Σε μια δικαστική περιπέτεια βρίσκεται ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Σταμάτης Σπανουδάκης, καθώς η 48χρονη Μαριλένα Σπανουδάκη ισχυρίζεται πως είναι βιολογική κόρη του ζητώντας τη διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης και τεστ DNA, προκειμένου να αποδειχθεί, όπως λέει, η αλήθεια. Η υπόθεση συζητήθηκε σήμερα στο Τριμελές Πρωτοδικείο, με την απόφαση να έρχεται στους επόμενους μήνες.
Πρόκειται για μια υπόθεση που ομοιάζει αυτή του Νίκου Κουρή, ο οποίος ζητά τεστ DNA, ώστε να αποδειχθεί πως είναι γιος του Μίκη. Η ιστορία συνεχίστηκε με ασφαλιστικά μέτρα από την κόρη του Μίκη, Μαργαρίτα. Να σημειωθεί πως βάσει προσωρινής απόφασης του δικαστηρίου, του απαγορεύεται να χρησιμοποιεί το επώνυμο Θεοδωράκης.
Σταμάτης Σπανουδάκης: Τι υποστηρίζει η Μαριλένα Σπανουδάκη
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο κείμενο της αίτησης, το 1969 η Φωτεινή Π., μητέρα της Μαριλένας Σπανουδάκη, γνώρισε τον Σταμάτη Σπανουδάκη, ο οποίος εργαζόταν ως μουσικός σε ένα ξενοδοχείο στην οδό Φιλελλήνων. Εκείνη είχε μόλις πραγματοποιήσει τα εγκαίνια ενός υποκαταστήματος με γυναικεία είδη ρουχισμού και αξεσουάρ. Οι δυο τους σύναψαν θυελλώδη ερωτική σχέση, η οποία κατέληξε σε νόμιμο θρησκευτικό γάμο, στις 5 Ιουνίου 1970. Όπως αναφέρεται στην αίτηση αναψηλάφησης, στον γάμο τους παρευρέθη όλη “η καλή κοινωνία της εποχής”, μεταξύ των οποίων η ηθοποιός Βέρα Κρούσκα, ο Ζάχος Χατζηφωτίου, η Ελλη Θεοδώρου, επιχειρηματίας, ενώ ακολούθησε και γαμήλια δεξίωση στον Αθλητικό Όμιλο Κηφισιάς.
Το ζευγάρι μετά την τέλεση του γάμου εγκαταστάθηκε σε οικία στην Κηφισιά, την οποία είχε παραχωρήσει η οικογένεια του Σταμάτη Σπανουδάκη. Οι δυο τους ήταν πολύ ερωτευμένοι και με αγάπη έχτιζαν το μέλλον τους. Ο διάσημος μουσικοσυνθέτης είχε καταφέρει να λάβει δύο φορές αναβολή από τον Στρατό. Τον Μάρτιο του 1971, γνωρίζοντας ότι σύντομα θα κληθεί να υπηρετήσει, αποφάσισε να μετακομίσει μόνιμα στο Παρίσι. Η απόφαση αυτή δεν άρεσε ούτε στη σύζυγό του, Φωτεινή, ούτε και στους γονείς του, οι οποίοι δεν ήταν σύμφωνοι.
Κατά τη διάρκεια των ετών 1971 και 1972, η σύζυγός του τον επισκεπτόταν συχνά στο Παρίσι, ενώ παράλληλα αλληλογραφούσαν τακτικά. Στις επιστολές ο Σταμάτης Σπανουδάκης εξέφραζε συχνά τον έρωτά του και την αγάπη του προς τη μητέρα της Μαριλένας Σπανουδάκη.
Η πλευρά της Μαριλένας Σπανουδάκη επισημαίνει ότι τα προβλήματα στη σχέση του ζευγαριού δεν άργησαν να εμφανιστούν. Τον Μάιο του 1972, η σύζυγος του μουσικοσυνθέτη βρέθηκε και πάλι στο Παρίσι για να τον συναντήσει. Κατά τη διάρκεια της διαμονής της υπέπεσε στην αντίληψή της ότι ο Σταμάτης Σπανουδάκης αντάλλασσε ερωτικά γράμματα με μια άγνωστη γυναίκα. Ακολούθησαν έντονοι καβγάδες ανάμεσα στο ζευγάρι, ωστόσο οι δυο τους συνέχιζαν να συνευρίσκονται ερωτικά. Εκείνη την περίοδο, η Φωτεινή Π. ανακάλυψε ότι κυοφορούσε. Στο άκουσμα της είδησης, ότι η σύζυγός του είναι έγκυος, σύμφωνα με τα στοιχεία της αίτησης αναψηλάφησης, ο Στ. Σπανουδάκης φαίρεται να εξερράγη. Σύμφωνα με την ίδια πλευρά είχε δηλώσει τότε χαρακτηριστικά: “Εμένα αυτό το παιδί δεν θα με πει ποτέ μπαμπά”.
Η μητέρα της Μαριλένας Σπανουδάκη, παρά την άρνηση του συζύγου της, αποφάσισε να κρατήσει το παιδί και επέστρεψε στην Ελλάδα. Τελικά, στις 16 Φεβρουαρίου 1973, έπειτα από μια δύσκολη εγκυμοσύνη, έφερε στον κόσμο το παιδί που κυοφορούσε. Ωστόσο, ο Σταμάτης Σπανουδάκης, παρά το γεγονός ότι πληροφορήθηκε για τη γέννηση του παιδιού, παρέμεινε αδιάφορος τόσο για το νεογέννητο όσο και για τη μητέρα του.
Ο γνωστός μουσικοσυνθέτης κίνησε όλες τις νόμιμες διαδικασίες που μπορούσε ώστε να μην αναγνωρίσει το παιδί και συγκεκριμένα με την “υπ’ αριθμόν 684/1976 απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών κηρύχθηκε ως μη γνήσιο παιδί του Σταμάτη Σπανουδάκη”. Μάλιστα, πραγματοποιήθηκε και αιματολογική εξέταση στο παιδί, ώστε να διαπιστωθεί η ομάδα αίματός του και, όπως προέκυψε, είχε την ίδια με της μητέρας του.
Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην αίτηση αναψηλάφησης, ο Σταμάτης Σπανουδάκης αποδέχεται ενώπιον συμβολαιογράφου να δοθεί το επώνυμό του (Σπανουδάκη) στο παιδί που είχε γεννηθεί από τη Φωτεινή Π. στις 16 Φεβρουαρίου 1973. Μέχρι και σήμερα, η Μαριλένα Σπανουδάκη, σε όλα τα νόμιμα πιστοποιητικά της, αναγράφεται με το συγκεκριμένο επώνυμο. Σήμερα, ζητά μέσω της Γενετικής Επιστήμης, των σύγχρονων επιστημονικών μεθόδων και συγκεκριμένα της αποκωδικοποίησης του DNA, να αποδειχθεί ποιος είναι ο πραγματικός της πατέρας.