επιβιώνει σε δυσμενείς συνθήκες μέχρι να υπάρξουν κατάλληλες συνθήκες που να επιτρέψουν την ανάπτυξή του. Υπάρχουν 7 τύποι αλλαντικής τοξίνης που διαχωρίζονται με τα γράμματα Α, Β, C, D, E, F, G. Μόνο οι τύποι Α, Β, Ε και σπάνια ο F προκαλούν νόσο στον άνθρωπο. Η αλλαντική τοξίνη θεωρείται από τις πιο θανατηφόρες ουσίες.
Η μέση θανατηφόρος δόση (lethal dose- LD50) είναι 1 ng τοξίνης ανά χιλιόγραμμο βάρους σώματος.
Τα συμπτώματα στην τροφιμογενή αλλαντίαση ξεκινούν είτε πολύ νωρίς, μέσα σε 6 ώρες από την κατανάλωση μολυσμένης τροφής, είτε αργά έως και 10 ημέρες μετά. Συνήθως, ο μέσος χρόνος επώασης της νόσου είναι 18-36 ώρες.
Στην εισπνευστική αλλαντίαση ο χρόνος επώασης είναι μεγαλύτερος και κυμαίνεται από 12 έως 80 ώρες μετά την έκθεση, ενώ στη βρεφική είναι άγνωστος λόγω του ότι δεν διευκρινίζεται συνήθως πότε έγινε η κατάποση των σπόρων του βακτηρίου.
Παρόλο που η απέκκριση τοξίνης και μικροβίων στα κόπρανα των ενηλίκων ασθενών με εντερική τοξιναιμία συνεχίζεται για εβδομάδες ή μήνες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων δεν έχει καταγραφεί μετάδοση της νόσου από άνθρωπο σε άνθρωπο.