Η πτώση είναι ελεύθερη για την κοσμική πλούσια κληρονόμο, που μεγάλωσε σε μία πολυτελή έπαυλη 53 δωματίων στην Οξφόρδη και τους τελευταίους μήνες ζει απομονωμένη σε ένα κελί 5 τετραγωνικών στο Μπρούκλιν. Στα 59 της, η Γκισλέιν Μάξγουελ -στερνοπούλι του μεγιστάνα των ΜΜΕ και μέγα καταχραστή, Ρόμπερτ Μάξγουελ- θα περάσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου, σε δικαστήριο του Μανχάταν, ποινικά διωκόμενη για συμμετοχή σε σωματεμπορία ανηλίκων κατά την περίοδο 1994-2004 και άλλα πέντε συναφή εγκλήματα.
Στην πρώτη ημέρα της δίκης η ομοσπονδιακή εισαγγελέας την περιέγραψε ως «αρπακτικό», που έβαζε στο «μάτι» ανήλικα κορίτσια, στρατολογώντας τα ως σκλάβες του σεξ για να ικανοποιούν τις διαστροφές του πρώην αφεντικού και συντρόφου της, Τζέφρι Έπσταϊν.
Οι τέσσερις ενάγουσες την κατηγορούν ότι τις εξώθησε στην πορνεία ενώ ήταν ακόμη ανήλικες -η μία μόλις 14 ετών
Του παιδόφιλου και μαστροπού χρηματιστή, με τις ισχυρές διασυνδέσεις -από πρωτοκλασάτους πολιτικούς και «γαλαζοαίματους», έως μεγιστάνες επιχειρηματίες και διασημότητες- που οργάνωνε και εξωχώρια (άρα εκτός ορίων της αμερικανικής νομοθεσίας) όργια, πολλές φορές στο ιδιωτικό του νησί στην Καραϊβική, μεταφέροντας έφηβες και ανήλικες σκλάβες του σεξ και μέλη της «εκλεκτής» παρέας του με ένα ιδιόκτητο Boeing 727, γνωστό πια ως «Lolita Express».
Δύο χρόνια μετά τη σύλληψη και την επισήμως -και πριν προλάβει να του ασκηθεί ποινική δίωξη- αυτοκτονία του Έπσταϊν μέσα στο ισχυρά φουρούμενο και υπό διαρκή παρακολούθηση κελί του, στο ίδιο συγκρότημα που κρατείται σήμερα η Γκισλέιν, η εκδίκαση της υπόθεσης της Αμερικανο-βρετανο-γαλλίδας «μαντάμ», όπως την αποκαλούν, χαρακτηρίζεται μοιραία «δίκη της δεκαετίας», ακόμη και «δίκη του αιώνα».
Σε ορισμένες από τις σεξουαλικές κακοποιήσεις κατηγορείται ότι συμμετείχε και η ίδια. Η Γκισλέϊν αρνείται τις κατηγορίες. Δηλώνει μέσω των ακριβοπληρωμένων δικηγόρων της «αποδιοπομπαίος τράγος» και μέσω της οικογένειάς της «θύμα μιας βάρβαρης μεταχείρισης» από τις διωκτικές αρχές στις ΗΠΑ. Εφόσον καταδικαστεί, αντιμετωπίζει έως και ογδόντα χρόνια φυλάκιση. Σε βάρος της εκκρεμεί εν τω μεταξύ και δεύτερη δίκη, για ψευδορκία.
Από τα ψηλά στα χαμηλά
Από τα γεννοφάσκια της, η Γκισλέιν είχε μάθει να ζει στα λούσα, ως μέλος μιας πλούσιας γαλλο-βρετανικής οικογένειας, που της τα είχε όλα στο «πιάτο». Γεννήθηκε έξω από το Παρίσι ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1961: το ένατο παιδί μιας Γαλλίδας ιστορικού και του Ρόμπερτ Μάξγουελ.
Eνός Τσεχοσλοβάκου Εβραίου, που γλίτωσε από το Ολοκαύτωμα καταφεύγοντας στην Αγγλία, πολέμησε κατά των Ναζί, παρασημοφορήθηκε γι’ αυτό και πήρε την βρετανική υπηκοότητα. Εξελέγη μέχρι και βουλευτής των Εργατικών τη δεκαετία του ΄60, ενόσω έχτιζε από το μηδέν μία μιντιακή αυτοκρατορία που «θέριεψε» τις δεκαετίες του ‘70 και ‘80.
Φέρεται ότι ήταν πολυκατάσκοπος -το όνομά του κάποια στιγμή συνδέθηκε ακόμη και με την απαγωγή από τη Μοσάντ του Μορντεχάι Βανούνου, το 1986, λίγο αφότου ο τελευταίος είχε αποκαλύψει στους Sunday Times μυστικά για το ισραηλινό πυρηνικό πρόγραμμα.
Ο θάνατός του Ρόμπερτ Μπέρντοχ το 1991 -με την πτώση του από το σκάφος του, «Lady Gishlaine», εν πλω στα ανοιχτά των Καναρίων Νήσων- αποδόθηκε σε καρδιακή προσβολή από τυχαίο πνιγμό. Έως και σήμερα, πάντως, δεν έχουν καταλαγιάσει τα σενάρια για φόνο ή αυτοκτονία…
Μετά θάνατον, αποκαλύφθηκε ότι ο Μάξγουελ είχε καταχραστεί τις συνταξιοδοτικές εισφορές χιλιάδων εργαζομένων στις εταιρείες του, για να τις σώσει από τα χρέη.
Ήταν μία πολλαπλή απώλεια για την Γκισλέιν, που την ένωνε μία σχέση προσκόλλησης και εξάρτησης με τον πατέρα και μέντορά της.
Ο ίδιος της είχε τρελή αδυναμία -ίσως επειδή, σύμφωνα με τον αδελφό της, Ίαν, έπαθε στα 3 χρόνια της νευρική ανορεξία, καθώς «αγνοήθηκε λίγο μετά το ατύχημα του αδελφού μας» (ο πρωτότοκος της οικογένειας, Μάικλ, τραυματίστηκε σοβαρά 48 ώρες μετά τη γέννηση της Γκισλέιν και πέθανε έπειτα από επτά χρόνια σε κώμα).
Όπως και να έχει, ο Ρόμπερτ εξασφάλισε στην μικρή του «παπαλίνα» -έτσι τη φώναζε χαϊδευτικά- πολλά.
Μία πλουσιοπάροχη ζωή και μια θέση στην υψηλή κοινωνία της Βρετανίας.
Τις καλύτερες σπουδές στην Οξφόρδη, στο πανεπιστήμιο της οποίας η Γκισλέιν ανέπτυξε στενή φιλία με τον Μπόρις Τζόνσον, νυν πρωθυπουργό της Βρετανίας.
Και φυσικά μία θέση ισχύος, ως το δεξί του χέρι στην μιντιακή αυτοκρατορία του, ανοίγοντας έτσι στην Γκισλέιν ακόμη και τις πύλες του παλατιού του Μπάκιγχαμ.
Εκεί πρωτοσυνάντησε τον μετέπειτα στενό φίλο της και νυν κατηγορούμενο για σεξουαλική κακοποίηση ανήλικης, στο πλαίσιο του σκανδάλου Έπσταϊν, πρίγκιπα Άντριου: δευτερότοκο γιό της βασίλισσας Ελισάβετ, η αστική υπόθεση του οποίου αναμένεται να εξεταστεί στα τέλη του τέλος του 2022, ενώπιον δικαστηρίου της Νέας Υόρκη.
Η σχέση με τον Έπσταϊν
Αμέσως μετά το θάνατο του Μάξγουελ -και πριν η οικογενειακή επιχείρηση κηρύξει χρεοκοπία, συλληφθούν και τελικά αθωωθούν δύο αδέλφια της για απάτη- η 30χρονη τότε Γκισλέιν μετακόμισε τη Νέα Υόρκη. Εκεί ασχολήθηκε για λίγο με τα κτηματομεσιτικά, διευρύνοντας κι άλλο τη λίστα επαφών της.
Μέχρι που λίγους μήνες μετά γνώρισε τον Τζέφρι Επστάιν: έναν οκτώ χρόνια μεγαλύτερό της Αμερικανοεβραίο, που -όπως και ο πατέρας της- είχε χτίσει μία περιουσία από το τίποτα, κόντρα στην ταπεινή καταγωγή του από το Μπρούκλιν.
Αμέσως έγιναν ζευγάρι και μετέπειτα στενότατοι συνεργάτες («συνέταιροι στο έγκλημα» τους χαρακτηρίζουν πλέον οι διωκτικές αρχές στις ΗΠΑ), με την Γκισλέιν να αναλαμβάνει ρόλο ειδικού βοηθού-διοργανωτή των πάντων στη ζωή του Έπσταϊν.
Στο πλευρό του, επέστρεψε στον πολυτελή τρόπο ζωής που είχε μάθει από μικρή, με διαμονή σε πανάκριβες επαύλεις, ταξίδια με ιδιωτικά τζετ και μία έντονη κοσμική ζωή.
Τον συνόδευε σε γκαλά. Σε δεξιώσεις στο θέρετρο του Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα, με τη γνωριμία τους να μετρά χρόνια πριν ο Αμερικανός μεγιστάνας εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ. Επίσης σε μία κοινή με τον Επστάϊν επίσκεψη στον Λευκό Οίκο, προσκεκλημένοι του τότε προέδρου Μπιλ Κλίντον, καθώς και στον γάμο της κόρης του, Τσέλσι, το 2010.
Στο μεσοδιάστημα, οι συνήγοροι της Μάξγουελ έχουν ήδη ζητήσει τέσσερις φορές την αποφυλάκιση, με εγγύηση το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων της, την παραίτησή της από τη γαλλική και βρετανική υπηκοότητά και κατ’ οίκον περιορισμό με παρακολούθηση GPS. Αιτήματα, που απορρίφθηκαν από τις αμερικανικές δικαστικές αρχές, θεωρώντας την κατηγορούμενη ύποπτη φυγής.
Αυτά, ενώ έχει προκληθεί σάλος από τη δημοσιοποίηση των αρχείων πτήσεων και των ονομάτων επιβατών σε πτήσεις με τα ιδιωτικά αεροσκάφη του Έπσταϊν.
Όλοι τώρα αναμένουν την κατάθεση στη δίκη της Μάξγουελ του αποδεικτικού στοιχείου No52: της «μικρής μαύρης ατζέντας» της, που οι εισαγγελείς λένε ότι ανήκει στην κατηγορούμενη και φέρεται να περιλαμβάνει πολλά τρανταχτά ονόματα της εγχώριας και διεθνούς πολιτικής, επιχειρηματικής και πολιτιστικής ελίτ.
Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, πάντως, η Γκισλέιν Μάξγουελ δεν αναμένεται να καταθέσει στη δίκη της, κρατώντας έτσι μετά και τον θάνατο του Έπσταϊν- ένα σύγχρονο κουτί της Πανδώρας… διπλασφράγιστα κλειστό.