Ο Άγιος Στυλιανός είχε καταγωγή από την Παφλαγονία (περιοχή της βόρειας Μικράς Ασίας) και φημολογείται ότι έζησε τον 4ο αιώνα. Τον μεγάλο πλούτο σε ακίνητα που κληρονόμησε από τους γονείς του τη μοίρασε στους φτωχούς, θεωρώντας άδικη πράξη να πεινούν φτωχοί συμπολίτες και εκείνος να ζει με όλες τις πολυτέλειες. Ακολούθως πήρε την απόφαση να αφοσιωθεί στο θέλημα του Θεού. Έγινε μοναχός και ασκήτεψε στην έρημο, ζώντας σε μια σπηλιά μακρυά από τον πολιτισμό.
Γρήγορα απέκτησε μεγάλη φήμη, επειδή θεράπευε ανίατες ασθένειες και καθιστούσε τις άτεκνες γυναίκες ικανές να τεκνοποιήσουν. Θεωρείται προστάτης των νεογνών και ιδιαίτερα των ασθενικών, γι’ αυτό εικονίζεται να κρατά ένα βρέφος σπαργανωμένο.
Πολλοί γονείς δίνουν στα ασθενικά βρέφη τους το όνομα Στυλιανός (Στέλιος) και Στυλιανή (Στέλλα), για «να στυλώσουν» και οι μητέρες τους απέχουν από κάθε εργασία ανήμερα της εορτής του Αγίου. Μάλιστα, σε κάποιες περιοχές βράζουν στάρι και το πηγαίνουν στην εκκλησία για να το ευλογήσει ο ιερέας και στη συνέχεια το μοιράζουν για την υγεία των παιδιών.
Άγιος Στυλιανός: Το Απολυτίκιο του
Στήλη έμψυχος, της εγκρατείας, στύλος άσειστος, της Εκκλησίας, Στυλιανέ ανεδείχθης μακάριε· ανατεθείς γαρ Θεώ εκ νεότητας, κατοικητήριον ώφθηςτου Πνεύματος. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν τομέγα έλεος.
Παράκληση προς Άγιο Στυλιανό: Καί νύν καί αεί καί εις τούς αιώνας τών αιώνων. Αμήν Πάτερ ημών, ο εν τοίς ουρανοίς, αγιασθήτω τό όνομά Σου, ελθέτω η βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ως εν ουρανό καί επί τής γής. Τόν άρτον ημών τόν επιούσιον δός ημίν σήμερον, καί άφες ημίν τά οφειλήματα ημών, ως καί ημείς αφίεμεν τοίς οφειλέταις ημών, καί μή εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν αλλά ρύσαι ημάς από τού πονηρού.
Ψαλμός ρμβ΄ (142)
Κύριε, εισάκουσον τής προσευχής μου, ενώτισαι τήν δέησίν μου εν τή αληθεία σου, εισάκουσόν μου εν τή δικαιοσύνη σού καί μή εισέλθης εις κρίσιν μετά τού δούλου σου, ότι ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πάς ζών. ότι κατεδίωξεν ο εχθρός τήν ψυχήν μου, εταπείνωσεν εις γήν τήν ζωήν μου, εκάθισε μέ εν σκοτεινοίς ως νεκρούς αιώνος καί ηκηδίασεν έπ εμέ τό πνεύμά μου, εν εμοί εταράχθη η καρδία μου.
Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοίς έργοις σου, εν ποιήμασι τών χειρών σου εμελέτων. διεπέτασα πρός σέ τάς χείράς μου, η ψυχή μου ως γή άνυδρος σοί.
Ταχύ εισάκουσόν μου, Κύριε, εξέλιπε τό πνεύμά μου μή αποστρέψης τό πρόσωπόν σου άπ εμού, καί ομοιωθήσομαι τοίς καταβαίνουσιν εις λάκκον. ακουστόν ποίησον μοί τό πρωί τό έλεός σου, ότι επί σοί ήλπισα γνώρισον μοί, Κύριε, οδόν, εν ή πορεύσομαι, ότι πρός σέ ήρα τήν ψυχήν μού εξελού μέ εκ τών εχθρών μου, Κύριε, ότι πρός σέ κατέφυγον. δίδαξον μέ τού ποιείν τό θέλημά σου, ότι σύ ει ο Θεός μού τό πνεύμά σου τό αγαθόν οδηγήσει μέ εν γή ευθεία.
Ένεκεν τού ονόματός σου, Κύριε, ζήσεις μέ, εν τή δικαιοσύνη σου εξάξεις εκ θλίψεως τήν ψυχήν μου καί εν τώ ελέει σου εξολοθρεύσεις τούς εχθρούς μου καί απολείς πάντας τούς θλίβοντας τήν ψυχήν μου, ότι εγώ δούλός σου ειμι.
Θεός Κύριος, καί επέφανεν ημίν, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου Στίχος ά΄. Εξομολογείσθε τώ Κυρίω, καί επικαλείσθε τό όνομα τό άγιον αυτού.
Θεός Κύριος, καί επέφανεν ημίν, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.