Η εμπιστοσύνη των πολιτών στο πρόσωπο του Τζο Μπάιντεν υποχωρεί, όχι μόνο λόγω της κόπωσης και της απογοήτευσης που έχει φέρει η πανδημία, αλλά και επειδή ο αμερικανικός λαός βλέπει τους Δημοκρατικούς πολιτικούς να προωθούν κομματικές επιλογές.
Σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές, παρά τη στενότερη πλειοψηφία στη Βουλή και τη Γερουσία, οι Δημοκρατικοί επιμένουν να κυβερνούν με κομματικά κριτήρια. Αυτό θεωρείται πολιτική αδικία από τους Αμερικανούς που θέλουν λύσεις και απτά αποτελέσματα και όχι παιχνίδια πολιτικής εξουσίας από το κόμμα της πλειοψηφίας.
Η πανδημία είναι διακομματική υπόθεση
Η κριτική που ασκείται στον Λευκό Οίκο και τους συμμάχους του στο Κογκρέσο είναι ότι διέγνωσαν λάθος τα προβλήματα της οικονομίας και επέλεξαν τον κομματισμό. Oι αμερικανικές οικογένειες υποφέρουν από τις επιπτώσεις του πληθωρισμού και τους χαμηλούς μισθούς. Ενώ κατά την εκστρατεία του, ο Πρόεδρος Μπάιντεν υποσχέθηκε να χρησιμοποιήσει την πολυετή πείρα του στην Ουάσιγκτον για να ανακουφίσει τη χώρα από τις συνέπειες της πανδημίας, σύντομα οι προεκλογικές υποσχέσεις του αντικαταστάθηκαν από μια αυστηρά κομματική ατζέντα.
Οι Δημοκρατικοί πέρασαν ένα τεράστιο, πακέτο οικονομικής ανακούφισης ύψους 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων χωρίς καμία ρεπουμπλικανική συμβολή ή υποστήριξη, όπως κατηγορήθηκαν. Παρά το γεγονός ότι διαφημίστηκε ως «πακέτο ανακούφισης για την COVID-19», λιγότερο από το 9% της χρηματοδότησης διατέθηκε απευθείας για την καταπολέμηση του ιού. Το υπόλοιπο δόθηκε σε προτεραιότητες που αύξησαν δραματικά τις δαπάνες και τροφοδότησαν μια έξαρση του πληθωρισμού. Ο αμερικανικός λαός πληρώνει τώρα το τίμημα αυτής της σπατάλης, καθώς το κόστος για φαγητό, στέγαση και ενέργεια “εξαφανίζει” τους μισθούς που με κόπο κερδίζει.
Επιπλέον, οι Δημοκρατικοί αποφάσισαν να διπλασιάσουν και να επιβάλουν ένα άλλο εντελώς κομματικό νομοσχέδιο που θα επέβαλλε αυξήσεις φόρων και ακόμη περισσότερες δαπάνες σε αυτό που αποκαλούσαν, σχέδιο Ξαναχτίστε Καλύτερα Build Back Better. Παρότι οι Δημοκρατικοί είχαν την ευκαιρία να συνεργαστούν με τους Ρεπουμπλικάνους για να βρουν “κοινό τόπο” επέλεξαν τον κομματικό δρόμο. Οι Ρεπουμπλικάνοι κατέθεσαν τροπολογίες για να αποφευχθούν σπατάλες στις δοκιμές για κορωνοϊό, την αγροτική υγεία και την προστασία των ηλικιωμένων. Όμως, οι Δημοκρατικοί αρνήθηκαν και επέλεξαν να δώσουν προτεραιότητα στο κόμμα έναντι της δημόσιας υγείας.
Το λεγόμενο σχέδιο Ξαναχτίστε Καλύτερα Build Back Better πέρασε από τη Βουλή το περασμένο φθινόπωρο σε άλλη ψηφοφορία κομματικής γραμμής και – τουλάχιστον προς το παρόν – έχει σταματήσει στη Γερουσία. Αυτό το μέτρο περιέχει περίπου 2 τρισεκατομμύρια δολάρια σε αυξήσεις φόρων για την εξάλειψη θέσεων εργασίας σε ιδιώτες και μικρές επιχειρήσεις. Ρίχνει ακόμη περισσότερες δαπάνες που θα επιδεινώσουν τον ιστορικό πληθωρισμό που μαστίζει τον αμερικανικό λαό και θα αυξήσει περαιτέρω το έλλειμμα. Το νομοσχέδιο των Δημοκρατικών επίσης δεν συμβάλλει στην προώθηση της μακροπρόθεσμης οικονομικής ανάπτυξης. Σε αυτά τα σημεία συνοψίζεται η κριτική που δέχτηκαν οι Δημοκρατικοί.
Οι Δημοκρατικοί είχαν επίσης την ευκαιρία να συνεργαστούν με τους Ρεπουμπλικάνους για να βρουν λύσεις για το αυξανόμενο κόστος των συνταγογραφούμενων φαρμάκων για τους ηλικιωμένους, περιορίζοντας το κόστος τους από την τσέπη τους. Και σε αυτή την περίπτωση οι Δημοκρατικοί ακολούθησαν τον δικό τους δρόμο, με κομματικές πολιτικές που επιβάλλουν ομοσπονδιακούς ελέγχους τιμών, περιορίζοντας ενδεχομένως την πρόσβαση σε ιατρικές καινοτομίες και νέες θεραπείες για να σωθούν ζωές.
Η προώθηση μεγαλύτερης συνταξιοδοτικής αποταμίευσης και ασφάλειας ήταν άλλη μια χαμένη ευκαιρία για εξερεύνηση νέων ιδεών. Πέρυσι, η Επιτροπή Τρόπων και Μέσων ψήφισε ένα σημαντικό νομοσχέδιο για την ασφάλεια συνταξιοδότησης που το πέτυχε με ομόφωνη, δικομματική ψηφοφορία. Ένα χρόνο μετά την προεδρία του Μπάιντεν, οι Δημοκρατικοί έχασαν πολλές ευκαιρίες να ενώσουν τη χώρα για την καταπολέμηση του ιού και την ανάπτυξη της οικονομίας.