Κόσμος

Πόλεμος Ουκρανία: Ο ρόλος του ΝΑΤΟ – Τι προβλέπει η Συμμαχία για τις τύχες των λαών

Η πιθανότητα να ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ ήταν η σπίθα που πυροδότησε τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Επισήμως σε πόλεμο από τις πέντε τα ξημερώματα της Πέμπτης 24 Φεβρουαρίου 2022, η Ουκρανία και ήδη 4 χώρες ζητούν την ενεργοποίηση του άρθρου 4 του ΝΑΤΟ. Την ίδια στιγμή οι αναλυτές εκτιμούν, πως ήταν ακριβώς το αίτημα ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ το στοιχείο που πυροδότησε τον πόλεμο με τη Ρωσία, καθώς ο Πούτιν δεν θα ανεχόταν σε καμία περίπτωση, να συνορεύει με Νατοϊκή χώρα.

Συγκεκριμένα Πολωνία, Λετονία, Εσθονία και Λιθουανία ζητούν να ενεργοποιηθεί του συγκεκριμένου άρθρου από τον κανονισμό του ΝΑΤΟ.

Η πολωνική κυβέρνηση ανακοίνωσε σήμερα, πως ζήτησε από το ΝΑΤΟ να ενεργοποιήσει το άρθρο 4 της συνθήκης της Συμμαχίας, το οποίο προβλέπει διαβουλεύσεις σε περίπτωση απειλής κατά της ασφάλειας ενός των μερών, μετά τη ρωσική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας.

Τι προβλέπει το άρθρο 4

Σύμφωνα με το Άρθρο 4 «Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θέλουσι συσκέπτεσθαι από κοινού οσάκις κατά την γνώμην οιουδήποτε εξ αυτών απειλείται η εδαφική ακεραιότης ή πολιτική ανεξαρτησία ή ασφάλεια ενός οιουδήποτε των Μερών».

Το ερώτημα είναι αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις ενεργοποίησης του Άρθρου 4 σε αυτή την περίπτωση. Οι ερμηνείες του Άρθρου 4 συνδέονται με το Στρατηγικό Δόγμα του ΝΑΤΟ. Μετά την κατάρρευση του Υπαρκτού Σοσιαλισμού το Στρατηγικό Δόγμα του ΝΑΤΟ έχει αλλάξει τρεις φορές.

Στο Στρατηγικό Δόγμα του 1991 αναφέρεται ότι με βάση το Άρθρο 4, η Συμμαχία πρέπει να λειτουργεί ως ένα διατλαντικό forum για τις διαβουλεύσεις των Μερών σε θέματα που αφορούν τα ζωτικά τους συμφέροντα, περιλαμβανομένων και των εξελίξεων που δημιουργούν κινδύνους για την ασφάλεια των Μερών.

Το υπουργείο Εξωτερικών για το ΝΑΤΟ

Από το πλήρες ενημερωτικό παράθεμα του υπουργείου Εξωτερικών για το ΝΑΤΟ, παραθέτουμε επιλεκτικά σημεία, που με τον έναν, ή με τον άλλον τρόπο επηρεάζουν τις δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία. Ολόκληρο το παράθεμα ΕΔΩ.

Τι προβλέπει ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου (NATO)

1. Γενικά – Τα μέλη του ΝΑΤΟ Ο Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου (North Atlantic Treaty Organization – NATO) ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 1949. Ιδρυτικά του μέλη είναι το Βέλγιο, η Γαλλία, η Δανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, η Ισλανδία, η Ιταλία, ο Καναδάς, το Λουξεμβούργο, η Νορβηγία, η Ολλανδία και η Πορτογαλία.

Η Ελλάδα έγινε μέλος του Βορειοατλαντικού Συμφώνου το 1952, ταυτόχρονα με την Τουρκία. Κατά τις επόμενες διευρύνσεις του ΝΑΤΟ στον Οργανισμό προσχώρησαν κατά σειρά η τότε Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (1955), η Ισπανία (1982), η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Τσεχία (1999), η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Ρουμανία, η Σλοβακία, η Σλοβενία (2004), η Αλβανία, η Κροατία (2009) και το Μαυροβούνιο (2017). Η Βόρεια Μακεδονία, σε συνέχεια της υπογραφής του Πρωτοκόλλου Ένταξής της στο ΝΑΤΟ (6.2.2019), το οποίο θα πρέπει να κυρωθεί από το σύνολο των 29 κρατών-μελών του ΝΑΤΟ προκειμένου τεθεί σε ισχύ, αναμένεται να καταστεί σύντομα το 30ο μέλος της Συμμαχίας. 2. Βασική Αποστολή του ΝΑΤΟ. Η νέα Στρατηγική Αντίληψη του ΝΑΤΟ, που υιοθετήθηκε το 2010, προδιαγράφει τρεις κύριες αποστολές της Συμμαχίας: α) συλλογική άμυνα (Άρθρο 5 της Ιδρυτικής Συνθήκης της Ουάσιγκτων), β) διαχείριση κρίσεων και γ) ενδυνάμωση της συνεργασίας με εταίρους της (τρίτες χώρες και διεθνείς Οργανισμούς).

Τι προβλέπει για Συνεργασία με Τρίτες Χώρες και Διεθνείς Οργανισμούς

α) Σχήματα συνεργασίας με Τρίτες Χώρες Ρωσία. Η συνεργασία ΝΑΤΟ-Ρωσίας εγκαινιάσθηκε επίσημα στη Σύνοδο Κορυφής της Ρώμης το 1997, με την υπογραφή της Ιδρυτικής Πράξης ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Το 2002, ιδρύθηκε το Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ρωσίας (NATO Russia Council-NRC), σκοπός του οποίου είναι η καθιέρωση ενός κύριου μηχανισμού για την προώθηση του διαλόγου και της συνεργασίας μεταξύ των 29 κρατών μελών της Συμμαχίας και της Ρωσίας επί ζητημάτων ασφαλείας αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Παρά το γεγονός ότι, μετά την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας και την αποσταθεροποίησης στην Ανατολική Ουκρανία (2014), το ΝΑΤΟ διέκοψε κάθε συνεργασία με την Ρωσία (συμπεριλαμβανομένου και του Συμβουλίου NRC), στο πλαίσιο της διττής προσέγγισης που τηρεί το ΝΑΤΟ με την Ρωσία (άμυνα και αποτροπή από την μία πλευρά και διάλογος από την άλλη), το NRC επαναλειτούργησε το 2016 και διεξάγονται περιοδικές συναντήσεις σε επίπεδο Μονίμων Αντιπροσώπων στις Βρυξέλλες, κατά τις οποίες συζητούνται ζητήματα που άπτονται της κρίσεως στην Ουκρανία, της κατάστασης στο Αφγανιστάν, των υβριδικών απειλών και διενεργούμενων νατοϊκών και ρωσικών στρατιωτικών ασκήσεων.

Ωστόσο, η πρόσφατη οριστική κατάρρευση της Συνθήκης INF στις 2.8.19 έχει επιβαρύνει έτι περαιτέρω τις σχέσεις ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Εν προκειμένω, η Συμμαχία υιοθέτησε πακέτο μέτρων έναντι της ανάπτυξης του ρωσικού χερσαίου πυραυλικού συστήματος SSC-8, ενώ η Μόσχα ανακοίνωσε τη λήψη συμμετρικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της επίσπευσης παραγωγής νέων οπλικών συστημάτων.

Ουκρανία. Οι σχέσεις του ΝΑΤΟ με την Ουκρανία χρονολογούνται από τις αρχές της δεκαετίας 1990, αμέσως μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Το 1991 η Ουκρανία έγινε μέλος του Συμβουλίου Βορειοατλαντικής Συνεργασίας και το 1994 του προγράμματος Συνεργασίας για την Ασφάλεια. Το 1997 ιδρύθηκε η Επιτροπή ΝΑΤΟ-Ουκρανίας (NATO-Ukraine Comission-NUC), η οποία αποτελεί μέχρι σήμερα τον κύριο μοχλό συνεργασίας και εμβάθυνσης του πολιτικού διαλόγου ΝΑΤΟ-Ουκρανίας.

Γεωργία. Οι σχέσεις ΝΑΤΟ-Γεωργίας εγκαινιάσθηκαν αμέσως μετά την λήξη του Ψυχρού Πολέμου το 1991. Μετά την κρίση με την Ρωσία, το 2008, αποφασίστηκε η σύσταση της Επιτροπής ΝΑΤΟ-Γεωργίας (NATO-Georgia Commission-NGC), ρόλος της οποίας είναι η παροχή πολιτικής συμβουλευτικής υποστήριξης και πρακτικής συνεργασίας έτσι ώστε η Γεωργία να έρθει πιο κοντά στους ευρωατλαντικούς της στόχους. Στην Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Ουαλία το 2014, αποφασίστηκε η συμμετοχή της Γεωργίας στην Πλατφόρμα Διαλειτουργικότητας, μια πρωτοβουλία προώθησης συνεργασίας των Συμμάχων και των εταίρων που συνεισφέρουν σημαντικά στις νατοϊκές επιχειρήσεις. Λόγω των επιδόσεων αυτών στην συνεργασία με το ΝΑΤΟ, η Γεωργία έλαβε καθεστώς Εταίρου Ενισχυμένων Ευκαιριών (Enhanced Opportunity Partner)

Partnership for Peace Program. Το Πρόγραμμα «Συνεργασία για την Ειρήνη» ιδρύθηκε το 1994 με κύριο σκοπό την προώθηση της διμερούς συνεργασίας του ΝΑΤΟ με κάθε χώρα Εταίρο της Συμμαχίας. Στο Πρόγραμμα συμμετέχουν 22 χώρες (Αρμενία, Αυστρία, Αζερμπαϊτζάν, Βοσνία Ερζεγοβίνη, Φιλανδία, Γεωργία, Ελβετία,  Ιρλανδία, Καζακστάν, Κιργιστάν, Λευκορωσία, Μάλτα, Μολδαβία, Μαυροβούνιο, Ρωσία, Σερβία, Σουηδία, Ουκρανία, Ουζμπεκιστάν, Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, Τατζικιστάν, Τουρκμενιστάν), συνεισφέροντας σε όλες τις πτυχές ασφαλείας του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών ασκήσεων και του σχεδιασμού της πολιτικής προστασίας. Το Πρόγραμμα Συνεργασίας για την Ασφάλεια εντάσσεται στο ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο του Συμβουλίου Ευρωατλαντικής Συνεργασίας (EAPC). Από εκεί και πέρα, έχουν διαμορφωθεί, με ορισμένες εκ των ως άνω χωρών, όπως Αυστραλία, Σουηδία, Φινλανδία, Γεωργία, Ιορδανία, πιο προωθημένες σχέσεις συνεργασίας, (Enhanced Opportunity Partners), ιδιαίτερα στον τομέα της διαλειτουργικότητας των ενόπλων δυνάμεών τους με το ΝΑΤΟ.

Μεσογειακός Διάλογος. Ο Μεσογειακός Διάλογος ξεκίνησε το 1994 με απόφαση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου. Αποτελεί σχήμα διμερούς συνεργασίας (ΝΑΤΟ +1) με 7 χώρες μη μέλη (Αλγερία, Μαρόκο, Αίγυπτος, Ισραήλ, Ιορδανία, Μαυριτανία και Τυνησία). Σκοπός του Διαλόγου είναι η προώθηση της ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή της Μεσογείου, μέσω προώθησης εργαλείων συνεργασίας όπως η συνολική Αντίληψη Επιχειρησιακών Δυνατοτήτων (Operational Capabilities Concept-OCC) και το Σχέδιο Δράσης Συνεργασίας κατά της Τρομοκρατίας (Partnership Action Plan Against Terrorism-PAP-T). Όπως προαναφέρθηκε, η Ιορδανία είναι η μόνη χώρα του Μεσογειακού Διαλόγου που διατηρεί και καθεστώς EOPs (Enhanced Opportunity Partners) του ΝΑΤΟ.

Πρωτοβουλία Συνεργασίας της Κωνσταντινούπολης-Istanbul Cooperation Initiative (ICI). Η Πρωτοβουλία Συνεργασίας της Κωνσταντινούπολης αποσκοπεί στην προώθηση της μακροπρόθεσμης συνεργασίας του ΝΑΤΟ με χώρες του Κόλπου στον τομέα της ασφάλειας. Από τις έξι χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου, τέσσερις έχουν αποδεχθεί την πρόσκληση συνεργασίας του ΝΑΤΟ στο πλαίσιο της ICI και συγκεκριμένα το Μπαχρέιν, το Κατάρ, το Κουβέιτ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.  Η συνεργασία του ΝΑΤΟ με τις χώρες του σχήματος αυτού γίνεται κυρίως σε διμερές επίπεδο και προσαρμόζεται στους τομείς στους οποίους κάθε χώρα επιλέγει να συνεισφέρει, όπως η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και ο έλεγχος διασποράς των όπλων μαζικής καταστροφής.

Εταίροι ανά τον Κόσμο – Partners Across the Globe Πέραν από τις επίσημες συνεργασίες και συνέργειες, το ΝΑΤΟ έχει αναπτύξει στενές επαφές με μια σειρά κρατών που δεν ανήκουν στις ως άνω δομές συνεργασίας (Ιράκ, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ιαπωνία. Ν. Κορέα, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Μογγολία). Η συνεργασία του ΝΑΤΟ με τα κράτη αυτά αφορά σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος, όπως η αντιμετώπιση απειλών ασφαλείας. Για παράδειγμα, προς την κατεύθυνση της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, το ΝΑΤΟ παρέχει την εκπαιδευτική του υποστήριξη στις Ένοπλες Δυνάμεις του Ιράκ, ενώ από τις αρχές του 2017 δραστηριοποιείται στη χώρα εξειδικευμένη ομάδα εκπαιδεύσεως (Core Team). Σημειώνεται ότι η Αυστραλία ανήκει και στην προαναφερθείσα κατηγορία των ΕΟΡ (Enhanced Opportunity Partners) του ΝΑΤΟ.

β) Συνεργασία με Διεθνείς Οργανισμούς. Το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, έχοντας είκοσι δύο (22) κοινά κράτη μέλη, αποτελούν δύο Οργανισμούς που μοιράζονται κοινά συμφέροντα, αξίες, αλλά και προκλήσεις ασφαλείας. Αν και η θεσμική συνεργασία ΝΑΤΟ και Ε.Ε. χρονολογείται από το 2001, τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική κινητικότητα όσον αφορά την ενίσχυση των κοινών δράσεων των δύο Οργανισμών.

Συγκεκριμένα, στις 8 Ιουλίου 2016, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία (8-9.7.2016), υπεγράφη Κοινή Διακήρυξη του Γενικού Γραμματέως ΝΑΤΟ και των Προέδρων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, γνωστή και ως Κοινή Διακήρηξη ΝΑΤΟ-ΕΕ. Σε αυτήν περιλαμβάνονται οι εξής στρατηγικοί τομείς συνεργασίας μεταξύ των δύο Οργανισμών: (α)  υβριδικές απειλές, (β) επιχειρησιακή συνεργασία, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων θαλάσσιας  ασφάλειας, (γ) συνεργασία επί θεμάτων κυβερνοασφάλειας και κυβερνοάμυνας, (δ)  αμυντικές δυνατοτήτες των δύο Οργανισμών, (ε) αμυντική βιομηχανία και έρευνα , (στ) ασκήσεις (ζ) οικοδόμηση δυνατοτήτων τρίτων κρατών-εταίρων των δύο Οργανισμών στους τομείς της άμυνας και ασφάλειας.

Κοινή διακήρυξη

Επί τη βάσει της προαναφερθείσας Κοινής Διακήρυξης , υιοθετήθηκαν στις 6.12.2016 από το Συμβούλιο της ΕΕ και το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο του ΝΑΤΟ 42 κοινές προτάσεις συνεργασίας των δύο Οργανισμών (common set of proposals). Το περιεχόμενο των 42 κοινών αυτών προτάσεων αναφέρεται αναλυτικά σε συγκεκριμένες δράσεις, στους ανωτέρω τομείς συνεργασίας, με έμφαση στην προώθηση του συντονισμού και συνεργασίας σε επιτελικό επίπεδο (staff-to-staff), συμπεριλαμβάνοντας δράσεις και στον τομέα του πολιτικού διαλόγου.

Ένα χρόνο αργότερα, στο πλαίσιο της Συνόδου των Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις 5.12.2017, υιοθετήθηκαν νέες προτάσεις συνεργασίας ΝΑΤΟ και ΕΕ, προς υλοποίηση των αποφάσεων της Συνόδου της Βαρσοβίας του 2016. Οι νέες προτάσεις που προστέθηκαν στην λίστα συνεργασίας των δύο Οργανισμών περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων τη διευκόλυνση της στρατιωτικής κινητικότητας στην ευρωπαϊκή ήπειρο, την ανταλλαγή πληροφοριών με έμφαση στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, καθώς και την ενίσχυση του ρόλου των γυναικών στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας (κατ’ εφαρμογή της Απόφασης 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ).

Η νέα κοινή δήλωση

Τέλος, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες (11-12.7.2018) υπεγράφη νέα Κοινή Δήλωση του Γενικού Γραμματέως ΝΑΤΟ και των Προέδρων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με την οποία επιβεβαιώθηκε η βούληση αμφοτέρων Οργανισμών για περαιτέρω εμβάθυνση της συνεργασίας και εντατικοποίηση των κοινών προσπαθειών τους για την αντιμετώπιση κοινών προσκλήσεων και απειλών ασφαλείας.

Συνεπώς η ενίσχυση της πρακτικής συνεργασίας ΝΑΤΟ-ΕΕ λαμβάνει χώρα μέσω των 74 αυτών προτάσεων συμφώνως προς αρχές οι οποίες αποτυπώνονται ρητώς στα Συμπεράσματα του Συμβουλίου της ΕΕ και στην Δήλωση των Υπουργών Εξωτερικών ΝΑΤΟ της 6ης Δεκεμβρίου 2016. Συγκεκριμένα, στην παράγραφο 2 των εν λόγω Συμπερασμάτων της ΕΕ αναφέρεται ότι η συνεργασία ΝΑΤΟ-ΕΕ «θα συνεχίσει να λαμβάνει χώρα σε πνεύμα πλήρους διαφάνειας (openness and transparency) και με πλήρη σεβασμό στην αυτονομία λήψης αποφάσεων και τις διαδικασίες αμφότερων οργανισμών. Θα βασίζεται στις αρχές του μη αποκλεισμού και της αμοιβαιότητας με την επιφύλαξη του ιδιαίτερου χαρακτήρα της πολιτικής άμυνας και ασφάλειας κάθε κράτους μέλους».

Η συνεργασία με τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών εγκαινιάσθηκε στις αρχές του 1990, ενώ το 2008 υπεγράφη το πλαίσιο συνεργασίας των δύο οργανισμών, το οποίο ανανεώθηκε το 2018. Στους κύριους τομείς συγκαταλέγονται η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, ο έλεγχος εξάπλωσης μικρών όπλων και όπλων μαζικής καταστροφής, η παροχή τεχνογνωσίας του ΝΑΤΟ στις ειρηνευτικές επιχειρήσεις του ΟΗΕ, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εμπόλεμες περιοχές, καθώς και η αναβάθμιση του ρόλου των γυναικών στην αποτροπή των συρράξεων.

Με τον ΟΑΣΕ η Συμμαχία διεξάγει πολιτικό διάλογο σε όλα τα επίπεδα από το 1998. Τα ζητήματα που εντάσσονται στον διάλογο των δύο οργανισμών έχουν να κάνουν με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, την φύλαξη των συνόρων, τον έλεγχο των όπλων και τον αφοπλισμό, την ενεργειακή ασφάλεια, καθώς και την εφαρμογή της Απόφασης 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας για τις Γυναίκες, την Ειρήνη και την Ασφάλεια. Οι δύο οργανισμοί έχουν αναπτύξει επίσης συμπληρωματικές αποστολές στα Δυτικά Βαλκάνια και συγκεκριμένα στη Βοσνία Ερζεγοβίνη, το Κόσοβο και τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας.

3. Η Ελλάδα στο ΝΑΤΟ Η Ελλάδα προσχώρησε στην Βορειοατλαντική Συμμαχία το 1952, κατά το πρώτο κύμα διεύρυνσης, μαζί με την γειτονική Τουρκία. Οι γεωπολιτικοί λόγοι και οι συγκυρίες της ψυχροπολεμικής εκείνης εποχής ανεδείκνυαν τον ρόλο των δύο κρατών για τη νότια πτέρυγα της Συμμαχίας, καθώς λειτουργούσαν ως ένα «νότιο κρηπίδωμα» για την Μεσόγειο και τις θερμές θάλασσες.

Ωστόσο, ακόμα και μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η σημασία της Ελλάδος δεν έπαυσε να αναδεικνύεται στις ευρωατλαντικές δομές. Η στρατηγική θέση της χώρας μας στη νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο, σε άμεση γειτνίαση με την Βόρειο Αφρική  και την Μέση Ανατολή, μετατρέπει αυτομάτως τα ελληνικά/ευρωπαϊκά σύνορα σε νότιο προμαχώνα του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παράλληλα, η (γεω)πολιτική σταθερότητα της Ελλάδος σε μια ευρύτερη περιοχή αστάθειας, πολιτικών αναταραχών, πολεμικών συγκρούσεων, μεταναστευτικών μετακινήσεων και κλιματικής αλλαγής, καθιστά την χώρα μας Σύμμαχο σημαντικής προστιθέμενης αξίας για τη νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Οι πρωτοβουλίες που έχει λάβει η ελληνική διπλωματία στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και συγκεκριμένα, η σύσταση τριμερών συνεργασιών, καθώς και η διοργάνωση των Διασκέψεων για την Ασφάλεια και τη Σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, βαρύνουν πολιτικά τον ρόλο που διαδραματίζει η χώρα στην περιοχή, μετατρέποντάς την σε Σύμμαχο-πάροχο ασφάλειας για το ΝΑΤΟ.

Επί πλέον, η χώρα μας συμμετέχει ενεργά στον στρατηγικό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ, με γνώμονα την προάσπιση του εθνικού συμφέροντος και με πλήρη σεβασμό στους βορειοατλαντικούς της Συμμάχους. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, στην Σύνοδο των Υπουργών Αμύνης του ΝΑΤΟ τον Φεβρουάριο του 2016, με κοινή πρωτοβουλία της χώρας μας, της Γερμανίας και της Τουρκίας, αποφασίστηκε η νατοϊκή δραστηριότητα στο Αιγαίο, απώτερος στόχος της οποίας είναι η  αντιμετώπιση της προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης, αλλά και η προστασία των ανθρώπινων ζωών από τους παράνομους διακινητές και από τα δίκτυα εμπορίας ανθρώπων.  Ταυτόχρονα όμως με το επιχειρησιακό σκέλος, η χώρα μας πληροί τις υποχρεώσεις της απέναντι στους νατοϊκούς της Συμμάχους και δη, στον επιμερισμό των αμυντικών βαρών. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των Συμμάχων που διαθέτουν ποσοστό άνω του 2% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες, ενώ καταβάλει προσπάθειες εκπλήρωσης και στόχου διάθεσης 20% έως το 2024 στο πλαίσιο δημοσιονομικών δυνατοτήτων και διεθνών  δεσμεύσεων της χώρας.

Αποτελεί στρατηγική της Ελλάδας η ένταξη των Βαλκανίων στη Συμμαχία

Αποτελεί στρατηγική επιλογή της Ελλάδος, σε απόλυτη σύμπνοια με την πολιτική του ΝΑΤΟ, η ολοκλήρωση της προσπάθειας ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στη Συμμαχία. Με σεβασμό στις αρχές και στις αξίες της τελευταίας και εφ’ όσον πληρούνται όλα τα κριτήρια και οι συμπεφωνημένες προϋποθέσεις για τις υπό ένταξη χώρες, όπως η ύπαρξη δημοκρατικών δομών, ο σεβασμός του κράτους δικαίου, αλλά και των σχέσεων καλής γειτονίας, η Ελλάδα θα συνεχίσει να υποστηρίζει με συνέπεια την ευρωατλαντική ολοκλήρωσή τους.

Εις ό,τι αφορά τις σχέσεις της Συμμαχίας με τη Ρωσία, η Ελλάδα υποστηρίζει τη «διττή προσέγγιση» και έχει επανειλημμένως εκφράσει την άποψη ότι ο διάλογος ΝΑΤΟ-Ρωσίας θα πρέπει να γίνει σταδιακά ουσιαστικότερος, τόσο σε πολιτικό, όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο, με κατά το δυνατόν λιγότερα σημεία τριβής ικανά να αποτελέσουν εστίες αντεγκλήσεων και αντιπαραθέσεων.

Η Ελλάδα, αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην ενίσχυση της πρακτικής συνεργασίας ΝΑΤΟ-ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα υλοποιείται επ’ ωφελεία αμφοτέρων των πλευρών, με γνώμονα την προσέγγιση «Οργανισμού προς Οργανισμό» και την διατήρηση της αυτονομίας καθενός εξ αυτών, την κατηγορηματική απόρριψη οιουδήποτε αποκλεισμού συμμετοχής στη συνεργασία αυτή κράτους-μέλους της ΕΕ, την πλήρη διαφάνεια έναντι των κρατών-μελών, καθώς και την αναγνώριση της διακριτής φύσης και των διαφορετικών δυνατοτήτων ΝΑΤΟ και ΕΕ.

Τέλος, στο πλαίσιο ΟΑΣΕ, η Ελλάδα υποστηρίζει την ανάγκη επανεκκίνησης ουσιαστικού διαλόγου περί του καθεστώτος Ελέγχου Εξοπλισμών στην Ευρώπη. Εν προκειμένω, συμμετέχει ενεργά στο «Δομημένο Διάλογο», ΟΑΣΕ, όπως και στην «Πρωτοβουλία Steinmeier» για την επανεκκίνηση διαλόγου για τον Έλεγχο Συμβατικών Εξοπλισμών στην Ευρώπη.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο