Στη Μύκονο και τη Σαντορίνη αναφέρθηκε ο υπουργός Τουρισμού κ. Βασίλης Κικίλιας ότι μπορούν να γίνουν μοντέλα βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης.
“Η Μύκονος και η Σαντορίνη αποτελούν δύο εμβληματικά τουριστικά brands, τα οποία λόγω της απήχησής τους επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό και την εθνική εικόνα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Ως εκ τούτου, προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτά τα νησιά αντανακλώνται στη γενικότερη εικόνα και συνακόλουθα λύσεις επηρεάζουν θετικά την Ελλάδα ως τουριστικό προϊόν”, δηλώνει ο υπουργός Τουρισμού, Βασίλης Κικίλιας στην Καθημερινή.
Ο κ. Κικίλιας επισημαίνει ότι “η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός έχουν θέσει ψηλά στην ατζέντα το ζήτημα της μετατροπής των νησιών μας σε πρότυπα βιώσιμης ανάπτυξης. Ξεκινήσαμε από τη Χάλκη, υπάρχει και το παράδειγμα της Αστυπάλαιας με τη συνεργασία του ιδιωτικού τομέα. Ο τουρισμός είναι καθοριστικός, αφού μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης εξελίξεων είτε θετικά – με την επιτάχυνση αλλαγών που δημιουργούν το νέο προσφερόμενο τουριστικό προϊόν σε ένα κοινό με αυξανόμενες ανησυχίες για το περιβάλλον – είτε αρνητικά μέσω των πιέσεων που ασκεί στις αντοχές και υποδομές επιβαρύνοντας το περιβάλλον, την ποιότητα ζωής των κατοίκων, αλλά και την εμπειρία των επισκεπτών. Με δεδομένη την αποφασιστικότητα της ελληνικής κυβέρνησης να μετατρέψει ελληνικά νησιά σε πρότυπα βιώσιμης ανάπτυξης, η ένταξη σε αυτά της Μυκόνου και της Σαντορίνης θα έχει πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα”.
“Για τον λόγο αυτό εκπονήσαμε, αφού συζητήσαμε με όλους τους φορείς, δύο σχέδια δράσης για τα δύο νησιά με μια ολοκληρωμένη πολιτική για τις ενέργειες που απαιτούνται για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων: βελτίωσης της ποιότητας ζωής των κατοίκων, ενίσχυσης της εμπειρίας του επισκέπτη, εξασφάλισης της βιώσιμης ανάπτυξης και αύξησης των τουριστικών εσόδων”, αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με την εφημερίδα το Υπουργείο Τουρισμού προσανατολίζεται σε βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα, με βάση και τα ευρήματα της μελέτης. Κάποια από τα μέτρα θα λάβουν τη μορφή στρατηγικών επενδύσεων με τη συμμετοχή ιδιωτών και χρηματοδοτική στήριξη από ευρωπαϊκά και εθνικά κονδύλια.