Λες να ήταν το γεγονός ότι η συνέντευξη μεταδόθηκε Σάββατο, μια ημέρα με…μειωμένα ενημερωτικά αντανακλαστικά; Λες να ήταν το γεγονός ότι η συνέντευξη μεταδόθηκε στο πλαίσιο μιας εκπομπής που προτιμά θεματολογία με λιγότερη πολιτικολογία; Ενδέχεται να υπάρχουν και ένας-δυο, άλλοι λόγοι, αλλά το συμπέρασμα είναι πως μάλλον δεν δόθηκε η πρέπουσα (δημοσιογραφική και πολιτική) σημασία στο…όλο πακέτο της πιο πρόσφατης, χθεσινής, συνέντευξης του Κυριάκου Μητσοτάκη στον ΣΚΑΙ και τον Γιώργο Αυτιά. Με σαφήνεια ο Βαγγέλης Παπαδημητρίου στο pagenews.gr έκανε μια ανάλυση για όσα είπε κι όσα…άφησε να εννοηθούν, ο Πρωθυπουργός.
Αποκωδικοποίηση
Δυο είναι –κατά τη γνώμη μου- οι κρίσιμοι άξονες στη συνέντευξη Μητσοτάκη. Κρίσιμοι για την αποκωδικοποίησή της!
Το πρώτο σημείο είναι αυτή καθ’ αυτή η επιλογή της εκπομπής. Τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και το στενό επιτελείο των έμπιστων συνομιλητών του, κάνουν επιλογές που, τουλάχιστον τη στιγμή που γίνονται, υπηρετούν και ακολουθούν ένα σχέδιο. Προφανώς στην προκειμένη περίπτωση, η επιλογή έγινε με κριτήρια την ευρύτερη δυνατή διείσδυση σε πιο μαζικές ομάδες Πολιτών, καθώς ο Γιώργος Αυτιάς έχει απήχηση σε συγκεκριμένα κοινά. Ως εκ τούτου, είναι μάλλον λογικό να επιλέξει κάποιος την εκπομπή του, προκειμένου να «επικοινωνήσει» όσα μέτρα ευρείας κλίμακας έχουν εφαρμοστεί, αλλά –το κυριότερο- και να σταλούν μηνύματα για όσα μπορούν και δεν μπορούν εφεξής να γίνουν.
Αν ο Πρωθυπουργός ήθελε να εστιάσει στη «βαριά πολιτική», ή στην εξωτερική πολιτική, θα επέλεγε άλλη εκπομπή. Στην παρούσα φάση ήθελε να μιλήσει για την καθημερινότητα, την οικονομία και τις προοπτικές της…
Ο κρίσιμος παράγοντας
Κι έτσι φτάνουμε στο δεύτερο και ίσως σημαντικότερο σημείο της συνέντευξης: την οικονομία.
Μπορεί ο Πρωθυπουργός, για άλλη μια φορά να τοποθέτησε τον χρόνο των εκλογών στα τέλη της τετραετίας. Όμως, για πρώτη φορά και τόσο καθαρά αποκάλυψε τον απόλυτο παράγοντα που θα κρίνει την πορεία της χώρας (κι εννοείται της Κυβέρνησης και του ιδίου) προς τις εκλογές. Κι αυτός ο παράγοντας είναι η οικονομία.
Δεν ξέρουμε αν θα βγουν κυβερνητικά στελέχη να υποστηρίξουν, όπως παλαιότερα ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας, ότι «η οικονομία είναι το δυνατό τους χαρτί»! Σίγουρα, όμως, έχουμε πλέον και την ξεκάθαρη δήλωση-πρόθεση του Πρωθυπουργού, ότι και η αντιπαράθεση θα γίνει επί του πεδίου της Οικονομίας, αλλά και η προβολή των επιτευγμάτων καθώς και των προοπτικών, θα γίνουν επί του ιδίου πεδίου.
Στο Μέγαρο Μαξίμου θεωρούν ότι η σύγκριση με τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι συντριπτικά υπέρ της Κυβέρνησης Μητσοτάκη. Μέχρι στιγμής, η Κυβέρνηση έχει εστιάσει το δημόσιο λόγο της στους εξής τέσσερις πυλώνες:
- Την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ με την επιβολή 29 φόρων και την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης σε βαθμό ασφυξίας.
- Τη μόνιμη μείωση φόρων και εισφορών από τον Ιούλιο του 2019
- Την αύξηση του κατώτατου μισθού
- Τις έκτακτες ενισχύσεις, είτε για πανδημία (43 δις), είτε για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης (2 δις).
Άρα, μέχρι στιγμής, η Κυβέρνηση υπηρετεί ένα σχέδιο που δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα: τι παραλάβαμε-τι κάναμε.
«Τι παραλάβαμε;»
Το «τι παραλάβαμε» είναι ένα ρητορικό ερώτημα που θα βρίσκεται ξανά και ξανά στην επικαιρότητα, καθώς και με την υπενθύμιση από την πλευρά της Κυβέρνησης, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κυβερνητικό παρελθόν και δεν μπορεί να υποκρίνεται ότι δεν έχει καταλάβει τι γίνεται ή να υπόσχεται ασυστόλως και άνευ σχεδίου.
Ως προς το επιχείρημα ότι «οι κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ είχαν να αντιμετωπίσουν μνημόνιο», στη ΝΔ θεωρούν ότι πρόκειται για λογικό τέχνασμα το οποίο ελάχιστους πείθει, αφού ακόμη και το τρίτο μνημόνιο ήταν αποτέλεσμα της αποτυχημένης εξάμηνης διαπραγμάτευσης που δεν περιορίστηκε στις απώλειες (των 100 δις) αλλά που οδήγησε σε πολυετείς βαρύτατες δεσμεύσεις.
«Τι κάναμε;»
Ως προς το δεύτερο ζήτημα: «τι κάναμε;». Μπορεί να υπάρχουν κυβερνητικά στελέχη που να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι έχουν γίνει πολλές και σημαντικές παρεμβάσεις, όμως τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και οι νουνεχείς και συγκρατημένοι συνεργάτες του γνωρίζουν ότι η δίδυμη κρίση (της πανδημίας και της ενέργειας) έχουν εξασθενήσει και την ισχύ του μηνύματός τους, αλλά και των παρεμβάσεων. Γι αυτό και στο εγγύς μέλλον θα ενταθεί η παρουσίαση των παρεμβάσεων της Κυβέρνησης, με περισσότερο εξωστρεφή πολιτικό λόγο, χωρίς όμως να προκαλεί τους πολίτες που δοκιμάζονται.
Παράλληλα, και με δεδομένο ότι τα οριζόντια μέτρα ενίσχυσης εξαντλήθηκαν (με βάση τα σημερινά δεδομένα, διότι μια άλλη μεγάλη κρίση ενδέχεται να τα τροποποιήσει), θα πρέπει να αναμένονται οι «σημειακές» παρεμβάσεις για ομάδες που πραγματικά υποφέρουν και δοκιμάζονται.
Το τρίτο κρίσιμο ερώτημα
Και μένει το τρίτο κρίσιμο ερώτημα: «τι θα κάνουμε». Με αυτό θα πορευτούμε προς τις εκλογές. Και οι απαντήσεις που θα δώσει η Κυβέρνηση σ αυτό το ερώτημα, θα είναι κομβικής σημασίας για το αποτέλεσμα της κάλπης.
Προς τούτο, η Κυβέρνηση θα επιχειρήσει το επόμενο διάστημα να το στοιχειοθετήσει. Ο Πρωθυπουργός, άλλωστε, είπε ότι αναμένει τα πράγματα να πάνε καλύτερα, επομένως αλλάζοντας τα δεδομένα του οικονομικού χάρτη, μπορεί να ελπίζει και σε περαιτέρω βελτίωση της πολιτικής απήχησης. Δεν περνάει απαρατήρητο από το Μέγαρο Μαξίμου, το γεγονός ότι σε «εμπιστευτικές» συζητήσεις τους κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ λένε ότι η διαφορά μεταξύ των δυο κομμάτων είναι μικρότερη, απ όση τη δείχνουν οι δημοσκοπήσεις. «Εάν στον ΣΥΡΙΖΑ αποδέχονται και πανηγυρίζουν για διαφορές άνω του 5%, στη χειρότερη δυνατή συγκυρία γεγονότων για την Κυβέρνηση, τότε καταλαβαίνετε τι θα βγάλει η κάλπη εφόσον βελτιωθούν τα οικονομικά δεδομένα» λένε κυβερνητικοί παράγοντες.
Αρκεί η βελτίωση των οικονομικών δεικτών και η πορεία της οικονομίας, να είναι αποφασιστικός παράγοντας εκλογών; Σε μια άλλη χώρα θα αρκούσε. Σ εμάς, ίσως όχι. Διότι είπε και λέει κάτι εξόχως σημαντικό ο Πρωθυπουργός: «είμαι θεσμικός». Αυτό εμπεριέχει και την ανάγκη σταθερότητας. Άρα, η λογική λέει ότι δεν θα έπρεπε να εκπλαγεί κάποιος αν αιφνιδίως προέκυπταν εκλογές. Διότι θα έχουν προηγηθεί φαινόμενα πολιτικής αστάθειας, τοξικότητας και ανορθολογισμού που θα αποτελούν εμπόδια στην ανοικοδόμηση της χώρας και στην υιοθέτηση μας συνεπούς και συνεκτικής οικονομικής στρατηγικής. Αλλά, έτσι κι αλλιώς, αυτό θα ήταν σενάριο καταστροφής…