Κόσμος

Φαινόμενο Ντάνινγκ–Κρούγκερ: Η ληστεία που έγινε πείραμα στην Ψυχολογία

Ψυχολογία: Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να εκτιμούν λανθασμένα τις δυνάμεις τους;

Η σύλληψη ενός ληστή τραπεζών τη δεκαετία του ’90 αποτέλεσε το έναυσμα για έναν καθηγητή Ψυχολογίας και έναν φοιτητή του να μελετήσουν τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να εκτιμούν λανθασμένα τις δυνάμεις τους.

Πρόκειται για το φαινόμενο Ντάνινγκ–Κρούγκερ μια γνωστική διαταραχή, στην οποία άτομα περιορισμένων δεξιοτήτων αποκτούν μια ψευδαίσθηση ανωτερότητας, εκτιμώντας εσφαλμένα ότι οι ικανότητές τους, είναι υψηλότερες από ό,τι πραγματικά είναι. Οι Ντάνινγκ και Κρούγκερ απέδωσαν αυτή την προκατάληψη σε μια μεταγνωστική αδυναμία των ανειδίκευτων να αναγνωρίσουν τη δική τους ανεπάρκεια και να αξιολογούν με ακρίβεια την δική τους ικανότητα. Η έρευνά τους προτείνει επίσης επακόλουθα: άτομα υψηλής ειδίκευσης μπορεί να υποτιμούν τη δική τους σχετική ικανότητά και μπορεί εσφαλμένα να υποθέτουν ότι τα καθήκοντα τα οποία είναι εύκολα για αυτούς είναι επίσης εύκολα για τους άλλους.

Το έναυσμα για τη διενέργεια της έρευνας ήταν η περίπτωση ενός ληστή. Πρόκειται για τον ΜακΆρθουρ Γουίλερ, που λήστεψε δύο τράπεζες έχοντας καλύψει το πρόσωπό του με χυμό λεμονιού, πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να αποτρέψει την καταγραφή του προσώπου του από τις κάμερες παρακολούθησης, επειδή ο χυμός λεμονιού μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αόρατο μελάνι!

Τον Απρίλιο του 1995 στο Πίτσμπουργκ των ΗΠΑ, ο 44χρονος ΜακΆρθουρ Γουίλερ ετοιμαζόταν να ληστέψει δύο τράπεζες. Δε σκόπευε να φορέσει μάσκα, αλλά είχε σχέδιο για να μην τον αναγνωρίσουν: Είχε καλύψει το πρόσωπό του με χυμό λεμονιού. Ήξερε ότι ο χυμός λεμονιού μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αόρατη μελάνη, η οποία γίνεται ορατή όταν θερμανθεί και συμπέρανε ότι θα έκανε το πρόσωπό του αόρατο.

Λίγες ώρες μετά τις ληστείες, η αστυνομία δημοσιοποίησε βίντεο από τις κάμερες ασφαλείας, ο Wheeler αναγνωρίστηκε αμέσως και το ίδιο βράδυ συνελήφθη. Υποβλήθηκε σε εξετάσεις οι οποίες έδειξαν ότι δεν είχε πάρει ψυχοτρόπες ουσίες, δεν είχε παραισθήσεις και δεν έπασχε από κάποια ψυχιατρική διαταραχή. Απλά, έκανε λάθος.

Οι δύο ψυχολόγοι, οι Ντάνινγκ και Κρούγκερ (καθηγητής και μεταπτυχιακός φοιτητής αντίστοιχα στο Πανεπιστήμιο του Κορνέλ), λαμβάνοντας υπόψη περιπτώσεις ανθρώπων που ήταν βέβαιοι για πράγματα για τα οποία δε γνώριζαν ουσιαστικά τίποτα, έκαναν μία έρευνα προκειμένου να διαπιστώσουν από πού αντλούσαν αυτή την αυτοπεποίθηση. Η έρευνα έγινε σε προπτυχιακούς φοιτητές ψυχολογίας από τους οποίους ζήτησαν να συμπληρώσουν τεστ γραμματικής και λογικής. Επιπλέον, τους ζήτησαν να εκτιμήσουν τη βαθμολογία τους, όπως και το πώς τα πήγαν σε σύγκριση με τους υπολοίπους. Το αποτέλεσμα: Οι φοιτητές με τις χαμηλότερες βαθμολογίες υπερεκτίμησαν τους εαυτούς τους, τοποθετώντας τους πάνω από το μέσο όρο. Οι φοιτητές με μεσαίες βαθμολογίες επίσης υπερεκτίμησαν τους εαυτούς τους, αλλά λιγότερο, ενώ οι φοιτητές με τις υψηλότερες βαθμολογίες υποτίμησαν ελαφρώς τους εαυτούς τους.

Το συμπέρασμα ήταν ότι οι άνθρωποι τείνουν να υπερεκτιμούν τις ικανότητές τους σε πολλούς κοινωνικούς και διανοητικούς τομείς. Οι συγγραφείς προτείνουν ότι αυτή η υπερεκτίμηση συμβαίνει, μερικώς, επειδή οι άνθρωποι που έχουν περιορισμένες ικανότητες σε αυτούς τους τομείς αντιμετωπίζουν μια διπλή δυσκολία: Όχι μόνο διατυπώνουν εσφαλμένα συμπεράσματα και κάνουν εσφαλμένες επιλογές, αλλά οι περιορισμένες ικανότητές τους τούς στερούν την ικανότητα να το συνειδητοποιήσουν. Σε τέσσερις μελέτες, οι συγγραφείς βρήκαν ότι οι συμμετέχοντες με τις χαμηλότερες βαθμολογίες στα τεστ χιούμορ, γραμματικής και λογικής υπερεκτίμησαν τις επιδόσεις τους και τις ικανότητές τους. Παρ’ όλο που οι επιδόσεις τους βρίσκονται στο 12% της υψηλότερης βαθμολογίας, εκείνοι εκτίμησαν ότι βρίσκονται στο 62%. Αρκετές αναλύσεις συνέδεσαν αυτήν την λανθασμένη εκτίμηση με ελλείψεις στην ικανότητα διάκρισης μεταξύ σωστής και λανθασμένης απάντησης.

Το φαινόμενο έκτοτε έγινε γνωστό ως φαινόμενο Ντάνινγκ–Κρούγκερ. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι αρχάριοι σε κάποιον τομέα, συχνά υπερεκτιμούν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους σε αυτόν τον τομέα, επειδή δε γνωρίζουν πόσα ακόμα έχουν να μάθουν.

Από την άλλη, οι «προχωρημένοι» ή «ειδικοί» σε έναν τομέα, συχνά υποτιμούν τις γνώσεις τους και τις ικανότητές τους ή πιστεύουν ότι και οι άλλοι γύρω τους βρίσκονται σε παρόμοιο επίπεδο. Αυτό συμβαίνει επειδή όσο περισσότερα μαθαίνουν για ένα θέμα τόσο συνειδητοποιούν πόσο περίπλοκο είναι και πόσα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα.

Στους Ντάνινγκ και Κρούγκερ απονεμήθηκε το 2000 το σατιρικό Ig Νόμπελ ψυχολογίας «για την μετριόφρονα έκθεσή τους, Αδέξιοι και Ανενημέρωτοι: Πώς δυσκολίες στην αναγνώριση της δικής μας ανικανότητας οδηγεί σε διογκωμένες αυτοαξιολογήσεις». Τα Ig Νόπμπελ είναι μια παρωδία των Βραβείων Νόμπελ και δίνονται κάθε χρόνο σε δέκα ασυνήθιστα επιτεύγματα στην επιστημονική έρευνα «που πρώτα κάνουν τους ανθρώπους να γελούν, και στη συνέχεια τους κάνουν να σκεφτούν».

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο