Ελλάδα

Ζακ Κωστόπουλος: Άρχισε η δίκη – Δεν εμφανίστηκε ένας κατηγορούμενος

Ζακ Κωστόπουλος: Η εκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου ξεκίνησε με την απουσία ενός εκ των συνολικά έξι κατηγορουμένων.

Ο Ζακ Κωστόπουλος έπεφτε νεκρός την 21η Σεπτεμβρίου του 2018. Μετά την αναβολή της δίκης λόγω της πανδημίας, η υπόθεση συνεχίζεται σήμερα.

Ζακ Κωστόπουλος: Απών ένας κατηγορούμενος

Η εκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου ξεκίνησε με την απουσία ενός εκ των συνολικά έξι κατηγορουμένων. Απών ήταν ο κατηγορούμενος μεσίτης, τον οποίο εκπροσωπεί ο συνήγορος υπεράσπισής του. Η διαδικασία καθυστέρησε εξαιτίας του πλήθους κόσμου που επιθυμούσε να παρακολουθήσει τη δίκη με την πολιτική αγωγή να υποβάλει αίτημα για αλλαγή δικαστικής αίθουσας μεγαλύτερης σε χωρητικότητα.

Ωστόσο το δικαστήριο αποφάσισε η υπόθεση να εκδικαστεί στην παρούσα αίθουσα, με την είσοδο μόλις τεσσάρων δημοσιογράφων για την κάλυψη της δίκης. Η πολιτική αγωγή, μέσω της Άννυς Παπαρούσου, υποστήριξε ότι πρόκειται για μια υπόθεση με κοινωνικό ενδιαφέρον και θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα κάλυψής της. Στο αίτημα συναίνεσε και η υπεράσπιση ζητώντας να ληφθούν υπόψη σε κάθε περίπτωση οι υγειονομικοί κανόνες βάσει των διατάξεων για τον COVID-19.

Μάλιστα η υπεράσπιση των κατηγορουμένων υποστήριξε ότι θα πρέπει να βρεθεί αίθουσα που να διαθέτει τα κατάλληλα οπτικοακουστικά μέσα για την προβολή του υλικού που βρίσκεται στη δικογραφία ώστε να αποσαφηνιστεί η θέση και στάση του κάθε κατηγορούμενου.

Ζακ Κωστόπουλος: Τι αναφέρει η δολοφονία για το θάνατό του

Σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας ο Ζακ Κωστόπουλος στις 21 Σεπτεμβρίου 2018 και ώρα 2:30 το μεσημέρι «εισήλθε για άγνωστη αιτία» στο κοσμηματοπωλείο του πρώτου κατηγορούμενου επί της οδού Γλάδστωνος του οποίου η πόρτα ήταν ανασφάλιστη από τον ιδιοκτήτη λόγω της ολιγόλεπτης απουσίας του. Όταν αντιλήφθηκε πως δεν μπορεί να εξέλθει, άρχισε να χτυπά με πυροσβεστήρα αρχικά τη γυάλινη θύρα και στη συνέχεια το κατώτερο επίπεδο της βιτρίνας που θρυμματίστηκε. Όταν το θύμα επιχείρησε να συρθεί για να βγει από εκεί δέχθηκε αλλεπάλληλα σφοδρά χτυπήματα στο κεφάλι και το σώμα από τον κοσμηματοπώλη και τον μεσίτη. Στη συνέχεια οι αστυνομικοί, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ενώ ήδη ήταν αιμόφυρτος και σε «αδυναμία συγκέντρωσης των δυνάμεων του και εμφάνιζε δυσχέρειες στην αναπνοή… έδρασαν με υπερβάλλοντα ζήλο» και με άσκηση έντονης βίας τον ακινητοποίησαν.

Σύμφωνα με το βούλευμα, «οι κατηγορούμενοι με πρόθεση επέφεραν στο θύμα σωματικές κακώσεις που μπορούσαν να του προκαλέσουν (όπως και πράγματι συνέβη) κίνδυνο για τη ζωή του, είτε επικίνδυνες σωματικές βλάβες, το δε αποτέλεσμα του θανάτου του οφείλεται σε συγκλίνουσα αμέλειά τους (παραυτουργία) ήτοι οι σωματικές αυτές βλάβες συνετέλεσαν στην πρόκληση οργανικού στρες το οποίο με τη σειρά του προκάλεσε τις ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις του μυοκαρδίου που αποτέλεσαν την τελική αιτία θανάτου, καθόσον οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι ενόψει της ηλικίας τους και της στοιχειώδους κοινωνικής εμπειρίας που διέθεταν είχαν τη δυνατότητα να προβλέψουν ότι η επίθεση τους σε βάρος του Κωστόπουλου με πλήγματα στην κεφαλή, ενώ μάλιστα διερχόταν από θραυσμένο υαλοπίνακα, μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα το θάνατο του παθόντος, όμως από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής την οποία όφειλε και μπορούσε να καταβάλλουν, έδρασαν απερίσκεπτα και επιτέθηκαν κατά του παθόντος, μη προβλέποντας το επελθόν αποτέλεσμα».

Ωστόσο το βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου δέχεται ότι ο κοσμηματοπώλης και ο φίλος του δεν επιδίωκαν τον θάνατο του, αλλά τη σύλληψή του. «Αναφορικά με το δόλο των δύο κατηγορουμένων, παρόλο που η επίθεση του σε βάρος του θανόντος Κωστόπουλου – ιδίως του δεύτερου – δεν κρίνεται κοινωνικά αποδεκτή ενόψει του είδους, του αριθμού, της έντασης, της διάρκειας και του τρόπου καταφοράς των πληγμάτων, όπως αυτά προκύπτουν κυρίως από το συλλεγέν οπτικοακουστικό υλικό (ενόψει και των σε πολλά σημεία αντικρουόμενων μαρτυρικών καταθέσεων που ελήφθησαν), γίνεται δεκτό ότι η βασική τους επιδίωξη ήταν η παραμονή του Κωστόπουλου εντός του καταστήματος και η μη διαφυγή του, προκειμένου να επιτευχθεί η σύλληψη του, και δεν εμφορούνταν από ακραία τιμωρητική διάθεση, γεγονός που καταδεικνύεται (και) από τη μη συνέχιση της επίθεσης τους όταν ο Κωστόπουλος εξήλθε τελικά του καταστήματος, χωρίς να δύναται να συναχθεί το αντίθετο συμπέρασμα από τη μη συνδρομή τους στην περίθαλψη του θύματος ή ακόμα και από τις μεταγενέστερες του συμβάντος προσβλητικές αναρτήσεις κατηγορουμένου στο διαδίκτυο».

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο