Η υπόθεση με τη καταδίωξη από άνδρες της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. των σεσημασμένων αθίγγανων και ο θάνατος ενός εξ αυτών από τους πυροβολισμούς έφερε στη επιφάνεια, ξανά, μια πληγή στην ελληνική κοινωνία η οποία έχει κακοφορμίσει.
Την παραβατικότητα της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, των Ρομά, η οποία είναι μοναδική περίπτωση, δίχως να απαντάται σε κανένα άλλο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού. Η εγκληματικότητα σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων είναι ενδημική και τρόπος ζωής.
Ο χαρακτηρισμός «ευάλωτη ομάδα» που τους αποδίδεται από διάφορους δικαιωματιστές είναι απολύτως παραπλανητικός. Ευάλωτα είναι τα θύματά τους τα οποία είναι χιλιάδες συμπολίτες μας που υφίστανται κατά κόρον την εγκληματική τους δράση.
Οι κλοπές, οι διαρρήξεις, το εμπόριο ναρκωτικών, η βία, είναι καθημερινότητα για ένα μεγάλο μέρος της εν λόγω ομάδας η οποία έχει καταφέρει λόγω της κυριαρχίας μιας σηπτικής ιδεοληψίας στο πολιτικό σύστημα να αντιμετωπίζεται με συγκατάβαση διότι η εγκληματικότητά τους θεωρείται περίπου φολκλόρ.
Ο συμβιβασμός με την καθ’ έξιν εγκληματική δραστηριότητα οποιουδήποτε υποσυνόλου της κοινωνίας είναι ανεπίτρεπτος στην δημοκρατία. Η προσέγγιση «τι να κάνουμε, έτσι είναι αυτοί» είναι ανεπίτρεπτη, αντιδημοκρατική και καθιστά τους φορείς της συνενόχους σε εγκλήματα κατά του κοινωνικού συνόλου.
Αν δεν μπορούν να ενσωματωθούν η Πολιτεία είναι υποχρεωμένη να τους αντιμετωπίζει με βάση τον νόμο που ισχύει για όλους τους υπολοίπους και όχι με διάθεση διακρίσεων υπέρ τους επειδή έχουν «ιδιαιτερότητα».
Πουθενά, σε καμία δημοκρατία, σε κανένα νομικό σύστημα, σε καμία πολιτισμένη οργανωμένη κοινωνία η «ιδιαιτερότητα» δεν θεωρείται άλλοθι για ανοχή στη συστηματική βαριά εγκληματική δραστηριότητα.
Η «ιδιαιτερότητα» ενδεχομένως μπορεί να αναγνωρίζεται ως στοιχείο για ευέλικτη ή διασταλτική αντιμετώπιση υποθέσεων που μπορεί να αφορούν ήθη, έθιμα, παραδόσεις ή ίσως ένα μεμονωμένο περιστατικό υπό ιδιαίτερες συνθήκες, αλλά προφανώς δεν αφορά σε βαριά εγκλήματα που διαπράττονται κατ΄ εξακολούθηση.
Υπάρχει μία μεγάλη υποκρισία. Όλοι γνωρίζουν τον τρόπο που πολλοί εξ αυτών μεταχειρίζονται τα παιδιά τους, όλοι βλέπουν τι γίνεται στα φανάρια όπου ανήλικα ακόμα και πολύ κάτω των δέκα ετών εξωθούνται σε επαιτεία ευρισκόμενα σε κακή κατάσταση από άποψη υγιεινής και κανείς δεν μιλά. Κανένας εισαγγελέας δεν παρεμβαίνει. Όλοι κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν. Υπάρχει άλλη κοινωνική ομάδα η οποία να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο στα παιδιά της και στην υπόλοιπη κοινωνία;
Υπάρχει άλλη κατηγορία ανθρώπων στη χώρα που να μένει σε καταυλισμούς οι οποίοι είναι άβατα παρανομίας και για να γίνει έλεγχος να πρέπει να πάνε τα ΕΚΑΜ τα οποία η «ευάλωτη ομάδα» θα τα υποδεχθεί με καραμπίνες και πυροβολισμούς;
Είναι δυνατόν όλοι οι υπόλοιποι να πρέπει να συμφιλιωθούν με αυτή την συμπεριφορά και την ιδέα ότι αν γίνουν στόχοι μίας βίαιης παράνομης δράσης από Ρομά θα πρέπει να το αντιμετωπίσουν με συγκατάβαση διότι υπάρχει «ιδιαιτερότητα»;
Όταν κάποιος από αυτούς πέσει θύμα της δικής του συμπεριφοράς διότι αναγκάζει την Αστυνομία να τον αντιμετωπίσει με συγκεκριμένο τρόπο, οι υπόλοιποι εξεγείρονται κλείνοντας δρόμους και επιτιθέμενοι σε όποιον βρεθεί μπροστά τους. Και εδώ ανοχή ένεκα «ιδιαιτερότητας».
Αυτή η ιστορία με τη τεράστια υποκρισία, την αντικοινωνική συστράτευση διαφόρων ψεύτο-ευαίσθητων με τους εγκληματίες και την απαίτηση τους ο κανονικός κόσμος να πρέπει να αποδεχθεί αυτή τη διάκριση εις βάρος του, η Πολιτεία οφείλει να την τερματίσει χθες.
Η πρόσφατη υπόθεση είναι μία ευκαιρία το Κράτος να ξεκαθαρίσει τα πράγματα και να διαμηνύσει ότι η παράνοια, όπου αστυνομικός που κάνει τη δουλειά του βρίσκεται κατηγορούμενος και όπου τηρούνται ίσες αποστάσεις μεταξύ εγκληματιών και Αστυνομίας, τελείωσε. Χθες.