Στις 10 Ιουνίου 1996, ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αείμνηστος Κωστής Στεφανόπουλος πραγματοποίησε μια κρίσιμη επίσκεψη στη Γερμανία. Μέλος του διπλωματικού του γραφείου, τον θυμάμαι πάνω από έναν τεράστιο ανοικτό χάρτη της Ελλάδας που η ελληνική αντιπροσωπία είχε φροντίσει να έχει μαζί της, να ενημερώνει με αποφασιστικότητα, αυστηρότητα, ενίοτε και ένταση, τους Γερμανούς συνομιλητές του για την προκλητική, απολύτως αβάσιμη και αποσταθεροποιητική τουρκική αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επί της Γαύδου επ’ ευκαιρία της νατοϊκής άσκησης “Dynamic Mix 1996”. Μάλιστα η αμφισβήτηση αυτή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του κατοικημένου ελληνικού νησιού, 26 μίλια νοτίως της Κρήτης επεκτάθηκε λίγο μετά σε όλα τα γύρω από την Κρήτη νησιά.
Μέσα στην πολύ βαριά ατμόσφαιρα που είχε ήδη δημιουργηθεί από το θερμό επεισόδιο των Ιμίων και την ανάδυση της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών», η νέα εκείνη τουρκική πρόκληση είχε πυροδοτήσει εντονότατες αντιδράσεις της Αθήνας σε όλα τα επίπεδα.
Τελικά, η Άγκυρα αναγκάστηκε σε διευκρινιστικές δηλώσεις περί «τεχνικο-στρατιωτικού και όχι πολιτικού ζητήματος». Από τότε η Άγκυρα δεν επανέφερε – τουλάχιστον επισήμως- αυτό το θέμα.
Σήμερα εικοσιπέντε χρόνια μετά, στο ξεκίνημα του 2022, η εφημερίδα της κεμαλικής αντιπολίτευσης “Soscu”, επανέφερε σε πρωτοσέλιδό της την αμφισβήτηση της ελληνικότητας της Γαύδου, η οποία «τελεί υπό ελληνική κατοχή»!H τουρκική κυβέρνηση έχει έως τώρα μείνει σιωπηλή. Ούτε υιοθετεί ούτε όμως και τις αποκηρύσσει.
Είναι προφανές ότι ενόψει των τουρκικών Προεδρικών εκλογών του 2023 η αντιπολίτευση δεν προτίθεται ν’ αφήσει ελεύθερο το πεδίο της εθνικιστικής ρητορικής στον Πρόεδρο Ερντοάν και τον απαραίτητο συνέταιρό του, πρώην «γκρίζο λύκο», Μπαχτσελί.
Καθώς η τουρκική οικονομία βυθίζεται σε μια δίνη χωρίς ορατή διέξοδο, ο Πρόεδρος Ερντοάν δεν μπορεί να περιμένει αναστήλωση της καίρια τραυματισμένης εικόνας του από εξελίξεις στο εσωτερικό. Είναι λογικό να την αναζητήσει στην τόνωση της τουρκικής εθνικής περηφάνιας. Τα ζητήματα του Κουρδικού, του Κυπριακού και οι σχέσεις με την Ελλάδα λόγω της συναισθηματικής φόρτισης που εμπεριέχουν, ήταν ανέκαθεν θέματα εσωτερικής πολιτικής και ψηφοθηρικής εκμετάλλευσης στην Τουρκία.
Βάσει των θεσμικών προβλέψεων, το 2022 είναι και για την Τουρκία και για την Ελλάδα και για την Κύπρο προεκλογικό έτος. Αυτή η χρονική συγκυρία δεν ευνοεί, το αντίθετο, δυσχεραίνει την δυνατότητα μετριοπαθών κινήσεων στην πολιτικό-διπλωματική και επιχειρησιακή σκακιέρα. Την ευθύνη έχει η τουρκική πλευρά δεδομένων των ενεργειών και δηλώσεών της, καθ’ όλο το τελευταίο χρονικό διάστημα. Με μπαράζ παραβιάσεων και κυρίως υπερπτήσεων ελληνικών νησιών καθώς και με δηλώσεις που στρέφονται ευθέως όχι μόνον κατά συγκεκριμένων πολιτικών θέσεων αλλά και προσώπων όπως του Έλληνα Πρωθυπουργού κ. Κ. Μητσοτάκη, του Υπουργού Εξωτερικών κ. Ν. Δένδια και πιο πρόσφατα ακόμα και της Προέδρου της Δημοκρατίας κας Κ. Σακελαροπούλου. Η «προσωποποίηση και δαιμονοποίηση του αντιπάλου» θεωρείται στις διεθνείς σχέσεις ως σοβαρό αρνητικό σημάδι.
Τις τελευταίες ημέρες έχουμε νέα σοβαρή επιβάρυνση των ήδη βεβαρυμμένων ελλήνο-τουρκικών σχέσεων. Η Άγκυρα θέτει σε όλα τα επίπεδα το ζήτημα της αποστρατικοποίησης νησιών του Αιγαίου ως προϋπόθεση αναγνώρισης της ελληνικής κυριαρχία επ´αυτών. Κατ´ουσίαν, εμπλουτίζει τη διαβόητη θεωρία των «γκρίζων ζωνών», καθώς πλέον μιλά για υπό όρους και προϋποθέσεις ελληνική κυριαρχία, όχι μόνον σε κάποια μικρά νησιά, νησίδες ή βραχονησίδες αλλά σε νησιά όπως η Λέσβος, η Χίος, η Σάμος, η Λήμνος, η Σαμοθράκη.
Με δύο λόγια, η Άγκυρα αμφισβητεί επίσημα και επίμονα το σκληρό πυρήνα των εδαφικών ρυθμίσεων ελληνικού ενδιαφέροντος της Συνθήκης της Λωζάνης που το 2023 συμπληρώνει έναν αιώνα ζωής. Το ίδιο κάνει και για τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947 που αφορά στα Δωδεκάνησα. Η εξέλιξη ήταν αναμενόμενη για εκείνους που ερμηνεύουν χωρίς εξωραϊσμούς και ωραιοποιήσεις την τουρκική εξωτερική πολιτική.
Η Άγκυρα άλλωστε έχει προαναγγείλει ότι εάν η Ελλάδα δεν ανταποκριθεί στο ζήτημα της αποστρατικοποίησης, η τουρκική διπλωματία, σύντομα θα ξεκινήσει δράσεις για διεθνοποίησή του, απευθυνόμενη σε πρώτη φάση, στις χώρες που έχουν υπογράψει τις Συνθήκες Λωζάνης και Παρισίων. Ο Πρόεδρος Ερντοάν έχει δείξει ότι πράττει ό,τι εξαγγέλλει, διότι προφανώς το έχει προηγουμένως μελετήσει, σχεδιάσει και προετοιμάσει καλά. Τον περασμένο Ιούλιο χει ήδη κάνει το πρώτο σοβαρό βήμα «διεθνοποίησης» με τις γνωστές πλέον, επιστολές Σινιρλίογλου προς τον ΟΗΕ. Οι θετικές για την Ελλάδα δηλώσεις από Ουάσιγκτον, Λονδίνο και Βρυξέλλες περί αδιαμφισβήτητης ελληνικής κυριαρχίας επί των νησιών, δεν θα αποθαρρύνουν την Τουρκία. Η στρατηγική της σταδιακής αλλά και σταθερής αναθεώρησης του σημερινού status quo στην ευρύτερη περιοχή Αιγαίου, Ανατολικής Μεσογείου, εγγύς και Μέσης Ανατολής, αποτελεί υψηλή προτεραιότητα και στόχευση της νεοθωμανικής πολιτικής της.
Ταυτόχρονα, η κατάσταση στην Ουκρανία, αργά ή γρήγορα, θα «γεννήσει» εξελίξεις, συμφωνίες και διευθετήσεις, ανεξάρτητα από την όποιας μορφής έκβασή της. Συμφωνίες και ρυθμίσεις θα απαιτηθούν είτε για να εφαρμοστεί τυχόν εκτόνωση της κρίσης, είτε – πολύ σοβαρότερες από τις προηγούμενες – για διευθετήσεις μετά από πιθανή θερμή αναμέτρηση, π.χ. στην περιοχή Ντόμπας, στην Ανατολική Ουκρανία. Τέτοιες ρυθμίσεις θα μπορούσαν να έχουν μορφή πολιτικών διευθετήσεων ή ελέγχου εξοπλισμών στο ευρύτερο πλαίσιο μιας νέας ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας ή ακόμα και εδαφικών διευθετήσεων στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία δεν αποκλείεται να εκμεταλλευθεί την ουκρανική κρίση. Να μην διστάσει να την χρησιμοποιήσει ως πρόφαση, δικαιολογία ή καταλύτη για να υποστηρίξει ότι «ήρθε η ώρα των αλλαγών και των νέων περιφερειακών διευθετήσεων».
Ουδείς μπορεί να γνωρίζει εάν κάτι τέτοιο θα συμβεί. Ούτε όμως και κανείς μπορεί να το αποκλείσει. Η Ελλάδα είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει έγκαιρα και αποτελεσματικά ένα αποσταθεροποιητικό «αναθεωρητικό» σενάριο που η Τουρκία έχει προαναγγέλλει. Η κυβέρνηση ήδη ευαισθητοποιεί και ενημερώνει εξαντλητικά φίλους, εταίρους και συμμάχους στην Ε.Ε και στο ΝΑΤΟ, αλλά και ευρύτερα. Ο ΟΗΕ είναι άλλωστε ο θεματοφύλακας των διεθνών Συμφωνιών. Του Διεθνούς Δικαίου που η Τουρκία συστηματικά αγνοεί ή διαστρεβλώνει και επικίνδυνα παραβιάζει. Από την άλλη, η εξωτερική και αμυντική πολιτική της Ελλάδας προστατεύει αποτελεσματικά τόσο την ασφάλεια και τα συμφέροντά της, όσο και την περιφερειακή σταθερότητα και τη συμμαχική συνοχή.
Ο Γιώργος Κουμουτσάκος, είναι τ. Υπουργός, Βουλευτής Β1 Βορείου Τομέα Αθηνών. Μέλος της επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών της Βουλής