Δύο χρόνια από τις εκλογές και ενώ έχουν μεσολαβήσει καταστάσεις πρωτόγνωρες σχεδόν σε κάθε πτυχή και από κάθε άποψη, το πολιτικό σκηνικό στη χώρα παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Ένα πρώτο συμπέρασμα είναι η πολιτική κυριαρχία της ΝΔ και προσωπικά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως καταγράφονται δημοσκοπικά, παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις.
Ή, ίσως, ακριβώς λόγω αυτών. Μπορεί να ακούγεται παράδοξο, αλλά το γνωστό κλισέ «η κρίση μπορεί να είναι ευκαιρία», φαίνεται ότι βρίσκει την εφαρμογή του σε αυτή την περίπτωση. Οι κρίσεις ανάγκασαν εκ των πραγμάτων την κυβέρνηση να επιδείξει αντανακλαστικά τα οποία τελικά ανέδειξαν πολιτικές ικανότητες που αξιολογήθηκαν θετικά από την κοινή γνώμη και οι οποίες υπό άλλες συνθήκες, κανονικές, το πιθανότερο είναι να μην είχαν εκδηλωθεί άρα δεν θα είχαν γίνει αντιληπτές. Είναι από τις σπάνιες φορές που κρίσεις δίνουν σε κυβέρνηση περισσότερους πόντους, από τη φθορά που προκαλούν.
Το επιπλέον αξιοσημείωτο στοιχείο είναι ότι ενώ ο πρωθυπουργός κλήθηκε να διαχειριστεί μία σειρά θεμάτων που είναι εκτός της ατζέντας με την οποία υπολόγιζε να πορευθεί κατά τη θητεία του και μάλλον μακριά από τα πεδία ενδιαφέροντός του, τα χειρίστηκε όχι απλά καλά , αλλά του προσέδωσαν πολιτικό κεφάλαιο σε τομείς που υποτίθεται ότι άλλοι έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως αυτό των εθνικών θεμάτων.
Η οργανωμένη από τον Ερντογάν απόπειρα εισβολής στον Έβρο, η οποία είχε ως στόχο να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση και τη χώρα και να κάνει επίδειξη εκβιασμού προς την Ευρώπη, ακυρώθηκε και εξελίχθηκε σε μπούμερανγκ για την Άγκυρα. Στο Μέγαρο Μαξίμου αντιλήφθηκαν γρήγορα ότι έπρεπε να αφήσουν τις δυνάμεις ασφαλείας και τον στρατό να κάνουν αυτό που ξέρουν, να αντιμετωπίσουν επιχειρησιακά την κατάσταση. Το αποτέλεσμα ήταν η Ελλάδα να καταγράψει στρατηγική και τακτική νίκη επί της Τουρκίας, αχρηστεύοντας ταυτόχρονα τον μοχλό εκβιασμού προς την ΕΕ. Κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο διεθνώς.
Το ξέσπασμα της πανδημίας που ακολούθησε προκαλώντας πρωτοφανή υγειονομική κατάσταση και οικονομική κατάρρευση παγκοσμίως, αποτέλεσε δοκιμασία στην οποία η κυβέρνηση έδειξε και πάλι γρήγορα ρεφλέξ με την Ελλάδα να αντιμετωπίζει και το υγειονομικό σκέλος της κρίσης και τον οικονομικό κλονισμό λόγω του lockdownμε τρόπο υποδειγματικό ο οποίος και πάλι αναγνωρίστηκε διεθνώς. Εξάλλου τα κονδύλια τα οποία διατέθηκαν και διατίθενται για τη στήριξη εργαζομένων και επιχειρήσεων αφαίρεσαν επιχειρήματα από την «αριστερή» κριτική.
Το γεγονός ότι η χώρα, παρά τις αναπόφευκτες απώλειες, ανταπεξήλθε με μεγαλύτερη επιτυχία από άλλες οι οποίες είχαν καλύτερες υποδομές και προϋποθέσεις, αναγνωρίστηκε εντός κι εκτός συνόρων. Επιτυχία η οποία συνεχίστηκε και με το πρόγραμμα εμβολιασμού το οποίο θεωρείται το πιο επιτυχημένο στην Ευρώπη.
Η κρίση του περασμένου καλοκαιριού με την Τουρκία, η οποία μετά την αποτυχία της στον Έβρο επανήλθε σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, κατέληξε σε δεύτερη τουρκική ήττα με καθαρά επιχειρησιακά- στρατιωτικά κριτήρια. Το Πολεμικό Ναυτικό και η Πολεμική Αεροπορία έδωσαν την απάντηση. Δίχως η Αθήνα να παρασυρθεί σε θερμό επεισόδιο το οποίο φάνηκε ότι επιδίωκε η Άγκυρα, ακύρωσε κάθε προσπάθεια δημιουργία τετελεσμένων. Ούτε αυτό πέρασε απαρατήρητο διεθνώς.
Η απόφαση του πρωθυπουργού, στον απόηχο της κρίσης, να εξαγγείλει εκτεταμένο εξοπλιστικό πρόγραμμα δρομολογώντας ταχεία κάλυψη των κενών στις επί δεκαπενταετία παραμελημένες Ένοπλες Δυνάμεις, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από το μεγάλο εκείνο τμήμα της κοινής γνώμης το οποίο έχει αυξημένη ευαισθησία σε ζητήματα ασφάλειας της χώρας και γενικά στα εθνικά θέματα, αλλά και από το σύνολο των πολιτών οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι η στρατιωτική ισχύς είναι η πρώτη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση της Τουρκίας.
Η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ σε μέρος της θαλάσσιας επικράτειας της χώρας που είχε ως αποτέλεσμα να μεγαλώσει για πρώτη φορά η χώρα μετά το 1948, η οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ιταλία και η μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο με την οποία διεμβολίστηκε η τουρκο-λιβυκή παράνομη ΑΟΖ, αποτέλεσαν μια ακόμα σειρά κινήσεων εθνικής εμβέλειας. Όπως και η εκδίπλωση μιας εξωτερικής πολιτικής η οποία επανέφερε την Ελλάδα στον φυσικό της χώρο στην Ανατολική Μεσόγειο και μεγέθυνε το γεωπολιτικό εκτόπισμα της μέχρι τον Κόλπο και την Ινδία… Το γεγονός της διαφαινόμενης μετατόπισης των ΗΠΑ από την Τουρκία προς την Ελλάδα και την Κύπρο, εφόσον ολοκληρωθεί – επίκειται κα η υπογραφή της διευρυμένης Αμυντική Συμφωνίας- θα αποτελέσει μεταβολή ιστορικών διαστάσεων για την περιοχή.
Η αδυναμία της αντιπολίτευσης να αντιτείνει σοβαρά αντεπιχειρήματα και να διατυπώσει ουσιαστικές προτάσεις φάνηκε ακόμα περισσότερο ακριβώς λόγων της φύσης των προβλημάτων που κλήθηκε να διαχειριστεί η κυβέρνηση. Η σύγκριση είναι καταλυτική και το παρελθόν της προηγούμενης διακυβέρνησης νωπό.
Υπό τις παρούσες συνθήκες και υπό την αίρεση απρόβλεπτων εξελίξεων οι οποίες καθίστανται όλο και πιο συχνές, η κυβέρνηση Μητσοτάκη θέτει τις βάσεις μακροχρόνιας πολιτικής κυριαρχίας με κύριο αντίπαλο τα θέματα της χώρας και όχι, μέχρι στιγμής, την αντιπολίτευση.