«Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει σαν στόχο την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ», αναφέρει σε δήλωσή του ο γραμματέας του κόμματος, Πάνος Σκουρλέτης, με αφορμή την εξέταση, αύριο, από το υπουργικό συμβούλιο το θέμα του κατώτατου μισθού. Τα σενάρια, αναφέρει ο κ. Σκουρλέτης στην δήλωσή του, κάνουν λόγο είτε για «πάγωμα», είτε για συμβολικού τύπου ποσοστιαίο επανακαθορισμό, ο οποίος δεν θα κάνει τη διαφορά όταν έρθει η ώρα του «ταμείου», για όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.
Υπενθυμίζεται πως αύριο πρόκειται να ληφθούν αποφάσεις από την κυβέρνηση για τον κατώτατο μισθό, κατά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας κ. Κωστή Χατζηδάκη.
Σκουρλέτης: Τι δήλωσε ο γραμματέας του κόμματος
Ο κ. Σκουρλέτης θυμίζει ότι «η περικοπή του κατώτατου μισθού, επιβλήθηκε το 2012 μαζί με ένα πλήθος σκληρών μνημονιακών επιλογών, στο πλαίσιο ενός σχεδίου εσωτερικής υποτίμησης, το οποίο απέτυχε, όπως αναμενόταν… Η επόμενη κυβέρνηση ολοκλήρωσε το πολιτικό έγκλημα παγιώνοντας τον μηχανισμό διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού από το κράτος». Συνεχίζοντας αναφέρει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε από την αρχή απέναντι σε αυτή την πολιτική επιλογή και από το 2015 επιχείρησε να ανατρέψει τα αποτελέσματά της και κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής θητείας του κατόρθωσε να αποτρέψει περαιτέρω μειώσεις του κατώτερου μισθού, ώσπου μερικούς μήνες μετά την έξοδο από τα μνημόνια, τον Φεβρουάριο του 2019, αποκατέστησε ένα μέρος του, με την αύξησή του κατά 11%, στα 650 ευρώ από 586 ευρώ, καταργώντας και τη διάκριση για τους νέους κάτω των 25 ετών, με 27% αύξηση του μισθού αυτής της ηλικιακής ομάδας».
Σήμερα, υποστηρίζει ο κ. Σκουρλέτης, «εν μέσω πανδημίας και μιας μονόπλευρης οικονομικής πολιτικής που υπόσχεται πολλά, αλλά κάνει λίγα, όταν δεν βλάπτει ανεπανόρθωτα μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, επιβάλλεται και πάλι η βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων.
Είναι αυτή που – ως αναπόσπαστο τμήμα μιας γενικότερης οικονομικής πολιτικής, με επίκεντρο την πλειονότητα των πολιτών και τις ανάγκες τους – θα αναθερμάνει την αγορά προκειμένου να δοθεί μια νέα αναπτυξιακή ώθηση. Διαφορετικά, θα οδηγηθούμε στον ολισθηρό δρόμο μιας ‘ανάπτυξης’ με διεύρυνση των ανισοτήτων και με μείωση της απασχόλησης, η οποία θα υπονομεύει τον εαυτό της μέχρι να ακυρωθεί ολοκληρωτικά. Εκεί μας οδηγεί η πρόταση της κυβέρνησης της ΝΔ, η οποία μεροληπτεί συστηματικά υπέρ λίγων και συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων».
Κλείνοντας, υπενθυμίζει την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ «που θέτει ως στόχο για τον κατώτατο μισθό τα 800 ευρώ και προτείνει την πιλοτική εφαρμογή 35ωρου χωρίς μείωση αποδοχών. Είναι μια θέση με την οποία συντονίζεται ένα μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων, από αυτές οι οποίες θεωρούν ότι η κερδοφορία εξασφαλίζεται μέσα από τον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού μοντέλου και την εξωστρέφεια και όχι μέσω της διαρκούς συμπίεσης του εργατικού κόστους. Είναι από εκείνες τις προτάσεις που μπορούν να ξεκινήσουν μια ουσιαστική συζήτηση μέσα στην κοινωνία, για την προοπτική του τόπου μας και που περιγράφουν με σαφήνεια τις προγραμματικές προθέσεις μιας αριστερής-προοδευτικής διακυβέρνησης, που θα λειτουργήσει ως καταλύτης θετικών εξελίξεων».