Ο Νικηφόρος Βρεττάκος είναι ένας από τους σημαντικότερους έλληνες ποιητές. Ο «ποιητής του φωτός και της αγάπης», όπως τον αποκάλεσαν, εξέφρασε με το έργο του το πανανθρώπινο όραμα της Ειρήνης και της Δικαιοσύνης. Γραμματολογικά εντάσσεται στη γενιά του ‘30.
Η πρώτη του ποιητική συλλογή «Κάτω από σκιές και φώτα»
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1911 στις Κροκεές Λακωνίας και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο οικογενειακό κτήμα στην Πλούμιτσα. Αφού ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του στο Γύθειο, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1929 για να ξεκινήσει πανεπιστημιακές σπουδές. Οικονομικοί και οικογενειακοί λόγοι όμως τον ανάγκασαν να εργαστεί ως υπάλληλος σε τεχνική εταιρεία και να εγκαταλείψει το όνειρό του για πανεπιστημιακές σπουδές. Στα τέλη της ίδιας χρονιάς εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με την ποιητική συλλογή «Κάτω από σκιές και φώτα», η οποία απέσπασε αμέσως την προσοχή της κριτικής.
Τη δεκαετία του ‘30 ήταν ιδιαίτερα παραγωγικός με 6 ποιητικές συλλογές, από τις οποία ξεχωρίζουν «Η Επιστολή του Κύκνου» (1937) και «Το Ταξίδι του Αρχάγγελου» (1938), με τις οποίες πραγματοποιεί μία στροφή στην ποίησή του και απομακρύνεται από το κλίμα του «καρυωτακισμού», όπως διαπιστώνει η κριτική. Την ίδια χρονιά παρουσιάζει και το πρώτο του πεζό, με τίτλο «Το γυμνό παιδί».
Το 1935 παντρεύτηκε με τη φοιτήτρια φιλολογίας Καλλιόπη Αποστολίδη, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, την Ευγενία και τον Κώστα, τον μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη. Παράλληλα, έκανε διάφορες περιστασιακές χειρωνακτικές δουλειές για να συντηρήσει την οικογένειά του. Το 1940 τιμήθηκε για πρώτη φορά με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του «Το μεσουράνημα της φωτιάς».
Με τον Άγγελο Σικελιανό τους συνέδεε μια στενή φιλία
Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο πολέμησε στην πρώτη γραμμή ως απλός στρατιώτης και αργότερα πήρε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση υπό τη σημαία του ΕΑΜ. Το 1945 απολύθηκε για πολιτικούς λόγους από το Υπουργείο Εργασίας, όπου είχε προσληφθεί το 1938, λόγω της στράτευσής του στην Αριστερά και συγκεκριμένα στο ΚΚΕ.
Το 1948 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Σικελιανό και συνδέθηκε μαζί του με στενή φιλία. Την ίδια περίοδο ανέλαβε την αρχισυνταξία του λογοτεχνικού περιοδικού της Αριστεράς «Ελεύθερα Γράμματα», αλλά θα απολυθεί και διαγραφεί από το ΚΚΕ, εξαιτίας του λυρικού δράματος «Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου» (1949). Παράλληλα με το λογοτεχνικό του έργο εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες «Αλλαγή», «Ανεξάρτητος Τύπος», «Προοδευτικός Φιλελεύθερος», «Καθημερινά Νέα», «Μάχη», «Ώρα» και στα περιοδικά «Επιστήμη και Ζωή» και «Ελληνικά Χρονικά».