Όταν ο Αντρέ Μωρουά έλεγε: «δεν πρέπει να μας καθοδηγεί η κοινή γνώμη. Δεν είναι φάρος, αλλά περιπλανώμενα φώτα» είχε μεν δίκιο, αλλά με μια βασική προϋπόθεση: αυτό που τελικά επιλέγεις να είναι ενταγμένο στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής και να μην αποτελεί σπασμωδική αντίδραση.
Εν προκειμένω, η Κυβέρνηση με την επιστροφή στη μαθητική κανονικότητα της 10ης Ιανουαρίου, ήξερε ότι είτε τη μια απόφαση ελάμβανε, είτε την άλλη, θα βρισκόταν αντιμέτωπη με επικρίσεις. Και το άνοιγμα των σχολείων και η παράταση της «εορταστικής αργίας» είναι δυο σενάρια που έχουν οπαδούς και αντιπάλους. Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι πρόκειται για δυο σενάρια με ισομερώς κατανεμημένα τα σοβαρά επιχειρήματα, τόσο «υπέρ», όσο και «κατά».
Είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε την έννοια «σοβαρό επιχείρημα»: διότι, για παράδειγμα, δεν μπορεί να θεωρηθεί σοβαρό επιχείρημα υπέρ του ανοίγματος των σχολείων η ερώτηση: «και που θα αφήνουμε τα παιδιά από Δευτέρα;». Μάλλον τα σχολεία δεν λειτουργούν ως παρκινγκ… Κι αν κρινόταν ή καλύτερα αν, τελικώς η Κυβέρνηση επέλεγε τη λύση να μείνουν κλειστά τα σχολεία, εννοείται ότι θα έβρισκε τρόπους, να εξυπηρετηθούν οι γονείς.
Όπως, από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί να είναι σοβαρό το επιχείρημα, κάποιων καθηγητών, ότι η κυβέρνηση ανοίγει τα σχολεία και δεν κάνει τηλεκπαίδευση, για να μην παραδεχθεί ότι στην τηλεκπαίδευση τα προηγούμενα διαστήματα συνέβαλε τα μέγιστα το εκπαιδευτικό προσωπικό…
Ενδεικτική, μεν, αλλά όχι πάντα αξιόπιστη είναι η σύγκριση με το τι γίνεται σε άλλες χώρες: διότι ό,τι γίνεται σε κάθε χώρα, δεν πρέπει να το «διαβάζουμε» αποσπασματικά, αλλά στο πλαίσιο του πακέτου μέτρων που εφαρμόζονται. Αλλά και της στρατηγικής τόσο στην αντιμετώπιση της πανδημίας, όσο και των άλλων κοινωνικών και οικονομικών προκλήσεων…
Η σκέψη της Κυβέρνησης
Η βασική θέση της Κυβέρνησης κι άρα ο πυρήνας της σκέψης της για να οδηγηθεί στις αποφάσεις που έλαβε, σε ό,τι αφορά στη λειτουργία των σχολείων συνοψίζεται στο εξής: «το πρωτόκολλο -ένα από τα πιο εντατικά που εφαρμόστηκε διεθνώς- μέχρι σήμερα λειτούργησε -όπως αποδείχθηκε- πολύ καλά.
Τα παιδιά ήταν περισσότερο ασφαλή στο σχολείο απ’ ότι εκτός αυτού. Αποτέλεσμα ήταν ότι στο 80% των περιπτώσεων που εντοπίστηκε ένα κρούσμα σε τμήμα, δεν υπήρξε δεύτερο κρούσμα. Σε κάθε τμήμα στο οποίο εντοπίστηκε ένα κρούσμα μεταξύ Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου, ο μέσος όρος αριθμούς κρουσμάτων ήταν μόλις 1,2 κρούσματα»
Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση με τη χθεσινή της απόφαση επέλεξε μια συγκεκριμένη λύση. Οι κατήγοροι λένε ότι η επιλογή έγινε κατόπιν της επιμονής της Υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως, η οποία δεν θέλει να υποχωρήσει ούτε ένα βήμα στη στρατηγική που έχει επιλέξει για τον τρόπο λειτουργίας της Εκπαίδευσης.
Το επιχείρημα αυτό μπορεί, κατ’ αρχάς να εδράζεται στις «σκληρές και άτεγκτες απόψεις» της Υπουργού Παιδείας, πλην όμως δεν θα μπορούσε από μόνο του να αποτελέσει ούτε ικανή ούτε αναγκαία συνθήκη για να οδηγηθεί ο Πρωθυπουργός σε μια τέτοια απόφαση. Άλλωστε στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν ότι ο χώρος της νεολαίας και της Παιδείας, είναι ένας χώρος στον οποίο δεν…ανθεί η κυβερνητική παράταξη, τα δε δημοσκοπικά χαρακτηριστικά της δεν είναι καλά. Οι νέες γενιές, επίσης, είναι ομάδες με ειδικό ενδιαφέρον για την κυβέρνηση, γι’αυτό και προσπαθεί με κίνητρα και παροχές να τις προσεγγίσει και να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας μαζί τους.
Τι έδειξαν τα στοιχεία
Μεγάλη λογική έχει το επιχείρημα: «πως ανοίγουν τα σχολεία όταν έχουμε 50.000 κρούσματα;». Το οποίο απαντάται όμως με ένα εξίσου απολύτως λογικό επιχείρημα, στη βάση των δεδομένων: όσο τα σχολεία ήταν ανοιχτά –κι εφόσον τα τεστ γίνονταν κανονικά- η επιδημιολογική εποπτεία στην κοινότητα (κάτι που είναι εξαιρετικής σημασίας) ήταν μεγάλη. Στις γιορτές, με την εντονότατη κινητικότητα (ιδίως) των νέων, σε συνδυασμό με την επέλαση της «Όμικρον», άρχισε η γεωμετρική κλιμάκωση στα κρούσματα.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε (ασχέτως τη γνώμη που έχει ο καθένας για την Υπουργό Παιδείας, ή το εκπαιδευτικό σύστημα κλπ κλπ) και πρέπει να αναγνωριστεί ότι προ των εορτών δυο μεγάλες ομάδες είχανε συστηματική καταγραφή, λόγω των αλλεπάλληλων test: οι μαθητές και οι ανεμβολίαστοι.
Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία, με τα σχολεία ανοιχτά, η αύξηση των κρουσμάτων στους μαθητές ήταν μικρότερη από άλλες ομάδες, πιθανότατα εξαιτίας των ελέγχων εντόπιζαν και τα κρούσματα και τους ασυμπτωματικούς, με αποτέλεσμα να απομονώνονται και να αποφεύγεται η διασπορά.
Στα νέα πρωτόκολλα που ανακοινώθηκαν και θα ισχύουν από Δευτέρα επέρχεται μια σημαντική μεταβολή: ο έλεγχος –όταν εμφανιστεί κρούσμα- στην τάξη, δεν θα γίνεται μόνο στα γύρω-γύρω παιδιά, αλλά σε όλο το τμήμα. Είναι προφανές ότι έτσι αυξάνονται κατά πολύ οι πιθανότητες να βρεθούν και άλλα κρούσματα…
Το ζήτημα είναι ότι η κυβέρνηση αξιολογώντας κάποια δεδομένα επέλεξε να μην κάνει «πολιτικό» ένα «τεχνικό» πρόβλημα. Διότι η αναβολή επαναλειτουργίας των σχολείων για μια ή δυο εβδομάδες θα ήταν τεχνικό ζήτημα. Η αναστολή έναρξης για ένα μήνα (ή περισσότερο) θα γινόταν πολιτικό ζήτημα.
Αν η απόφαση ήταν η «σωστή» θα φανεί στην εφαρμογή της και κυρίως στην αυστηρότητα με την οποία θα διενεργούνται οι έλεγχοι. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι ξεκάθαρο σε όλους το εξής: Αν το θέμα της πανδημίας δεν προσφέρεται για ευκαιριακές πολιτικές κόντρες εντυπώσεων, πολύ περισσότερο δεν προσφέρεται για πολιτική αντιπαράθεση ο συνδυασμός «πανδημία-εκπαίδευση» διότι αφορά στα παιδιά.
Σε μια εποχή που η μάχη για την επικράτηση του ορθολογισμού έχει χαθεί, καλό θα ήταν να μην θεωρηθεί από κάποιους ούτε «νίκη» μια πιθανή μελλοντική αναστολή λειτουργίας της δια ζώσης εκπαίδευσης. Αλλά ούτε και ήττα, από άλλους, μια αναδίπλωση σε περίπτωση έξαρσης της πανδημίας. Ασφαλώς η Εκπαίδευση είναι ύψιστο αγαθό. Πλην όμως η Υγεία είναι το υψηλότερο όλων. Και δεν επιτρέπεται να υποβιβάζεται σε πολιτικά παίγνια…