Έγινε πολλή συζήτηση και συνεχίζει να γίνεται για την ξεκάθαρη θέση που πήρε η Ελλάδα στην ουκρανική κρίση και ακόμα περισσότερο για την απόφαση να στείλει όπλα.
Το αντεπιχείρημα είναι ότι θα έπρεπε είτε να τηρήσει ίσες αποστάσεις είτε να είναι πιο «διακριτική» στη στάση της και πάντως να μην ενισχύσει με όπλα τους Ουκρανούς.
Οι υποστηρίζοντες αυτήν την άποψη φέρνουν ως παράδειγμα το Ισραήλ, τα ΗΑΕ, την Αίγυπτο, την Τουρκία.
Κατ’ αρχήν να πούμε ότι όλες αυτές οι χώρες έχουν στοιχεία στην εξωτερική τους πολιτική και στην κουλτούρα ασφαλείας τους από τα οποία μπορεί να αντλήσει η Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά στο συγκεκριμένο θέμα όμως δεν είναι ίδιες οι αφετηρίες μας και επίσης δεν είναι ίδιες οι δυνατότητές μας σχετικά με το εύρος των επιλογών στο ουκρανικό. Επίσης διακυβεύονται διαφορετικά ζητήματα για τον καθένα, έχουμε η κάθε χώρα διαφορετικές σχέσεις με τους βασικούς εμπλεκομένους, ΗΠΑ και Ρωσία, ανήκουμε σε διαφορετικές συμμαχίες και οργανισμούς και επίσης, δεν είναι όλοι αυτοί μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ πλην Τουρκίας που είναι στο τελευταίο αλλά εσχάτως με αστερίσκο.
‘Οπως διαφαίνεται, δε, έχουμε και αποκλίσεις στους σχεδιασμούς για το μέλλον. Εν κατακλείδι δεν έχουμε απολύτως τα ίδια προβλήματα, τις ίδιες προτεραιότητες, τις ίδιες ανάγκες, ωστόσο σε κάποια από αυτά συγκλίναμε, κάποια ήταν-είναι κοινά για αυτό και με τις τρεις χώρες, Ισραήλ, ΗΑΕ και Αίγυπτο συνήψαμε ενεργειακές, εξοπλιστικές και αμυντικές συμφωνίες. Παρεμπιπτόντως αυτοί οι τρεις βρέθηκαν και συζήτησαν σχετικά με την κοινή ανησυχία που έχουν για την αμερικανική πολιτική στην περιοχή η οποία θεωρούν ότι τους θίγει για διάφορους λόγους…
Η κατάσταση είναι διεθνώς είναι ρευστή, συσχετισμοί και σχέσεις που παλαιότερα άλλαζαν σε δεκαετίες πλέον μεταβάλλονται σε μέρες ή και ώρες. Ακλόνητες συμμαχίες κλυδωνίζονται και ορκισμένοι εχθροί προσεγγίζουν ο ένας τον άλλον για να αντιμετωπίσουν μία νέα απειλή που τους φέρνει κοντά. Αυτό γίνεται πλέον σε ποδοσφαιρικούς ρυθμούς.
Το παιχνίδι έχει γίνει γρήγορο. Κοντολογίς ο καθένας κινείται αναλόγως της εκτίμησης που έχει για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του.
Και η Ελλάδα αυτό έκανε. Ορθόν ή όχι θα φανεί. Πάντως κινήθηκε, δεν έμεινε αδρανής και εφόσον εκτίμησε ότι το συμφέρον της τής επιβάλλει να ταχθεί καθαρά με τη μία πλευρά, το έκανε εμφατικά. Βασικά πήρε τη θέση που πήραν όλοι οι υπόλοιποι, κάποιοι με καθυστέρηση, στην ΕΕ, ακόμα και αυτοί που είχαν πολλά να χάσουν από τη διακοπή των σχέσεων με τη Ρωσία, όπως η Γερμανία. Ακόμα και η Ελβετία και η Σουηδία εγκατέλειψαν την ουδετερότητά τους. Αφ ης στιγμής η κυβέρνηση θεώρησε ότι το εθνικό συμφέρον εξυπηρετείται με καθαρή θέση κατά του εισβολέα, έκανε αυτό που έκανε σχετικά νωρίς, ευελπιστώντας προφανώς να εγγράψει διπλωματικό κεφάλαιο, ειδάλλως θα φαινόταν ότι το πράττει ως παρακολούθημα των υπολοίπων.
Το αντιφατικό είναι ότι αυτοί που κατηγορούσαν (ορθώς) το πολιτικό σύστημα για φοβικότητα και υπερβολικές ισορροπίες και έφερναν ως παράδειγμα αποφασιστικότητας το Ισραήλ και τα ΗΑΕ, τώρα που ελήφθη τολμηρή απόφαση την ψέγουν και επικαλούνται πάλι το Ισραήλ και τα ΗΑΕ που τηρούν αποστάσεις για τους δικούς τους λόγους…
Οι αποφάσεις δεν είναι εύκολες και το επόμενο διάστημα θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολες όπως και οι εξελίξεις. Το τελευταίο που χρειαζόμαστε είναι μία νέα οπαδοποίηση διότι τα πράγματα θα είναι πολύ πιο σύνθετα από αυτό. Και πολύ πιο άγρια.