Κλινικές που είχαν αποχαρακτηριστεί από Covid και είχαν δοθεί σε διαθεσιμότητα για την εξυπηρέτηση ασθενών άλλων νόσων, μετατρέπονται ξανά σε κλινικές κορονοϊού στα νοσοκομεία αναφοράς κορονοϊού. Οι υγειονομικές υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας μάλιστα ήρθαν σε νέα συνεννόηση με τους κλινικάρχες, ώστε να επιστρατεύσουν και τα ιδιωτικά νοσοκομεία, εάν παραστεί ανάγκη. Ανησυχεί έντονα ο κ. Λουκίδης.
Το γεγονός της αργής αλλά σταθερής αύξησης των νοσηλευομένων, το οποίο θεωρείται φυσικό επακόλουθο της τεράστιας αύξησης των μολύνσεων που εντοπίζεται το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα, έχει θορυβήσει ιδιαίτερα τους γιατρούς στα δημόσια νοσοκομεία.
Κι αυτό καθώς τις τελευταίες 4 ημέρες, οι νέες εισαγωγές κινούνται σταθερά σε τριψήφια νούμερα, δηλαδή πάνω από 100.
Συγκεκριμένα:
στις 13/7 εισήχθησαν σε όλα τα νοσοκομεία 112 νέοι ασθενείς με Covidστις 14/7 εισήχθησαν 100 ασθενείς
στις 15/7 εισήχθησαν 112 ασθενείς
στις 16/7 εισήχθησαν για νοσηλεία 101 ασθενείς
Ο μέσος όρος εισαγωγών του επταημέρου είναι 92 ασθενείς.
Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει ο Καθηγητής Πνευμονολογίας στη Β’ Πνευμονολογική Κλινική (ΕΚΠΑ) του «Αττικόν« Στέλιος Λουκίδης.
Όπως επισημαίνει υπάρχει σοβαρός κίνδυνος, εάν το νέο κύμα του κορονοϊού αυξήσει τις νοσηλείες των ανεμβολιάστων στα νοσοκομεία, οι νόσοι εκτός κορονοϊού να σταματήσουν σταδιακά να εξυπηρετούνται. «Πιστεύω ότι πρέπει να ληφθούν κάποια μέτρα για να μειωθούν οι επιπτώσεις αυτού του νέου κύματος της πανδημίας. Δηλαδή αν ξεκινήσουν πάλι οι νοσηλείες, πάλι αυτοί οι άνθρωποι που έχουν άλλα νοσήματα θα φοβηθούν και θα κάνουν πίσω. Το Σύστημα Υγείας που επηρεάζει έμμεσα και άλλες καταστάσεις θα πρέπει να το προστατεύσουμε. Γιατί θα κλείσουν πάλι πολλά τμήματα για να γίνουν Covid. Κι αυτό δεν πρέπει να γίνει ξανά», τονίζει ο γιατρός.
Οι επιπτώσεις του προηγούμενου καταστροφικού τρίτου κύματος της πανδημίας δεν έχουν ακόμη υποχωρήσει, υποστηρίζει ο Καθηγητής κ. Λουκίδης. Ακόμη οι γιατροί βλέπουν ασθενείς που είχαν μείνει «αφρόντιστοι» τους προηγούμενους μήνες, από φόβο να προσεγγίσουν το σύστημα Υγείας, όπως λέει:
«Να σκεφτείτε ότι από τα τέλη Μαϊου, αυτούς που βλέπουμε με άλλα νοσήματα δεν υπάρχει ούτε ένας ασθενής να έρθει σε μια κατάσταση καλή. Δηλαδή, κάποιος που να είχε π.χ. πέντε μέρες συμπτώματα και ήρθε να δει γιατρό. Όλοι σου λένε, έχω συμπτώματα 5 μήνες, ή 6 ή 7 μήνες. Να μη σας πω τι εικόνες βλέπουμε. Πολύ δύσκολες και δυσίατες ασθένειες. Είναι όσοι από φόβο και πανικό δεν πλησίαζαν εύκολα τα δημόσια νοσοκομεία. Αυτό θα πρέπει να το αποφύγουμε”, τονίζει.
«Θα υπάρξει κάμψη των εμβολιασμών και πρέπει να βιαστούμε». Οι επόμενοι δύο μήνες είναι οι πιο σημαντικοί, όπως λέει ο ίδιος, τόσο για την εξέλιξη της πανδημίας, όσο και για την εξέλιξη των εμβολιασμών.
Αν δεν σπεύσουμε να εμβολιαστούμε θα υπάρξουν άσχημες εξελίξεις από τους πρώτους μήνες του φθινοπώρου, αν όχι και νωρίτερα, όπως επισημαίνει ο γιατρός:
«Από το φθινόπωρο πρέπει να δούμε τι ποσοστό εμβολίων θα πετύχουμε, γιατί για μένα πρέπει να το πετύχουμε μέχρι 15 – 20 Σεπτεμβρίου, γιατί μετά δεν νομίζω ότι θα πηγαίνει ο κόσμος να εμβολιαστεί. Γιατί μιλάμε τώρα τόσο καιρό και δεν έχουν πάει. Θωρώ ότι ένα ποσοστό ανοσίας σε επίπεδο πληθυσμού 60% με 65% θα το πετύχουμε. Και το 65% θα είναι συμπαθητικό ποσοστό σε γενικές γραμμές. Μακάρι να πάνε περισσότεροι να εμβολιαστούν και να διαψευστούμε. Αλλά νομίζω ότι τον Αύγουστο θα μειωθεί αρκετά ο εμβολιασμός», καταλήγει ο κ. Λουκίδης.